Στράτος POV
Το ίδιο βράδυ, βρίσκομαι χωμένος στο μαγαζί, να παίρνω και να δίνω παραγγελίες. Ο πατέρας μου δείχνει πιο άνετος πλέον απέναντι μου, μα η μάνα μου έχει αποκτήσει μια λακωνική στάση. Δεν περίμενα ότι αυτή η αποκάλυψη θα την κάνει να θυμώσει τόσο πολύ μαζί μου. Μεταφέρω τον δίσκο με την επομένη μου παραγγελία έξω, στο τραπέζι του κυρ Στέλιου.
«Ορίστε»
Λέω ξερά, αφήνοντας τα όλα προσεκτικά στο τραπέζι. Αν και δεν έχω όρεξη για δουλειά, ομολογώ ότι με βοηθάει να ξεχάσω τα σημερινά γεγονότα.
«Να σαι καλά βρε Στράτο»
Με επιβραβεύει ο κυρ Στέλιος. Με ένα στραβό χαμόγελο, φεύγω και πάλι μέσα στο μαγαζί.
«Χαίρεται»
Ακούω ξαφνικά την φωνή του Νίκου από πίσω μου. Γυρίζω από την άλλη.
«Γειά σου Νίκο»
Τον χαιρετούν οι υπόλοιποι θαμώνες του μαγαζιού.
«Φιλαράκι, πάνε φέρε μια μπύρα»
Πάντα έτσι με αποκαλεί. Ομολογώ ότι μου φτιάχνει κάπως την διάθεση η παρουσία του.
«Κανένα συνοδευτικό;»
«Όχι, μόνο το μπουκάλι»
Απαντάει, ενώ παίρνει θέση στο συνηθισμένο του τραπέζι, σε αυτό που βρίσκεται ακριβώς δίπλα από την είσοδο. Πηγαίνω στην κουζίνα. Μόλις κάνω να ανοίξω το ψυγείο, η μάνα μου εμφανίζεται.
«Τι ψάχνεις;»
Εκπλήσσομαι που μου μίλησε.
«Μπύρα για τον Νίκο»
Απαντάω, ρίχνοντας της μια λοξή ματιά.
«Θέλει να του το γράψουμε;»
Συνεχίζει να μου μιλάει, μεγαλώνοντας το ερωτηματικό μέσα μου.
«Δεν ξέρω, δεν μου είπε. Θα τον ρωτήσω όμως»
Λέω καθώς απλώνω το χέρι, ώστε να πάρω το ανοιχτήρι πάνω από τον πάγκο.
«Στράτο...»
Με καλεί, τη στιγμή που κάνω το πρώτο βήμα για να φύγω έξω. Την κοιτάζω.
«Συγγνώμη που σου μίλησα έτσι το πρωί»
Η έκφραση της φανερώνει μονάχα μετάνοια. Κατεβάζω το κεφάλι μου.
«Έχεις κι εσύ τα δίκια σου»
«Πολλά δίκια!»
Τονίζει. Την ξανά κοιτάζω.
«Αγόρι μου, η περιπέτεια που επέλεξες να ζήσεις, είναι πολύ επικίνδυνη. Και δεν θα επηρεάσει απλά εσένα, αλλά και όλους τους άλλους γύρω σου»
Δεν θέλω να απαντήσω, βαρέθηκα με το κήρυγμα. Κουνάω θετικά το κεφάλι μου, πιστεύοντας ότι έχω ξεφύγει. Μόλις βγαίνω έξω, αισθάνομαι μια απέραντη ανακούφιση.
«Έλα φιλαράκι»
Αφήνω το μπουκάλι πάνω στο τραπέζι του Νίκου. Απομακρύνει το τσιγάρο από τα χείλη του, ώστε να μιλήσει.
«Ευχαριστώ»
Λέει και έπειτα ξεφυσάει τον καπνό. Αφού ελέγξω με μια γρήγορη ματιά, τραβάω την καρέκλα και κάθομαι μαζί του.
«Δεν σε βλέπω καλά»
Παρατηρεί με χαμηλή φωνή.
«Γιατί είμαι νομίζεις;»
Αντιγυρίζω, κοιτάζοντας αμήχανα τριγύρω. Μπορεί να θυμώνω με την στάση της μάνας μου, αλλά δεν έχει και σε όλα άδικο.
«Νευράκια;»
«Πολλά»
Απαντάω λιτά, τρίβοντας το μέτωπο μου.
«Χαιρετώ τα παλικάρια του χωριού!»
Η οικεία φωνή του προέδρου, με βυθίζει ακόμα περισσότερο στην απελπισία μου. Γυρίζω το κεφάλι, ίσα ίσα για να τον κοιτάξω πάνω από τον ώμο μου.
«Καλώς τον Παύλο»
Ακούω και τον Νίκο να τον χαιρετά, ανάμεσα στους υπόλοιπους.
«Σας έχω παρά πολύ καλά νέα! Από αύριο κιόλας ξεκινάνε και επίσημα τα σχέδια για την μετεγκατάσταση του χωριού»
«Τι;»
Αναφωνώ καθώς πετάγομαι από την καρέκλα μου.
