Μπορεί όλοι οι άλλοι να πίστευαν πως ήμουν ο ίδιος άνθρωπος με πριν, αλλά δεν ήμουν.
Μου είχε γίνει έμμονη ιδέα όσο και αν προσπαθούσα να την βγάλω από το μυαλό μου.
Πρώτα μπήκε στην ζωή μου κάνοντας με να την μισήσω γιατί έφερε τα άνω-κάτω.
Τώρα την μισούσα γιατί αν και πλέον η ζωή μου είναι όπως ήταν πριν εισβάλει μέσα εκείνη, τώρα δεν ήθελα πια αυτή την ζωή. Δεν ήθελα την τάξη και την τύχη μου, ήθελα το χάος και την ατυχία της.
Την μισούσα γιατί μου έδειξε πόσο ωραία μπορεί να είναι η ζωή μαζί της και μετά εκείνη έφυγε χωρίς να την νοιάξει λεπτό για εμένα.
Την ήθελα εδώ μαζί μου όσο δεν πίστεψα πως μπορώ να θελήσω τίποτα ποτέ.
Το αυτοκίνητο μου πλέον μύριζε ξανά ακριβό δέρμα, όχι γιασεμί. Το γραφείο μου ήταν γεμάτο μονότονα σκούρα χρώματα, δεν υπήρχαν πουθενά τα ροζ αντικείμενα της. Ότι και αν έκανα ονειρευόμουν ζαφειρένια μάτια αλλά δεν τα έβρισκα πουθενά.
Την μισούσα γιατί ήταν όλα όσα ποτέ δεν ήθελα αλλά τώρα ήταν όλα όσα ονειρευόμουν να έχω.
Αλλά δεν θα την κυνηγούσα. Ήταν φανερό πως δεν με εμπιστευόταν, πως κάτι συνέβαινε και δεν ήθελε να το μοιραστεί μαζί μου. Ίσως να με θεωρούσε δεδομένο. Ποτέ δεν ήθελα να νιώθω έτσι γι' αυτό συχνά επέλεγα να μην νιώθω καθόλου.
Ένιωθα τα χέρια μου να με εγκαταλείπουν με κάθε γροθιά στον μαύρο σάκο αλλά δεν ήθελα να σταματήσω ακόμα.
Συνέχιζα να κτυπώ ξανά και ξανά, γινόμουν όλο και πιο ιδρωμένος και πιασμένος αλλά δεν με ένοιαζε. Όταν πονάει το σώμα σου, τουλάχιστον έτσι μπορεί να σε κάνει να ξεχάσεις τον πόνο στην καρδιά. Τον πόνο της απουσίας.
-
Κτύπησα το κουδούνι του σπιτιού των γονιών μου. Μόλις λίγα δευτερόλεπτα μετά άνοιξε η μητέρα μου.
Το τραπέζι έμοιαζε άδειο χωρίς την Lia και μονότονο αφού κανείς δεν ήξερε τι να συζητήσει. Ένιωθα το βλέμμα της μητέρας μου καρφωμένο πάνω μου. Ήξερα τι σκεφτόταν και έβλεπα στα μάτια της την διαμάχη για το αν θα με ρωτήσει ή όχι.
"Πως είναι η Lia; Έχει καιρό να την δούμε." Συνέχισα να κόβω το φιλέτο μου αλλά ένιωθα ακόμη το βλέμμα της σε εμένα.
Άφησα κάτω τα μαχαιροπίρουνα μου. "Δεν ξέρω." Δεν υπήρχε λόγος να παριστάνουμε πλέον ότι ήμαστε μαζί, το είχαν καταλάβει πως πια δεν ήμασταν. Κάθε φορά που η μητέρα μου, μου ζητούσε να έρθουμε για δείπνο αρνούμουν. Χωρίς την Lia δεν θα άντεχα να είμαι μαζί τους και να προσποιούμε πως δεν θα προτιμούσα να είμαι οπουδήποτε αλλού κάνοντας οτιδήποτε άλλο. Σήμερα όμως δέχτηκα να δειπνήσω μαζί τους, ίσως γιατί ένιωθα υπερβολική μοναξιά, αν και η μοναξιά δεν με ενοχλούσε ποτέ, αντίθετα πάντα την αναζητούσα.
YOU ARE READING
Η Χαμένη Έχθρα
RomanceΉμουν η τύχη ενώ εκείνος πίστευε πως ήμουν η ατυχία. Είχα ορκιστεί να τον μισώ όπως και εκείνος εμένα. Να τον ερωτευτώ όμως δεν ήταν επιλογή μου. _________ Βιβλίο 2