Ήταν έβδομη ώρα της ημέρας, είχαμε μαθηματικά και ο πόνος στο κεφάλι μου δεν με άφηνε να συγκεντρωθώ. Έκανα γκριμάτσες και μορφασμούς που ο καθηγητής φαινόταν να αντιλαμβάνεται αλλά δεν έδωσε καμία σημασία. Με κοιτούσε απαξιωτικά και συνέχιζε το μάθημα του ανενόχλητος. Έψαξα στην τσαντούλα που είχα μαζί μου για παυσίπονα σε οποιαδήποτε μορφή, χάπι ή σιρόπι, αλλά άδικος κόπος.
"Μπορώ να σου δώσω εγώ χάπι, μου έφερε η μητέρα μου χθες." Είπε η Ρεβέκκα που καθόταν δύο θρανία μπροστά από εμένα.
"Μπορώ να το αντέξω." Είπα με όση δύναμη μου απέμενε.
"Μην λες βλακείες, φαίνεσαι χάλια. Άσε με να βοηθήσω." Είχε ήδη βγάλει το χάπι από την τσάντα της και μου το προσέφερε.
"Δεσποινίδες, υπάρχει κάτι που θα θέλατε να μοιραστείτε με εμάς;" άφησε κάτω το βιβλίο και το μαρκαδόρο που κρατούσε και μας κοίταξε με τα χέρια του σταυρωμένα στο στήθος του.
"Όχι κύριε, τίποτα το ενδιαφέρον." Είπε η Ρεβέκκα μαζεύοντας το χέρι της. Εκείνος ένευσε καταφατικά και γύρισε πάλι στο μάθημα του και η Ρεβέκκα δεν γύρισε πάλι προς την πλευρά μου, αλλά έμεινε σιωπηλή για την διάρκεια του υπόλοιπου μαθήματος αφήνοντας με έκπληκτη.
Λίγα λεπτά πριν χτυπήσει το κουδούνι η πόρτα άνοιξε και ο Ίθαν εμφανίστηκε στην τάξη ψάχνοντας εμένα με το βλέμμα του ανάμεσα στους μαθητές.
"Μπορώ να απασχολήσω για λίγο την Ελβίρα;" έβηξε αμήχανα "την δεσποινίς Παπαναστασίου εννοώ." Οι μαθητές στην τάξη αντάλλαξαν καχύποπτα βλέμματα μεταξύ τους, ενώ ο καθηγητής των μαθηματικών, ο κύριος Κόλινς κοίταξε με απορία τον Ίθαν και έπειτα εμένα.
"Φυσικά." Απάντησε απότομα ο κύριος Κόλινς και αμέσως σηκώθηκα από το θρανίο μου προσποιούμενη ότι δεν ζαλιζόμουν ούτε ότι πονούσα.
"Ευχαριστώ Τζον." Απάντησε ο Ίθαν καθώς έβγαινε από την τάξη και εγώ ακολουθούσα από πίσω του νιώθοντας το βλέμμα της υπόλοιπης τάξης πάνω μου και ακόμα περισσότερο του κύριου Κόλλινς.
"Τι έγινε;" τον ρώτησα.
"Πρώτον, ήρθε η μητέρα σου να σε δει, την ειδοποίησαν από το νοσοκομείο ότι χτύπησες. Και δεύτερον θέλω να σε δω μετά. Όταν τελειώσει το θέμα με την μητέρα σου έλα στο γραφείο μου. Έγινα κατανοητός;" το βλέμμα του ήταν σοβαρό, απόμακρο και θα έλεγα νευριασμένο.
Ξερόβηξα για να κρύψω την αμηχανία μου, αν και πιστεύω πως κατάφερα ακριβώς το αντίθετο. "Απολύτως." Του απάντησα και τον άφησα να με συνοδέψει μέχρι την είσοδο όπου εκεί βρισκόταν η μητέρα μου.
Απορούσα πως αποφάσισε να έρθει να με δει. Με το ζόρι μου μιλούσε όταν βρισκόμουν στο σπίτι και δεν την απασχολούσε ιδιαίτερα η ζωή μου, ήταν αρκετά απασχολημένη με τα λεφτά της και το ψώνιο τον γκόμενο της.
"Σας αφήνω." Είπε γλυκά ο Ίθαν και αφού μου έριξε ένα ανησυχητικό βλέμμα περιμένοντας την καταφατική απάντηση μου, την οποία του έδωσα, αποχώρησε.
"Πολύ γοητευτικός, απορώ πως δεν του την πέφτουν όλες οι μαθήτριες εδώ μέσα." Ωραία πρώτη κουβέντα για μάνα. Σκέφτηκα από μέσα μου και έσφιξα τις γροθιές μου.
