Κεφάλαιο 13

256 24 0
                                    

- "Τι λες να πάμε να κοιτάξουμε κάτι παιδικές ταινίες όπως τότε; Στο απέναντι δωμάτιο υπάρχουν καμιά δεκαριά."

- "Ναι, θα το λάτρευα. Όπως τότε."

Έπιασα το χέρι του και τον οδήγησα απέναντι. Κοντοστάθηκε για λίγο κάνοντας μια γκριμάτσα, μα όταν τον ρώτησα αν υπήρχε κάποιο πρόβλημα αρνήθηκε. Έτσι δεν έδωσα και πολλή βάση.


Κοιτάγαμε Μπομπ Σφουγγαράκη, την πρώτη σεζόν. Ο Τέο είχε κάποιες ζαλάδες, αλλά δεν μου έλεγε τι είχε κάθε φορά που ρώταγα. Με είχε πιάσει όπως παλιά αγκαλιά, ενώ ξαπλώναμε στο κρεβάτι με την κουβέρτα πάνω μας.

- "Μπορούμε να το σταματήσουμε για λίγο;"

- "Γιατί Τέο, δεν σου αρέσει ξαφνικά ο Μπομπ; Ω έλα τώρα πάντα τον λάτρευες." Είπα ειρωνικά. Αλλά φάνηκε να σοβαρολογεί.

- "Όχι μωρέ Άλεξ, δεν είναι αυτό. Απλά αναρωτιόμουν, δεν σου θυμίζει τίποτα αυτό το δωμάτιο;"

- "Μπα.. δεν μου έρχεται κάτι στο μυαλό. Είναι ένα απλό δωμάτιο. Και προχθές εδώ κοιμήθηκα."

- "Απλά από την ώρα που μπήκαμε έχω κάποιες ζαλάδες και θα έβαζα και στοίχημα πως το έχω ξαναδεί αυτό το μέρος!"

- "Δεν έχω ιδέα Τέο ειλικρινά. Εάν μου περιέγραφες ίσως τι σου θυμίζει;"

- "Δε- δε..."

Ο Τέο είχε κουλουριαστεί στο κρεβάτι. Τα χέρια του ήταν γύρω από το κεφάλι του και είχε γίνει κατακόκκινος. Κουνιόταν πέρα δώθε χωρίς να μπορεί να ηρεμήσει.

- "Τέο!! Τι έχεις αγάπη μου; Μπορείς να μιλήσεις;"

- "Άλεξ πονάω φριχτά!" Είπε όσο πιο καθαρά μπορούσε.

- "Μην ανησυχείς καρδιά μου όλα θα πάνε καλά, μια κρίση είναι. Σσς.. μη μιλάς, μην πιέζεσαι." Απάντησα κα τον πήρα στην αγκαλιά μου φιλώντας τον στο κεφάλι. "Περίμενε να φωνάξω τον Γουίλ.."

- "Ααααααααααα όχι, όχι δεν μπορεί. Άλεξ είμαι ακόμα εδώ ζωή μου. Σε αγαπάω. Τα τριαντάφυλλα. Το δωμάτιο. Για μια αιωνιότητα. Μαζί μου. Θεέ μουυυ σε εκλιπαρώ, άσε με να ζήσω. Μην με παίρνεις!"  Είχε αρχίσει να λέει ασυναρτησίες. Όλα τόσο μπερδεμένα. Και φώναζε δυνατά.

- "Τέο περιμένε κάνε υπομονή σε παρακαλώ. Γουίιιιιιιιιιλ. Θέε μου. ΚΑΠΟΙΟΣ ΒΟΗΘΕΙΑ!! Γουίλ βοήθεια. Γιατρέέ, κάποιος."

- "Μη, μη φωνάζεις με πονάει! Σήκω να βρεις κάποιον."

- "Δε μπορώ να σε αφήσω εδώ μπορεί να πάθεις κάτι χειρότερο. Φοβάμαι Τέο. ΦΟΒΑΜΑΙ."

- "Δε με χάνεις Άλεξ, δε θα με χάσεις, είμαι εδώ, ο Τέο σου."

- "Μα τι λες;"

Ήμουν φρικαρισμένη. Τι στο διάολο γινόταν; Όλα τόσο μπερδεμένα. Και δε θέλω να υποφέρει.

