Το πρωινό

2.5K 72 0
                                    

Ντύθηκα βιαστικά. Φόρεσα ένα σετάκι κόκκινα εσώρουχα, μία μαύρη στενή φούστα και ένα κοντό άσπρο πουκάμισο. Φόρεσα τις μαύρες μπότες μου και αφού μάζεψα το βρεγμένο μαλλί μου σε κότσο ξεκίνησα το μακιγιάζ. Φόρεσα μάσκαρα και ένα απαλό ροζ κραγιόν. Τόνισα τα ζυγωματικά μου με λίγο μπρόνζερ και ρουζ. Στέγνωσα τα μαλλιά μου όσο ήταν ακόμα μαζεμένα σε κότσο και αφήνοντας τα κάτω σχημάτιζαν προσωρινές απαλές μπούκλες.

Τσέκαρα αν το συνολάκι μου κολάκευε το σώμα μου και αν ταίριαζαν μεταξύ τους οι επιλογές μου. Χαμογέλασα με το αποτέλεσμα και βγήκα από το δωμάτιο με τα κλειδιά στα χέρια. Κλείδωσα το δωμάτιο πίσω μου και κατέβηκα τις σκάλες όσο πιο αθόρυβα μπορούσα. Δεν πέτυχα κάποιον καθηγητή στη διαδρομή μου και με αυτό ένιωσα μεγάλη ανακούφιση.

Έφτασα στην είσοδο ευχαριστημένη με το κατόρθωμα μου να παραμείνω σιωπηλή και μη αντιληπτή. Βγήκα από τη πόρτα και περίμενα στα σκαλιά της εισόδου. Μία κόκκινη Ferrari βρισκόταν κάτω από τα σκαλιά. Η πόρτα άνοιξε και πλησίασα διστακτικά.

"Έλα μπες." ακούστηκε η φωνή του Τζέις. Πλησίασα το αμάξι και έκατσα στην θέση του συνοδηγού.

"Δεν έχει φύλακα εδώ;" τον ρώτησα κοιτάζοντας τριγύρω.

"Τον πλήρωσα όταν κατέβηκα να πάρω το αμάξι. Θα κάνει τα στραβά μάτια για ένα πεντάλεπτο ακριβώς." απάντησε κοιτάζοντας το ρολόι που φορούσε στο αριστερό του χέρι. Rolex ήταν αυτό ή με γελούσαν τα μάτια μου; Πόσα χρήματα κέρδιζε αυτός;

"Που θα με πας λοιπόν;" τον ρώτησα έχοντας ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη.

"Είναι έκπληξη." είπε και μου έκλεισε το μάτι.

"Η μαμά μου έμαθε να μην μπαίνω σε αμάξι με αγνώστους. Τώρα δεν ξέρω και τον προορισμό; Πλήρης ανυπακοή." είπα πονηρά.

"Μπήκες σε αμάξι με άγνωστο, τώρα θα υποστείς ότι έχει να σου δοθεί με αυτό." γέλασε και έβαλε μπρος στο αμάξι. Μπήκαμε στον κεντρικό δρόμο και μέσα σε περίπου μισή ώρα φτάσαμε έξω από μία σύγχρονη μεζονέτα. Η μεταλλική πόρτα του πάρκινγκ άνοιξε αυτόματα. Από μέσα ξεπρόβαλε ο περιποιημένος κήπος και η εκπληκτική είσοδος του σπιτιού. Ένα μονοπάτι από χώμα ανάμεσα στον κήπο οδηγούσε στην κεντρική πόρτα.

"Είναι πανέμορφο." αναφώνησα. Πάρκαρε το αμάξι και βγήκε γρήγορα κάνοντας γρήγορα βήματα για να έρθει στην δική μου πλευρά και να μου ανοίξει την πόρτα του συνοδηγού. Βγήκα έξω χαρίζοντας του ένα ντροπαλό χαμόγελο το οποίο τον έκανε να χαμογελάσει και ο ίδιος. "Μα τι κύριος." είπα γλυκά.

Μαθήματα Ηδονής [Reupload]Where stories live. Discover now