"Αυτό σκέφτομαι και εγώ ακριβώς." Είπα προσποιούμενη την αδιάφορη. Που να της έλεγα ότι πηδιόμουν με εκείνον εδώ και μήνες. Αν και δεν θα είχε και καμία εκπληκτική αντίδραση. Τον χάζευε καθώς έφευγε και αδιαφορούσε για εμένα που την κοίταζα απολύτως επικριτικά. "Στην θέση σου δεν θα έφευγα από κοντά του, μήπως και μου έρθει η καλή ευκαιρία. Ειδικά τώρα που είμαι και ελεύθερη δεν θα έχανα ούτε μία ευκαιρία για αυτό το παλικάρι. Μα καλά έχεις δει τι τριγυρίζει εδώ γύρω; έξω συνάντησα έναν νεαρό, και αυτός κούκλος. Αν θυμάμαι καλά τον έλεγαν Τζέις, κατάφερα να πάρω και το τηλέφωνο του." Μου χαμογέλασε πονηρά και με έκανε έξαλλη. Γιατί η μάνα μου ξαφνικά κυνηγούσε όσους άντρες είχα τριγύρω μου;
"Για να μου μιλήσεις για γκόμενους ήρθες;" την ρώτησα μέσα από τα δόντια μου. Ήμουν εξοργισμένη και κατέβαλα μεγάλη προσπάθεια για να μην της φωνάξω.
"Όχι γλυκιά μου. Εσένα ήρθα να δω." Μου είπε και χάιδεψε το μάγουλο μου.
"Δεν φαίνεται." Της είπα απότομα.
"Πάμε να κάτσουμε." Μου είπε στοργικά και έβαλε το χέρι της στην μέση μου. "Έμαθα πως χτύπησες χθες. Το πως δεν έμαθα και ανυπομονώ να μάθω πως σου συνέβη αυτό."
"Πολύ κουτσομπόλα έγινες. Δεν θα σου κάνει καλό αυτό." Απάντησα αποφεύγοντας την απάντηση. "Είπες ότι είσαι ελεύθερη, τι έγινε, σε άφησε ο λεγάμενος;" την ρώτησα.
"Νομίζω γίνεσαι αδιάκριτη." είπε "Όπως και να έχει, εκείνος χάνει."
Σηκώθηκε και έστρωσε τη φούστα της. "Τι θα έλεγες να βγούμε για φαγητό μιας και τελείωσαν τα μαθήματα σου;"
Σήκωσα το φρύδι και την κοίταξα με απορία. "Έχουμε να βγούμε για φαγητό από τότε που είχε έρθει ο μπαμπάς." Της είπα. "Όπως και να έχει. Δεν είμαι καλά σήμερα, όπως βλέπεις ούτε να βαφτώ δεν μπόρεσα."
"Είσαι σίγουρη; Μπορούμε να πάμε και για ψώνια." Την έπιασε κρίση καλοσύνης και έπρεπε να την πληρώσω εγώ τώρα. Χαμογέλασε όσο πιο γλυκά μπορούσε, αλλά όταν είδε ότι το βλέμμα μου δεν άλλαζε σοβάρεψε. "Μάλιστα. Όπως και να έχει, ο πατέρας σου έκλεισε εισιτήρια για να έρθει το καλοκαίρι. Ήθελε να σε ενημερώσω για αυτό." Έβγαλε ένα σακουλάκι από την τσάντα της και μου το έδωσε. "Σου έστειλε αυτό. Δεν άνοιξα να δω τι είναι."
"Καλώς." Της απάντησα και το πήρα από τα χέρια της.
"Τέλος πάντων, δεν θέλω να σε απάσχολώ άλλο. Θα περάσω κάποια άλλη στιγμή να σου φέρω τα ψώνια που θα κάνω σήμερα και για να πάμε για αυτό το φαγητό. Φιλάκια γλυκιά μου." Με φίλησε στο κούτελο και αποχώρησε με γρήγορο βήμα, βγαίνοντας από την πόρτα χωρίς να γυρίσει να με κοιτάξει ούτε μία φορά.
Άνοιξα την σακούλα που μου είχε δώσει και από μέσα έβγαλα ένα γράμμα και μία κουτάκι ρολογιού Rolex. Αχ μπαμπά με τις ιδέες σου. Χαμογέλασα στην ιδέα του πατέρα μου να ψωνίζει. Πάντα έπληττε στα μαγαζιά αλλά πήγαινε μαζί μου κάθε φορά που ερχόταν, μόνο και μόνο επειδή ήξερε πόσο το απολάμβανα εγώ. Άνοιξα το σκούρο μπλε κουτάκι και έβγαλα το ρολόι που βρισκόταν περιποιημένα τοποθετημένο μέσα σε αυτό. Ήταν σε χρώμα ροζ-χρυσό και το μέγεθος του ταίριαζε ακριβως στον καρπό μου. Στο κάτω μέρος του ήταν σκαλισμένο το όνομα μου με καλλιγραφικά γράμματα. Το φόρεσα χωρίς δεύτερη σκέψη χαμογελώντας για την επιλογή του πατέρα μου και άνοιξα το γράμμα.