- "Πήγαινε Άλεξ, πήγαινε!!"

Σηκώθηκα τρέχοντας και πήγα στην πόρτα. Προσευχόμουν να κάνει υπομονή. Φαίνεται να πονάει φριχτά. Θεέ μου βοήθα τον.

- "Βοήθεια, παρακαλώ κάποιος. Είναι εκεί; Μα που στο διάολο είστε όλοι όταν σας χρειαζόμαστε τέλος πάντων; Τι σκατά νοσοκομείο είναι αυτό;"


ΝΤΟΥΠ! Ακούστηκε ένας θόρυβος. Γύρισα πίσω μου να δω τι στο καλό έκανε έτσι. Τα μάτια μου έψαξαν για τον Τέο στο κρεβάτι. Δεν υπήρχε όμως κανένας Τέο καθισμένος στο κρεβάτι. Τα μάτια μου γούρλωσαν. Δεν μπορούσε να είχε πέσει! Έτρεξα γρήγορα προς το μέρος του κρεβατιού και κοίταξα αμέσως στην πλευρά που δε φαινόταν από μπροστά. Ο Τέο ήταν πεσμένος κάτω. Τα χέρια του γεμάτα με αίμα.

- "Χριστέ μου Τέο όχι! Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό. Πως, πως βρέθηκε το αίμα στα χέρια σου; Είσαι καλά; Αχ, τι ρωτάω κι εγώ. Έλα να σε βάλουμε στο κρεβάτι και πάλι!"  


Η καρδιά μου χτύπαγε σαν τρελή. Τα ρούχα του ήταν λεκιασμένα με αίμα. Τώρα πλέον τα χέρια του βρίσκονταν στη μύτη του. Πρόσεξα πως ήταν η "πηγή" του αίματος. Τον έπιασα όπως μπορούσα. Το ένα μου χέρι ήταν τυλιγμένο στη μέση του και με το άλλο προσπάθησα να τον σηκώσω κρατώντας τον από το χέρι. Κουτσά στραβά τον σήκωσα και τον έβαλα να κάτσει στην άκρη του κρεβατιού. Ενώ αυτός βόγκαγε από τον πόνο, που δεν γνώριζα καν που ακριβώς πόναγε τώρα, οι λυγμοί μου έγιναν πιο έντονοι.

Πήρα ένα μπουκάλι νερό που βρήκα πάνω στο κομοδινάκι και άρχισα να ανοίγω τα συρτάρια για τυχόν χαρτοπετσέτες ή πετσέτες. Κάτι τέλος πάντων! Ανοίγοντας το τρίτο συρτάρι στη σειρά βρήκα μια άσπρη πετσέσα έριξα νερό πάνω της και σκούπισα το πρόσωπο του Τέο αρχικά, που ήταν πασαλημένο με στεγνό αίμα. Και ύστερα το έβαλα στην μύτη του και του είπα να γύρει πίσω και να κρατήσει σφιχτά με το ένα του χέρι τη μύτη του και με το άλλο την πετσέτα που βρισκόταν στα ρουθούνια του. Μου έγνεψε και έβαζε τα δυνατά του για να σταματήσει να φωνάζει, αλλά του ήταν απίστευτα δύσκολο. Τον φίλησα στο μέτωπο και γύρισα να δω μήπως ερχόταν κάποιος να βοηθήσει.


Ξάφνου φάνηκε ο νοσοκόμος Γουίλ. Ή όπως ήθελε να τον φωνάζω, Γουίλ. Ήρθε βιαστικά και μπήκε γρήγορα στο δωμάτιο. Τόσο γρήγορα που κατέληξα να κάνω μια περιστροφή γύρω από τον εαυτό μου. Ελάχιστα ζαλισμένη "βούτηξα" μεσ' το δωμάτιο με νεύρα.

- "Είσαι σοβαρός που ήσουν τόση ώρα που σε φώναζα; Και γενικά που στο διάολο είναι όλοι οι γιατροί, οι νοσοκόμοι, οι νοσηλευτές και τα λοιπά; Δεν είναι καθήκον σας να βρίσκετε συνέχεια εδώ; Αν συνέβαινε κάτι σοβαρότερο που να σας πάρει και να σας σηκώσει; Τι σόι ιδιωτικό νοσοκομείο είναι αυτό;"


Η δύναμη της αγάπης σουTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang