Ήταν μόνος. Μόνος σε έναν κόσμο έτοιμο να τον κατασπαράξει. Έτσι ένιωθε αλλά κατά βάθος κανείς δεν ασχολούνταν με κανέναν, έβλεπες κόσμο να τρέχει πάνω κάτω πανικόβλητος χωρίς να των νοιάζει τίποτα το μόνο που τους ένοιαζε ήταν να πάνε στις δουλείες τους. Έτσι ήταν και η δικιά του ζωή μια καθημερινή ρουτίνα, χωρίς νόημα χωρίς τίποτα ένα ρομπότ που έκανε κινήσεις προγραμματισμένες στον εγκέφαλο του, χωρίς αισθήματα, μόνο θλίψη, αλλά του άξιζε αυτό δεν ένιωθε άντρας αν παρέμενε στον τόπο του, μπορεί και να τον εκτελούσαν.
Τραυματισμένος όπως ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι, όταν μπήκε ο γέροντας μέσα να του βάλει το βάλσαμο στην πληγή, είχε ήδη γράψει και το είχε κλείσει με το βουλοκέρι.
«Μεγαλειότατε γιατί σηκωθήκατε;»
«Γέροντα, μην την αφήσεις να μπει ακόμα στο δωμάτιο. Πες της μια δικαιολογία»
«Μα γιατί τι συμβαίνει;»
«Φεύγω γέροντα. Φεύγω από αυτόν τον τόπο. Δεν είμαι άξιος να σταθώ ξανά στο πλάι της μετά από αυτό που έκανα. Δεν μπορώ να την ξανά κοιτάξω στα μάτια.»
«Είσαι σίγουρος Μάξιμε;»
«Απόλυτα. Φέρε το ξόρκι, θα με εξορίσεις στον κόσμο των ανθρώπων.»
«Μα είναι δύσκολος ο κόσμος τον ανθρώπων δεν θα τα καταφέρεις.»
«Το ξέρω, αλλά εκεί δεν θα μπορέσει ποτέ να με βρει. Βλέπεις κανείς δεν θα μπορέσει να γυρίσει στον κόσμο των ανθρώπων παρά μόνο αν εξοριστεί. Θέλω μόνο να την προσέχεις. Αυτό είναι η τελευταία μου διαταγή από μένα σε σένα.»
«Όπως επιθυμείς Μάξιμε.»
Και αυτό ήταν έμεινε εκεί στον κόσμο των ανθρώπων να παλέψει για την ζωή του για την επιβίωση του. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα όλα. Μέρα με την μέρα χρόνο με τον χρόνο τα κατάφερε. Βρήκε δουλεία σε ένα μαγαζί με αντίκες και ένα διαμέρισμα σε μια πολυκατοικία κοντά στην δουλειά του μικρό αλλά βολικό για ένα άτομο. Δεν ήθελε άλλες πολυτέλειες δεν ήθελε τίποτα. Ούτε άνετα κρεβάτια ούτε λούσα. Αυτή ήταν η τιμωρία του, αυτή θα ήταν από δω και πέρα η ζωή του μέχρι να πεθάνει.
Ήταν δύσκολη η μέρα του σήμερα στην δουλειά, για κάποιο λόγο ένιωθε αμήχανα ένιωθε νευρικότητα, ένιωθε ότι κάποιος τον παρακολουθεί, περίμενε πως και πως να τελειώσει την βάρδια του και να γυρίσει στο σπίτι του. Κάθε πρωί, που σηκωνόταν για να πάει στην δουλειά έβλεπε στις κολόνες του ρεύματος το πρόσωπο της. ΑΓΝΩΗΤΕ η τότε Έλεν εδώ και πολλά χρόνια. Κανείς δεν την βρήκε. Που να ήξεραν ότι είναι βασίλισσα πλέον στον κόσμο του.
ESTÁS LEYENDO
ΓΑΛΑΖΟΑΙΜΑΤΗ
RomanceΗ Έλεν ήταν ένα συνηθισμένο κορίτσι που μεγάλωσε σε ένα μοναστήρι στην Ρουμανία. Στα 18 της έπρεπε να φύγει για να βγει στον κόσμο των ανθρώπων να δουλέψει. Στα 23 γενέθλια της είναι πλέον στην θέση της ρεσεψιονίστ σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο στο κέν...