Τα κατάλαβε όλα

201 27 0
                                    


«Δεν περίμενα να σε ξαναδώ»
Της αποκαλύπτω, χωρίς να το πολύ επεξεργαστώ. Ίσως φταίει και η έλλειψη ύπνου που δεν με βοηθάει να σκεφτώ καλύτερα τα λόγια μου.
«Πίστεψε με, ούτε κι εγώ περίμενα ότι θα καταλήξω πάλι εδώ»
Λέει, κάνοντας μερικά βήματα για να μπει μέσα στο μαγαζί. Αισθάνομαι τόσο ευλογημένος που είμαστε μόνο οι δυο μας.
«Να όμως που ήρθες»
Μουρμουρίζω, μη μπορώντας να εμποδίσω τον εαυτό μου από το να χαμογελάσω. Εκείνη μένει ανέκφραστη, λακωνική, με τα μάτια της να έχουν γίνει δύο ψυχροί πάγοι.
«Αποφάσισα να κρατήσω την υπόθεση της μετεγκατάστασης. Απλά ήθελα να μιλήσω και μαζί σου, για να θέσω κάποιους σημαντικούς όρους ανάμεσα μας»
Το πρώτο κύμα χαράς έρχεται και εξαφανίζεται μέσα σε δευτερόλεπτα.
«Όρους; μέτρα ασφαλείας θέλεις να πεις»
Το θέτω πιο ξεκάθαρα. Εκείνη δείχνει να δυσανασχετεί.
«Το πρώτο και βασικό που σου ζητάω, είναι να κρατήσεις μια απόσταση ανάμεσα μας»
Να πω ότι δεν το περίμενα, θα ήταν ψέμα. Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Άλλωστε εγώ της το είχα προτείνει πρώτος.
«Δεκτό»
«Δεν τελείωσα!»
Με ενημερώνει κοφτά, σηκώνοντας παράλληλα το χέρι της. Την παρακολουθώ με όλη μου την προσοχή.
«Εννοείται ότι δεν θέλω κανείς να μάθει για τα όσα προηγήθηκαν ανάμεσα μας»
«Δεν συνηθίζω να διατυμπανίζω την προσωπική μου ζωή»
Δεν άντεξα να μην το σχολιάσω. Με αγριοκοιτάζει.
«Έχω έναν σκοπό που βρίσκομαι εδώ, και δεν θα αφήσω κανέναν να μου σταθεί εμπόδιο»
Ένα κομμάτι μέσα μου θαυμάζει αυτή της την αποφασιστικότητα.
«Το καταλαβαίνω»
«Ελπίζω να το καταλάβεις Στράτο. Βρίσκομαι εδώ για κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Προσπαθώ να βοηθήσω αυτό το χωριό, αλλά χρειάζομαι και αντίστοιχα την βοήθεια των κατοίκων»
Τώρα έχει το ύφος της βουλευτίνας, και ομολογώ ότι με εκνευρίζει όταν το χρησιμοποιεί σε μένα.
«Δεκτά όλα αυτά και σεβαστά»
Άλλωστε εγώ ήμουν αυτός που της ορκίστηκε ότι δεν πρόκειται να την ξανά πλησιάσει, αν επέστρεφε. Τώρα απλά πρέπει να κρατήσω τον όρκο μου.
«Ωραία, χαίρομαι που συνεννοηθήκαμε τόσο εύκολα»
Λέει, με την λακωνική της έκφραση να κυριαρχεί ξανά.
«Ωραία»
Επαναλαμβάνω, χαρίζοντας της ένα ψεύτικο χαμόγελο, που δεν φτάνει ποτέ στα μάτια μου. Τα επόμενα λεπτά περνούν αμήχανα, με εκείνην να κρατάει χαμηλά το κεφάλι, και με μένα να την χαζεύω ξανά. Θέλω τόσο πολύ να θυμώσω μαζί της, μήπως και καταφέρω να αποβάλλω την σκέψη της από το κεφάλι μου. Μα όσο κι αν επιμένω, δεν μπορώ να το κάνω, δεν βρίσκω τον τρόπο βασικά για να το κάνω.
«Τι σκοπεύεις να κάνεις; σχετικά με το χωριό εννοώ»
Την ρωτάω τελικά. Τα μάτια της υψώνονται ξανά στα δικά μου.
«Προς το παρόν, ακολουθώ το πλάνο του Απέργη»
