Άνοιξα τα μάτια μου καθώς ενοχλήθηκα απο το έντονο φώς του μεσημεριανού ηλίου. Γύρισα πλευρό στο κρεβάτι μου να κοιτάξω το παράθυρο. Πάντα με ηρεμούσε να παρατηρώ τον τρόπο που το φώς αντανακλώνταν πάνω στα λευκά μου σεντόνια. Σηκώνομαι αργά καθώς τεντώνω τη πλάτη μου που πονούσε μάλλον απο τις ατέλειωτες ώρες που χορεύαμε. (Όπου να'ναι θα έρθουν τα κορίτσια αρα καλύτερα να παραγγείλω καφέ) σκέφτηκα και ξεκίνησα να κατεβαίνω τη σκάλα.
~Σαλόνι της Arabella:
Φτάνω στο σαλόνι και αφού παραγγέλνω απο το κινητό μου κάθομαι στον καναπέ. Το μυαλό μου ταξίδεψε σε εκείνον. Σε εκείνον τον εντυπωσιακό άντρα με τα ανέκφραστα γκρίζα μάτια. Ένιωθα την ανάγκη να τον ξαναδώ αλλά πλησίαζε το αδύνατον σε μια πόλη σαν το LA. Απογοητευμένη είπα στον εαυτό μου να σταματήσω να τον σκέφτομαι. Ήταν ανούσιο. Ξαφνικά χτύπησε το κουδούνι και άκουσα τη Caroline να μιλάει απο έξω με τη Brooklyn. Ανοίγω τη πόρτα και μπαίνουν γρήγορα μέσα. "Πες μου οτι έχεις παραγγείλει καφέ" μου λεει ενθουσιασμένη η Caroline. Πριν προλάβω να απαντήσω με διέκοψε το κουδούνι. "Πάνω στην ώρα" λέω καθώς ανοίγω για να πάρω τους καφέδες. Αφου πλήρωσα πήγαμε και καθίσαμε στο σαλόνι. "Λοιπόν; τι έγινε με εκείνον τον τύπο;" ρωτάω τη Caroline "Τον λένε Brian, καλός ήταν" απαντάει αδιάφορα. "Ακόμα δεν βρέθηκε ο εκλεκτός Car;" ρωτάει η Brooklyn ειρωνικά. "Δεν νομίζω να βρεθεί ποτε αυτός ο άντρας" απαντάει και ξεσπάμε και οι τρείς στα γέλια. "Εσυ Bel;" με ρωτάει η Brooklyn. Κατ' ευθείαν ένιωσα το στόμα μου να στεγνώνει καθώς θυμήθηκα τη στιγμή που το βλέμμα μου συνάντησε το δικό του ανάμεσα στο πλήθος του μπαρ. Αλλά δεν ήταν τίποτα το σημαντικό, τίποτα που θα έπρεπε να αναφέρω... "Τίποτα το ιδιαίτερο όπως πάντα" απαντάω προσπαθώντας να διώξω απο τις σκέψεις μου εκεινον.
(...)
Οι ώρες πέρασαν και πλέον ειχα μείνει μόνη μου στο δωμάτιό μου και έβλεπα Netflix. Κοιτάζω την ώρα στο κινητό μου. Μεσάνυχτα. Και τότε με έπιασε το πιο παράξενο συναίσθημα. Αρκετά. Σηκώθηκα και έκλεισα τη τηλεόραση. Ένιωθα τους τοίχους γύρω μου να πλησιάζουν και το οξυγόνο να αδειάζει. Ήθελα να φύγω. "Δεν ανήκω εδώ! Δεν είναι αυτή η ζωή μου!" Φωνάζω και πετάω με δύναμη το κινητό μου στον τοίχο. Με έναν δυνατό κρότο σπάει σε κομμάτια και δάκρυα αρχίσανε να τρέχουν στο πρόσωπό μου. Ποιά είμαι; Θέλω στ'αλήθεια να ζήσω αυτή τη ζωή; Κουράστηκα να ζω σε επανάληψη τις ίδιες μονότονες ημέρες... Και γιατί να συμβιβαστώ με τους κανόνες αυτής της ζωής; Γιατί οταν μπορώ να επιλέξω τους δικούς μου κανόνες, τη δική μου ζωή. Και τότε ένιωσα πως για πρώτη φορά πήρα τη πιο σωστή απόφαση. Πήρα την τσάντα μου louis vuitton και έβαλα μέσα μερικά ρούχα καθώς και το πορτοφόλι μου. Κοίταξα στο κομοδίνο και παρατήρησα τη πρώτη φωτογραφία που είχαμε βγάλει με τη Brook και τη Car.
