Προϊστορία- Ο δρόμος προς τν πόλεμο

68 10 24
                                    

Τα αστέρια έλαμπαν στο Φθινοπωρινό ουρανό καθώς μια παρέα Ξωτικών βάδιζαν δυτικά. Πίσω τους, μερικά φώτα λαμπύριζαν στο λόφο του Μπρι, όπου οι Άνθρωποι κοιμόνταν αγνοώντας το ταξίδι των Έλνταρ. Η ομάδα είχε καλή διάθεση, καθώς πήγαιναν να επισκεφθούν τους Πρόποδες των Έμιν και τις Κοιλάδες του Λίντον.

Αλλά μία ανάμεσα τους σταμάτησε και κοίταξε προς τον Νότο. Κάτι ενοχλείς τις σκέψεις της, μία περίεργη αίσθηση κινδύνου, που αν και πολύ μακριά, ήταν ακόμη κι εκεί.

«Τι σε προβληματίζει Άντριελ;» ήρθε η ερώτηση από τον Γκίλντορ Ιγκλόριαν, τον αρχηγό της συντροφιάς

«Δεν μπορώ να πω,» απάντησε η Άντριελ, «αλλά νιώθω κάτι, μακριά στον Νότο. Ίσως θα έπρεπε να ερευνήσω.»

«Θα ήταν κρίμα να χάσεις τη φιλοξενία του Σίρνταν και την ευκαιρία να χαιρετήσεις το είδος μας πέρα από το Ιμλάντρις.» είπε ο Γκίλντορ. «Αλλά οι διαισθήσεις μιας Κυράς της Γνώσης* δεν θα έπρεπε ν' αγνοούνται. Ο Έλροντ σ' έχει διδάξει καλά. Πρέπει να κάνεις ό,τι πιστεύεις πως είναι το καλύτερο.»

«Τότε πρέπει να πω αντίο, προς το παρόν.» απάντησε μετά από άλλη μια στιγμή συλλογισμού.

Έτσι λοιπόν η Άντριελ γύρισε τα βήματα της νότια μέσω του Άντραθ, ενός στενού περάσματος που οδηγούσε στον Πράσινο Δρόμο, τον πολύ- ταξιδευτή δρόμο από το Νότο.

Ο Έρανταν γιος του Μπάρανορ φυλούσε σκοπιά στον πράσινο Δρόμο, ένα καθήκον που είχε πραγματοποιήσει αμέτρητες φορές στα χρόνια που είχε περάσει με τη φρουρά στο Σάιρ. Κανονικά υπήρχαν ελάχιστα να προσέχει, και για μια ακόμη μέρα θα Ιαν εύκολο να αφήσει τη φρουρά του, αλλά σήμερα αισθάνθηκε μια ένταση, μια διαίσθηση ότι κάτι συνέβαινε κατά τη διάρκεια των ωρών της σκοπιάς του. Παρότι ήταν πλήρης άγρυπνος και προσεκτικός, ένιωσε έκπληξη από την εμφάνιση μιας ταξιδιώτισσας στο δρόμο, τόσο σιωπηλή ήταν η προσέγγιση της.

Ο Έρανταν στιγμιαία επέπληξε τόνε αυτό του για αυτή την έλλειψη προσοχής. Κανένας Περιφερόμενος Φύλακας δεν θα έπρεπε να αφήσει να περάσει κάποιος έτσι απαρατήρητος. Συγχώρεσε τον εαυτό του αμέσως μόλις είδε ότι η ταξιδιώτισσα ήταν Ξωτικό.

Νόμισε τον εαυτό του καλά κρυμμένο, αλλά πριν προλάβει να βγει καν απ' την κρυψώνα του η νεοφερμένη είχε διακόψει και στρέψει το βλέμμα της προς την κρυψώνα του.

«Mae govannen, Dunadan,» είπε.

«Mae govannen, mellon**,» απάντησε, βγαίνοντας στο δρόμο. «Καλώς ήλθες στη Διάβαση Σαρν, κυρά.»

Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών: Ο Πόλεμος στον Βορρά #SCBC2024Where stories live. Discover now