Μου ανακοινώνει, αφήνοντας με με το στόμα ανοιχτό.
«Τι εννοείς; θα συμφωνήσεις για την μετεγκατάσταση;»
Την ρωτάω, χωρίς να κρύβω το σοκ μου. Η έκφραση της παραμένει εξοργιστικά ήρεμη.
«Αυτό ήταν το βασικό σχέδιο από την αρχή»
Μου εξηγεί, λες και μιλάει απλά για ένα κουτί καραμέλες, και όχι για την ζωή ενός χωριού.
«Δηλαδή υποστηρίζεις τον πρόεδρο»
Συμπεραίνω. Μια ρυτίδα απορίας εμφανίζεται στο μέτωπο της.
«Απλώς βρίσκω την αρχική μου πορεία»
«Νόμιζα ότι ήρθες εδώ με καλούς σκοπούς»
Πετάω αυτόματα, ισιώνοντας παράλληλα την πλάτη μου.
«Επειδή ακολουθώ το σχέδιο του προέδρου, δεν σημαίνει ότι δεν είμαι καλή»
Μπορώ να διακρίνω μια νότα θυμού στον τόνο της φωνής της.
«Εγώ πίστευα ότι η Ισμήνη Παπακωνσταντίνου είναι κάτι καλύτερο από τον πρόεδρο του χωριού μας, μια ελπίδα για τον τόπο»
Δεν μπορώ να κρύψω την ένταση μου. Οι νέες της αποφάσεις με βρίσκουν εντελώς αντίθετο, και εντελώς σοκαρισμένο. Μου αρέσει που πίστευα ότι αν γύριζε θα ήταν για καλό.
«Δεν σου επιτρέπω να με προσβάλεις»
Επιτέλους αρχίζει και σπάει αυτή η καταραμένη παγωμένη της μάσκα. Κάνω γρήγορα τον κύκλο του μπαρ για να βρεθώ μπροστά της.
«Άλλαξες γνώμη από την μια στιγμή στην άλλη. Σε είχα για οραματίστρια, αλλά εσύ αποδείχτηκες χειρότερη και από τον Απέργη»
«Στράτο, μην το φτάνεις στα άκρα»
Με προειδοποιεί, κάνοντας ταυτόχρονα ένα βήμα κοντά μου.
«Θα μου απαγορεύσεις και την ελευθερία λόγου τώρα;»
«Σου απαγορεύω να με προσβάλεις, έχει διαφορά!»
Μου τονίζει, κουνώντας το χέρι της. Ο γαλανός ουρανός τώρα πια έχει γυρίσει σε σκοτεινή καταιγίδα, έτοιμη να με κατασπαράξει. Για ένα λεπτό σκέφτομαι πως ίσως κι εγώ το παράκανα με τις λέξεις. Αφήνω μια ανάσα.
«Ήρθα εδώ για να θέσω κάποιους σημαντικούς όρους ανάμεσα μας, κι όχι να συζητήσω για τα πολιτικά μου σχέδια μαζί σου!»
Την κοιτάζω έντονα, σκεπτόμενος πως τώρα πια, θα πρέπει να συνηθίσω αυτή της την στάση απέναντι μου. Πριν καν προλάβω να επεξεργαστώ τα επόμενα λόγια μου, εκείνη έχει φύγει. Χαμηλώνω το βλέμμα μου στο πάτωμα, νιώθοντας ένα τσουνάμι από συναισθήματα που με πνίγει. Η καρδιά με διατάζει να τρέξω από πίσω της, να την προλάβω πριν μου το σκάσει. Τα πόδια μου όμως δεν κινούνται ούτε μισό χιλιοστό. Κρύβω το πρόσωπο μέσα στις παλάμες μου. Ακόμα δεν συναντηθήκαμε και αρχίσαμε πάλι τους καβγάδες. Δεν μου αρέσει να είμαι έτσι μαζί της, νιώθω πως δεν μας ταιριάζει. Ξαφνικά, ακούω βήματα να με πλησιάζουν. Σηκώνω το κεφάλι, με την ελπίδα πως γύρισε.
«Στράτο...»
Το πρώτο σοκ με χτυπάει σαν ρεύμα μεγατόνων, μόλις βλέπω την μάνα μου να στέκεται στο κατώφλι.
«Τι γυρεύει η βουλευτίνα εδώ τέτοια ώρα;»
Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ, είναι ότι η μάνα μου τα έχει καταλάβει όλα.

Γη & ουρανόςWo Geschichten leben. Entdecke jetzt