«Τι εννοείς ρε πρόεδρε; τι επεισόδια χάσαμε;»
Ακούω τον Νίκο να τον ρωτά σχεδόν ειρωνικά. Όλη μου η προσοχή είναι στραμμένη πλέον στον Παύλο.
«Η βουλευτίνα γύρισε πιο αποφασισμένη απ' ότι πριν, και μάλιστα μου δήλωσε ότι θα μιλήσει αμέσως με την κυβέρνηση για την διαδικασία της μετεγκατάστασης»
Αυτό ήταν λοιπόν, το πε και το κανε. Ένα κομμάτι μέσα μου πίστευε ότι μπλοφάρει, μα αυτή.... γαμώτο!
«Είσαι σίγουρος;»
Τολμώ να τον ρωτήσω, την στιγμή που οι περισσότεροι πανηγυρίζουν τριγύρω. Τα μάτια του στυλώνονται στα δικά μου.
«Απόλυτα»
Λέει με σιγουριά, και με μια σκιά ειρωνείας στην χροιά του. Η οργή απλά γιγαντόνεται μέσα μου. Που να πάρει και να σηκώσει ρε πούστη μου, γιατί; γιατί το κάνει τώρα αυτό; αφού μου είπε ότι είχε αλλάξει γνώμη για το θέμα της μετεγκατάστασης. Τρίβω το μέτωπο μου, νιώθοντας το κεφάλι μου υπερβολικά βαρύ. Τι να κάνω τώρα; τι λύση να βρω μέσα στο χάος των σκέψεων μου;Την ίδια ώρα.
Ισμήνης POV«Πήρα την απόφαση μου μαμά, αύριο κιόλας θα μιλήσω με τον πρόεδρο του κόμματος για την διαδικασία»
Την ενημερώνω, περπατώντας ταυτόχρονα πέρα δώθε μέσα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου μου.
«Είσαι σίγουρη ότι πήρες την σωστή απόφαση; η διαδικασία αυτή απαιτεί πολλά»
Ξεφυσάω.
«Ξέρω τι κάνω μαμά. Άλλωστε αυτός ήταν και ο αρχικός μου στόχος, να σηκώσω το χωριό»
Άσχετα που αργότερα με κατέκλυσαν τα συναισθήματα. Αυτό ήταν το λάθος μου, το ότι έριξα την λογική μου στον πάτο. Έπρεπε να εμπιστευτώ τα λόγια του πατέρα μου.
«Αρχίζω να αμφιβάλω για την κρίση σου πλέον Ισμήνη»
Κατσουφιάζω.
«Τι είναι τώρα αυτό ρε μαμά; καινούργιο;»
«Απλώς σου λέω την γνώμη μου, και η γνώμη μου είναι ότι δεν είσαι σε θέση να παίρνεις αποφάσεις»
Υψώνω τα μάτια μου στον ουρανό, αφήνοντάς ένα γελάκι δυσπιστίας.
«Πίστεψε με, είμαι πάρα πολύ καλά, και αντί να μου πηγαίνεις συνεχώς κόντρα, καλύτερα να με βοηθήσεις να υλοποιήσω την ιδέα μου»
Ο θυμός χρωματίζει πλέον καθαρά την φωνή μου. Υπάρχει μια μικρή παύση ανάμεσα μας, μέχρι που αποφασίζει να απαντήσει.
«Εντάξει λοιπόν, εσύ ξέρεις. Πάρε όποια απόφαση θες και κάνε ότι θες»
«Ωραία, να που είπες και κάτι σωστό επιτέλους»
Δεν μπορώ να με ελέγξω αυτή τη στιγμή στις λέξεις. Μου έρχονται όλα μαζί και.... και κοντεύω να σκάσω από την πίεση. Τόσα πολλά μέσα στο κεφάλι μου, κι άλλα τόσα που πρέπει να ξεκαθαρίσω.
«Τέλος πάντων, πρέπει να κλείσω. Θα τα πούμε αύριο»
Λέω και μετά το κλείνω. Θα τηλεφωνούσα και στον Μιχάλη, αλλά δεν είμαι στην κατάλληλη διάθεση τώρα για να του μιλήσω. Πετάω την συσκευή μου πάνω στο στρώμα του κρεβατιού. Θα αρκεστώ σε ένα απλό μήνυμα και τέλος, σίγουρα θα καταλάβει το πόσο κουρασμένη είμαι. Θεέ μου, τι μπέρδεμα είναι αυτό ξαφνικά;
ESTÁS LEYENDO
Γη & ουρανός
No FicciónΗ Ισμήνη Παπακωνσταντίνου, ως βουλευτής, αναλαμβάνει να λύσει το πρόβλημα ρύπανσης σε ένα χωριό, στα βόρεια προάστια. Η υπόθεση του χωριού ίσως φαινόταν εύκολη στην αρχή! μα στην συνέχεια θα ανακαλύψει πως ίσως αυτή, ήταν η πιο λάθος απόφαση που έχε...