"Αγαπητή μου Βασίλισσα,
Ελπίζω η φετινή σου σχολική χρονιά να κυλάει όμορφα. Ξέρω ότι δεν είμαι δίπλα σου να σε βοηθήσω, αλλά η δουλειά εδώ είναι αποπνικτική. Φρόντισε να ευχαριστηθείς την χρονιά σου και μην αφήνεις αφελή αγοράκια να σου γκρεμίσουν το μεγαλείο για το οποίο είσαι φτιαγμένη. Το ρολόι στο στέλνω για να σου θυμίζει πόσο ξεχωριστεί και δυνατή είσαι. Έχει πάνω σκαλισμένο το όνομα σου όπως θα πρόσεξες και τα μοβ πετράδια που το στολίζουν. Είναι αμέθυστους, το αγαπημένο σου. Μου λείπεις Βασίλισσα.
Σε αγαπάω με όλη μου την καρδιά,
Ο μπαμπάς."
Χαμογέλασα κλείνοντας το χαρτί, βάζοντας στο στο φάκελο και έπειτα βάζοντας τον ίδιο τον φάκελο μέσα στην σακούλα. Ανυπομονούσα να δω τον πατέρα μου, αλλά το καλοκαίρι αργούσε ακόμα, έτσι αποφάσισε να αφήσω αυτές τις σκέψεις από το μυαλό μου και να πάω στο γραφείο του Ίθαν.
Έχοντας νευριάσει με την μητέρα μου ξεχάστηκα τελείως για τα προηγούμενα απότομα λόγια του.
Έφτασα έξω από το γραφείο του, η πόρτα ήταν ανοιχτή έτσι μπήκα χωρίς να χτυπήσω.
"Άργησες." Μου είπε κατευθυνόμενος προς τα εμένα. Έκλεισε εκείνος την πόρτα και γύρισε προς το μέρος μου.
"Είπες όταν τελειώσω με την μητέρα μου, όχι σε πόση ώρα να τελειώσω."
"Αντιρρήσεις;" με κοίταξε με μισάνοιχτα μάτια και με έσπρωξε προς τον τοίχο.
"Μπορείς να μου πεις τι έπαθες;" τον ρώτησα με γουρλωμένα μάτια. Δεν μπορούσα άλλα σπρωξίματα. Το κεφάλι μου δεν ήταν όντως καλά.
Έβαλε το ένα του χέρι στον λαιμό μου σαν να με έπνιγε και το άλλο έτριβε το μπούτι μου. Έφερε τα χείλη του στο στήθος μου αφήνοντας υγρά φιλιά σε όλο μου το στέρνο.
Το χέρι του που βρισκόταν στον γοφό του κατευθύνθηκε στην κλειτορίδα μου, κάνοντας κυκλικές κινήσεις. Έβαλε το μεσαίο του δάχτυλο μέσα στον κόλπο μου και χωρίς να περιμένει την ανταπόκριση μου άρχισε να το κουνάει βίαια μέσα μου.
Τα χείλη του τώρα βρίσκονταν στον λαιμό μου. Με δάγκωνε και με φιλούσε παθιασμένα ενώ συνέχιζε να τον πιέζει με το χέρι του. Βογκούσα από ανακούφιση αλλά και από πόνο, περισσότερο από πόνο.
Παίρνοντας το χέρι του από την περιοχή μου, έλυσε την ζώνη του και άνοιξε το παντελόνι του.
"Σε θέλω, Ελβίρα. Όσο δεν ήθελα ποτέ άλλη γυναίκα. Θέλω να σε πηδάω συνέχεια, να σε έχω συνέχεια. Ήθελα να σε πάρω εκεί, μέσα στην τάξη, που δάγκωνες τα χείλη σου, που χάιδευες τον λαιμό σου επειδή δεν μπορούσες να προσέξεις. Ήθελα να σε πηδήξω μπροστά σε όλη την τάξη για να μην σε κοιτάει κανένα άλλο αγόρι, ούτε ο αναθεματισμένος ο Κόλινς. Είσαι δική μου, μόνη δική μου." Είπε κατεβάζοντας το παντελόνι του. "Νομίζω ήρθε η ώρα για άλλο ένα μάθημα μωρό μου."
YOU ARE READING
Μαθήματα Ηδονής [Reupload]
Teen FictionΗ Ελβίρα Παπαναστασίου έχει αποφασίσει να ζήσει τη τελευταία της χρονιά -στο Εσώκλειστο Λύκειο Γουέρτ- στο έπακρο θέλοντας να κατακτήσει τον μόνο άντρα που απαγορεύεται να πλησιάσει ερωτικά. Τον καινούργιο διευθυντή του σχολείου. Θα τα καταφέρει χωρ...