Κεφάλαιο 23

3K 329 24
                                    

Δεν ξέρω για πόση ώρα έκλαιγα. Το φούτερ του αδερφού μου είχε γίνει μούσκεμα και τα μάτια μου έτσουζαν τρομερά. Όταν σταμάτησα ο Γίαννης με άφησε από την αγκαλιά του και με κοίταξε στα μάτια.
-Καλύτερα; Με ρώτησε και κούνησα καταφατικά το κεφάλι.
Θες να μου πεις τι έγινε; Συνέχισε.
-Ναι. Του είπα δειλά και έπιασα την ιστορία πάλι από την αρχή. Του είχα μιλήσει για τον Θέμη κάποια στιγμή αλλά δεν ήμουν ιδιαίτερα αναλυτική.

Όση ώρα μιλούσα με άκουγε με προσοχή. Με κρατούσε σφυχτά από το χέρι και με κοίταζε με κείνα τα γκριζο-πράσσινα μάτια που είναι λες και διαβάζουν την ψυχή σου. Δεν μπορώ να καταλάβω πως το κάνει, αλλά μόλις σε κοιτάξει νιώθεις την ανάγκη να του μιλήσεις.
Μετά από ώρα είχα επιτέλους τελειώσει. Ένιωθα λες και είχε φύγει ένα βάρος από πάνω μου.
-Πάω να παραγγείλω πίτσα. Μαζέψε το πρώην κινητό σου προσεκτικά. Μην κοπείς! Σκούπησε το πρόσωπό σου και έλα στο σαλόνι. Θα δούμε ταινία. Μου είπε γλυκά και με φίλησε στο μάγουλο.

Μάζεψα τα κομματάκι του κινητού μου από το πάτωμα. Δυστιχώς κατάφερα και έκανα μια τεράστια γρατζουνιά στο δεξί μου χέρι. Δεν ένιωσα πόνο. Τα συναισθήματά μου είχαν παραλύσει. Κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέπτη. Τα μάτια μου ήταν κατακόκκινα, η μύτη μου είχε γίνει ροζ και είχα χλωμιάσει τρομερά.
-Ευτυχώς που η μαμά θα μείνει στην γιαγιά σήμερα αλλιώς θα είχε πάθει εγκεφαλικό με τα χάλια σου. Έλα μέσα. Πετάχτηκε ο αδερφός μου και με πείρε από το χέρι.

Είδαμε την αγαπημένη μας ταινία. Το Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας. Πάντα την βλέπουμε μαζί. Από τότε που είμασταν μικρά. Καθ' όλη την διάρκεια της ταινίας με κρατούσε στην αγκαλιά του και δεν με άφηνε να φύγω.
-Λοιπόν! Να φέρω την μονόπολη; Με ρώτησε ο Γιάννης όταν τελείωσε.
-Δεν χρειάζεται. Σε ευχαριστώ για όλα όσα έχεις κάνεις.
-Μην λες βλακείες κεφτεδάκι. Πάντα θα είμαι εδώ για σένα. Μου είπε χαϊδεύοντας απαλά το πρόσωπό μου.
Πόσο τυχερή είμαι που έχω έναν τέτοιο αδερφό.
-Σ' αγαπώ πολύ αδερφούλη.
-Και γω κεφτεδάκι. Μου είπε και με αγκάλιασε.
Ααα! Ξέχασα να σου πω. Πείρε η Βιβή τηλέφωνο. Ανησύχησε που είχες το τηλέφωνό σου κλειστό. Της είπα οτι χάλασε και οτι κοιμάσαι. Φαντάζομαι δεν θα άντεχες να της μιλήσεις. Συνέχισε και με φίλησε στο μέτωπο.
-Ναι. Καλά έκανες. Να δω πως θα την αντιμετωπίσω αύριο στο σχολείο. Μπορώ να μην πάω; Τον παρακάλεσα αλλά αμέσως με βάρεσε ελαφρά στο κεφάλι.
-Έλα δεν θέλω βλακείες! Μην κάνεις σαν μωρό. Είσαι τρίτη λυκείου. Πανελλήνιες δίνεις! Μου είπε και πήγε να πετάξει τα άδεια κουτιά της πίτσας.
-Καλά. Πάω για ύπνο. Καληνύχτα Γιάννη.
-Καληνύχτα Αλίκη.

ΟΧΙ ΠΙΑ ΣΠΑΣΙΚΛΑΣOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz