Ορέστης εναντίον Μιχάλη

37 3 2
                                    

~Ήρθε λοιπόν η μέρα που χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν εκείνος:~

- Ηλέκτρα; Πήρα να δω τι κάνεις. Λοιπόν ; Τι κάνεις ;
- Καλά είμαι. Εσύ ;

~ Η Κατερίνα μου έκανε νόημα να καλύψω το ακουστικό:~

- Πες του να έρθει εδώ να του κάνουμε το τραπέζι.

~Ψιθύρισε εκείνη. Κούνησα το κεφάλι μου κάνοντας της την κίνηση πως αποκλείεται. Τότε πήρε το ακούστηκε στα χέρια της:~

- Ναι γεια σου Μιχάλη, η Κατερίνα είμαι. Τι θα έλεγες να έρθεις αύριο το βραδάκι να φάμε όλοι μαζί; Εντάξει θα σε περιμένουμε γεια σου.
- Τι έκανες ; Πότε θα προλάβουμε να ετοιμάσουμε τα φαγητά ;
- Μην αγχώνεσαι άστα όλα πάνω μου. Εσύ κοίτα να γίνεις μια κούκλα.

~Ήρθε λοιπόν το επόμενο βράδυ. Στις οχτώ ακούστηκε το κουδούνι.~

- Ήρθε. Παναγία μου. Να του πούμε να φύγει, να του πούμε ότι αρρώστησα,ότι με πάτησε νταλίκα.
- Ηρέμησε. Είσαι μια κούκλα. Θα φάτε θα περάσετε καλά και αυτό είναι όλο.
- Το εννοείς θα φάμε ; Δεν θα είσαι εδώ ; Θα με αφήσεις μόνη μου ;
- Θα βγω με ένα παιδί. Θα πάμε σε ένα κλάμπ. Τον γνώρισα χθες στο γραφείο, ήρθε για μια υπόθεση του.

~ Ο Μιχάλης ανέβηκε με το ασανσέρ. Άνοιξα την πόρτα, ήταν κούκλος. Φόραγε ένα μαύρο κοστούμι και στα χέρια του κρατούσε ένα βιβλίο.~

- Είπα να φέρω βιβλίο αντί για λουλούδια.
- Πέρασε. Εγώ θα σας αφήσω να φάτε. Έχω κανονίσει. Να περάσετε καλά και φρόνημα.

~Η Κατερίνα μου έκλεισε το μάτι και έφυγε. Μείναμε μόνοι μας.~

- Κάτσε.
- Εσείς τα μαγειρέψετε όλα αυτά ;
- Ναι. Δηλαδή η Κατερίνα,γιατί εγώ δεν ξέρω τίποτα από μαγειρική.

~Φάγαμε, ήπιαμε. Περάσαμε πολύ ωραία. Ήρθε η ώρα να φύγει. Στάθηκε στην πόρτα με κοίταξε, με φίλησε. Τα υπόλοιπα δεν τα θυμάμαι. Ξύπνησα το άλλο πρωί και βρήκα δίπλα μου το βιβλίο και ένα σημείωμα που έλεγε:
" Πέρασα υπέροχα χθές. Σ' ευχαριστώ για όλα. Έπρεπε να φύγω. Θα τα ξαναπούμε". Βγήκα από το δωμάτιο μου, η Κατερίνα κάθονταν στο σαλόνι:~

- Τι έγινε ; Πως πήγε ; Αν κρίνω από το βλέμμα σου υπέροχα.

~Της διηγήθηκα όσα θυμόμουν. Έπειτα χτύπησε το τηλέφωνο:~

- Άντε. Σήκωσε το αυτός θα είναι.

~Δεν ήταν εκείνος όμως.~

- Τι θες ; Πως με βρήκες; Μην τολμήσεις να ξαναπάρεις τηλέφωνο.
- Ποιος ήταν ;
- Ο Ορέστης.
- Τι ήθελε πάλι αυτός ; Που σε βρήκε ;

~ Ήμουν πολύ ταραγμένη. Πήγα να ξαπλώσω. Μερικές φορές σκεφτόμουν πως θα ήταν τα πράγματα αν ο Ορέστης είχε μείνει μαζί μου... Την επόμενη μέρα μίλησα με τον Μιχάλη. Βγήκαμε. Πήγαμε στην καφετέρια που είχαμε βγει για πρώτη φορά. Εκεί συναντήσαμε τον Ορέστη με μια κοπέλα.~

- Ηλέκτρα ; Τι κάνεις ;
- Ορέστη... Καλά.
- Δεν θα μας συστήσεις με τον κύριο;
- Μιχάλης. Ο αρραβωνιαστικός της.
- Αρραβωνιάστηκες; Πότε ;
- Αυτό θα ρώταγα κι εγώ.

~Είπα σιγά στο αυτί του Μιχάλη.~

- Θέλετε να κάτσετε μαζί μας ;

~Ρώτησε ο Ορέστης. Ερώτηση παγίδα.~

- Ας κάτσουμε.

~ Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά. Ο Μιχάλης και ο Ορέστης έριχναν δολοφονικές ματιές. Φύγαμε γύρω στις 8 το βράδυ, ο Ορέστης και η κοπέλα του έφυγαν πιο νωρίς. Ο Ορέστης μας περίμενε στο πάρκινγκ μόνος του:~

- Λοιπόν, να που σας βρίσκω ξανά.
- Ορέστη σε παρακαλώ. Μην κάνεις φασαρία.
- Καμία φασαρία. Απλά θα μιλήσουμε ήρεμα.

~ Ηταν μεθυσμένος. Έβγαλε ένα μαχαίρι και μας κοίταζε οργισμένος...~

Γειααααα!!! Θα σας ήμουν ευγνώμων αν αφήνατε ένα σχόλιο και ένα αστεράκι. ♥️😘

ΗλέκτραWhere stories live. Discover now