Γνωριστήκαμε ενα καλοκαίρι πριν απο πέντε χρόνια και απο τοτε ήμασταν αχώριστες. Θυμάμαι πόσο ντροπαλή ήταν η Brook που ερχόταν σε αντίθεση με την εκρηκτική προσωπικότητα της Car. Χαμογέλασα πικρά σκεπτόμενη οτι δεν τους είπα καν αντίο... Έβαλα τη φωτογραφία στη τσάντα καθώς σκέφτηκα οτι ισως δεν τις ξαναδώ ποτέ. Θα μου έλειπαν οσο τίποτα αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να αλλάξω γνώμη... Ήξερα οτι έκανα το σωστό. Πήρα δύο κομμάτια χαρτί απο ενα μου παλιό τετράδιο και έγραψα δυο γράμματα. Ένα για τους γονείς μου και ενα για τις αγαπημένες μου κολλητές. Άξιζαν μια εξήγηση τουλάχιστον... Καθώς γέμιζα με λέξεις το χαρτί τα χέρια μου έτρεμαν και τα δάκρυα συνέχιζαν να γλιστράνε απο τα μάτια μου... ήξερα όμως οτι εδω δεν ήμουν ευτυχισμένη και αυτο το συναίσθημα δεν μπορούσε να μου το εξασφαλίζει κανένα χρηματικό ποσό, καμία φίλη, καμία οικογένεια... γιατι δεν είχα βρει ακόμα τον εαυτό μου και έπρεπε να ψάξω να τον βρώ με κάθε κόστος... Ακούγεται εγωιστικό αλλα θα θυσίαζα τα πάντα για να ζήσω όπως πραγματικά θέλω, οπως ονειρεύομαι. Διπλώνω προσεκτικά τα γράμματα και τα αφήνω στο κρεβάτι μου. Φοράω ενα τζιν και ενα μπλουζάκι μαζι με τα Vans μου και ξεκινάω να φύγω. Με την άκρη του ματιού μου όμως παρατηρώ κάτι στο κομοδίνο μου. Πριν πεθάνει η γιαγιά μου μου έδωσε ένα σουβενίρ. Ήταν μια μικρή κορνίζα που μέσα ειχε μια φωτογραφία ενός δρόμου γεμάτου φώτα και μαγαζιά. Θυμάμαι μου έλεγε οτι εκεί βρισκόταν το παρελθόν και το μέλλον μου αλλα ποτέ δεν τη πίστεψα καθώς η μαμά μου έλεγε οτι ηταν μια ασήμαντη πόλη μπροστά στο φανταχτερό LA. Άρχιζα να αμφιβάλλω ωστόσο για το αν ειχε δίκιο... Παίρνω το σουβενίρ και κοιτώ που κάτω δεξιά στη φωτογραφία έγραφε με χρυσά καλλιγραφικά γράμματα Νέα Ορλεάνη. Πλέον ήξερα ποιος θα ήταν ο προορισμός μου.
KAMU SEDANG MEMBACA
Arabella
Fiksi IlmiahΚοιτάζω χαμηλά και βλέπω μονο αίμα να αναβλύζει απο τη φρέσκια πληγή μου. Το μυαλό μου έχει θολώσει και νιώθω την ενέργειά μου να εξαντλείται ραγδαία. Δεν είχα φανταστεί ποτέ οτι θα πέθαινα έτσι. Τελικά υπάρχει τίμημα όταν θέλεις να σώσεις τις ζωές...