Κεφάλαιο 1°

2.1K 237 43
                                    


"Αναμνήσεις, στάχτη και αναγέννηση..."

Το κολπακι που ερχομασταν και κάναμε βουτιές είναι ακόμα το ίδιο. Η αμμουδιά απαλή, σαν χάδι . Οι πετρουλες ψιλες και τα κοχύλια διάσπαρτα παντού. Σαν η φύση να τα άφησε στη θάλασσα κι εκείνη τα οδήγησε όλα σε αυτή την ακρογιαλιά. Πόσο ειρωνικό, φαντάζει το γεγονός πως ένας τόπος δεν άλλαξε καθόλου σε σχέση με τους ανθρώπους του;

Γιατί οι άνθρωποι πρέπει να αλλάζουν;
Γιατί ξεχνούν ;
Χρόνια τώρα ρωτάω τον εαυτό μου, αλλά κάθε φορά η απάντηση είναι η ίδια... Αλλάζουν γιατί φοβούνται. Αλλάζουν ψάχνοντας να βρούνε εκείνη τη τελειότητα. Να κάνουν τόσο τα όνειρα τους πραγματικότητά όσο και τα όνειρα που κάποιοι άλλοι τους επέβαλαν. Κι αυτοί οι άλλο, είναι εκείνοι που τσακίζουν τα θέλω μας σαν ένα κομμάτι χαρτί γιατι πολύ απλά...έτσι πρέπει...

Δεν είχα σκοπό να επιστρέψω ποτέ σε αυτό το μέρος μα να που τα βήματα με έφεραν εδώ. Να που η ζωή μου πέταξε στα μούτρα το παρελθόν αναγκάζοντας με, να ξαναζήσω όσα με πόνεσαν και να αντικρύσω όσα πόνεσα με τη σειρά μου.
Λέξεις κενές...
Συναισθήματα άβουλα...
Καρδιές παγωμένες και βυθισμένες στο μίσος...
Αναρωτιέμαι αν κάτι από όλα όσα έγιναν είχε πράγματι σημασία ή αν έγινε μόνο για να αποδείξει πως στη τελική, φιλία δεν υπάρχει... Τουλάχιστον όχι, για εμάς...

Θέλω να ξαπλώσω...
Θέλω να ανοίξω τις παλάμες μου και να νιώσω μέσα τα χέρια τους αλλά εκείνα δεν είναι πουθενά...
Χρόνια έπαψαν να είναι...
Υποσχέσεις που χάθηκαν σαν φύλλο που το παίρνει ο αέρας το χειμώνα ...
Λόγια που δεν είχαν καμία υπόσταση και που ο χρόνος έσβησε σαν να ήταν ειπωμενα από διάφανη μελάνη.
Τι να κρατήσεις...
Μόνο τις αναμνήσεις...

Ένα βαρκακι πλέει μονάχο του παραπέρα. Δεμένο με ένα παλιό καραβοσκοινο στην άκρη του μολου. Τα σανίδια είναι έτοιμα να τσακιστουν και δεν χρειάζεται καν να πλησιάσω για να δω... Τούτος ο τόπος ερήμωσε.. έγινε ένα νεκροταφείο συναισθημάτων και δυστυχώς, δεν υπάρχει ούτε μνήμα για να πάω να τους ανάψω ένα κερί. Πέθαναν όλα, και απλά χάθηκαν σαν σκόνη.
Υπήρχε η φιλία... Μα κάηκε.
Έπειτα ήρθε η αγάπη, αλλά κουράστηκε μάλλον να αγαπά...
Την ακολούθησε η συνήθεια υποθέτω και τη κατέστρεψε.
Μα πως διάολο καταστρέφεις μια αγάπη;
Πως διάολο επιβάλεις τη καταστροφή της;
Το μίσος και η απέχθεια έφτασαν για να αποτελειώσουν όσα μικρά κομμάτια από εκείνο το παράδεισο τόλμησαν να μείνουν...

Δύο μικροί αγγέλοι.. (Υπό Επιμέλεια)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora