10. Bieber is back

1.1K 112 16
                                    

25 Απριλίου, 17:57

Βγαίνοντας από το αεροδρόμιο εισέπνευσα το αέρα του Montreal. Ένα χρόνο πριν βρισκόμουν σε αυτή τη θέση και ετοιμαζόμουν για το Vancouver. Όταν έκλεινα το εισιτήριο δεν ήξερε για το πότε θα επέστρεφα, σίγουρα όμως δεν περίμενα ότι θα κάτσω ολόκληρο χρόνο εκεί. Αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, δεν μπορούσα να αφήσω την μάνα μου όταν με χρειάζονταν. Τώρα όμως που τα έχω τακτοποίηση όλα είμαι έτοιμος να γυρίσω και πάλι πίσω στη παλιά μου ζωή, μου έχει λείψει εξάλλου. Ίσως μου έλειψε και η μικρή.
Το γνώριμο μαύρο Mercedes του Dominic σταμάτησε μπροστά μου καθώς ο Dom βγήκε πλησιάζοντας με.
«Αντε ρε μαλάκα που είσαι»
«Συγγνώμη ρε φίλε είχα δουλειές» γέλασε χτυπώντας με στην πλάτη φιλικά. «Καλωσόρισες πίσω ρε δύναμη»
«Ήρθα που θα πήγαινα, το Montreal είναι ένα τίποτα χωρίς εμένα» γέλασα. Ανοίγοντας την θέση του συνοδηγού έκατσα καθώς περίμενα και τον Dom να κάτσει.
«Για πες πως περνούσατε εδώ χωρίς εμένα»
«Εντάξει τα ίδια, πες μου καλύτερα για εσένα, βρέθηκες με την Naomi.»
Χαμογέλασα ειρωνικά ήμουν σίγουρος πως θα με ρωτούσε.
«Βρέθηκα, και τι ωραίο γαμήσι είχε πέσει.» γέλασα.
«Χιλιάδες κοπέλες στο Vancouver και εσύ πηγές πίσω στην πουτάνα»
«Πρώτον, δεν πήγα εγώ πίσω σε αυτή, αλλά εκείνη ήρθε και με βρήκε. Και δεύτερον ακριβώς επειδή είναι πουτάνα την γάμησα.»
«Και μας είχες στείλει βίντεο»
«Ήμουν μαστουρωμένος, αλλά το είχα στείλει μόνο σε εσένα, ποιος άλλος το είδε;»
«Να..» έτριψε το πίσω μέρος του λαιμού του. «Ήμουν με την Arabella» μουρμούρισε.
«Όπα με την μικρή» είπα βγάζοντας τα τσιγάρα μου. «Πως περνάει;»
«Μια χαρά είναι, έκανε νέους φίλους στο νέο σχολείο» χαμογέλασε. Άναψα το τσιγάρο μου και τράβηξα μια γερή τζουριά.
«Περνούσατε καλά ε;»
«Ναι μια χαρά» αποφεύγε να μα κοιτάξει. «Τι είναι αυτό;» είπε δείχνοντας την μικρή χάρτινη σακούλα που είχα πάνω στα πόδια μου.
«Το δώρο για τα γενέθλια της» είπα φυσώντας τον καπνό.
«Το θυμήθηκες;»
«Για φαντάσου» ειρωνεύτηκα. «Το ξέρει πως επέστρεψα;»
«Όχι» είπε καθώς έστριβε το τιμόνι προς τα αριστερά στο δρόμο που οδηγούσε προς το σπίτι μου.
Πάρκαρε το αυτοκίνητο και βγάζοντας τα κλειδιά από τη μίζα βγήκαμε και αφού πήρα τη βαλίτσα με τα ρούχα μου προχώρησα έως την εξώπορτα. Ο Dom ξεκλείδωσε με τα κλειδιά που του είχα δώσει και με άφησε να περάσω.
Το σπίτι όπως το είχα αφήσει μόνο με περισσότερα αντικείμενα του Dominic και της Arabrella. Το άρωμα της Arabella υπήρχε παντού κάνοντας με να νιώσω πιο έντονα την παρουσία της.
«Dom επεστρεψες;» άκουσα την Arabella να ρωτάει μέσα από το μπάνιο.
«Ναι, έλα λίγο κάποιος ήρθε να σε δει»
«Ποιος;» η χαρά έγινε εμφανές στη φωνή της.
«Έλα και θα δεις»
Άκουσα τα βήματα της καθώς η πόρτα του μπάνιου άνοιξε και η Arabella μπήκε στο σαλόνι πληκτρολογώντας κάτι στο κινητό της καθώς είχε ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη.
Σήκωσε το βλέμμα της και οι ματιές μας συναντήθηκαν. Πάγωσε.
Την κοιτούσα και προσπαθούσα να καταλάβω εάν ήταν το μικρό κοριτσάκι που είχα αφήσει τότε.
«Θα μου κάνεις πλάκα έτσι; Ποτέ μεγάλωσε τόσο πολύ η μικρή Arabella;» άρχισα να την πλησιάζω.
«Τι κάνεις εδώ;» πάγωσα. Τι;
«Τι κάνω εδώ; Είναι το σπίτι μου μήπως;»
«Για αυτό δεν ζούσες εδώ τον τελευταίο χρόνο ε;» Η μικρή έχει πάρει φορά.
«Dominic μας αφήνεις λίγο μόνους;» ρώτησα χωρίς να πάρω το βλέμμα μου από πάνω της.
«Φυσικά»
«Dom όχι..» είπε πανικόβλητη η Arabella.
«Μην φοβάσαι Dom δεν θα της κάνω κάτι που δεν θα θέλει ούτε η ίδια» γέλασα ειρωνικά.
«Δεν θα αργήσω Bella» είπε καθώς έκλεινε την πόρτα. Έφυγε.
«Bella..» δοκίμασα τη λέξη στα χείλη μου. «Το χαϊδευτικό σου;» την ρώτησα καθώς την πλησίασα.
«Πως και ήρθες πίσω Justin;» προσπαθούσε να κρατήσει την φωνή της σταθερή.
«Θα έχανα εγώ τα γενέθλια σου;» την πλησίασα και άλλο.
«Τόσο καιρό δεν σε ενδιέφερε για εμένα Justin» η φωνή της άρχισε να τρέμει.
«Σσς ηρέμησε» είπα τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τη μέση της. Κρατούσε απόσταση και έτσι την έφερα πιο κοντά μου. Έσκυψα το πρόσωπο μου στο λαιμό της και μύρισα την μυρωδιά της. Μύριζε τόσο όμορφα. «Χρονιά σου πολλά Bells» της ψιθύρισα αφήνοντας ένα φιλί στο πλάι του λαιμού της. Την ένιωσα να ανατριχιάζει και να ξεφυσάει. «Μου έλειψες» συνέχισα πάνω από το λαιμό της. Εκείνη έμενε ακίνητη αναπνέοντας γρήγορα. «Δεν σου έχω λείψει ούτε στο ελάχιστο που δεν με αγκαλιάζεις καν;» ρώτησα χαϊδεύοντας τη μέση της. Τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω από το λαιμό μου καθώς με κράτησε σφιχτά πάνω της. Απομακρύνθηκε και το βλέμμα της χαμήλωσε, δεν με κοιτούσε στα ματιά. Έγλυψα το κάτω χείλος μου και της σήκωσα το κεφάλι απαλά έτσι ώστε να με κοιτάξει.
«Γιατί είσαι έτσι Bells;» ρώτησα πλησιάζοντας το πρόσωπο της. Γεγονότα από την τελευταία μας βραδιά πέρασαν από το μυαλό μου. Για το πως με είχε αφήσει να καθοδηγήσω τα χείλη της. Για το πως ήμουν ο πρώτος της.
«Πως;»
«Απόμακρη» μουρμούρισα και εκείνη έσκυψε και πάλι το βλέμμα της. Διάολε.
«Justin έλειψες τόσο καιρό, με άφησες και περιμένεις να συμπεριφέρθώ λες και δεν έγινε τίποτα;»
«Τι σου έχω πει; Να με κοιτάς όταν μου μιλάς» μουρμούρισα και εκείνη σήκωσε και πάλι το βλέμμα της.
«θυμάσαι όταν με είχες πάρει τηλέφωνο και μου είπες πως έχεις φιλήσεις πολλούς και όλοι ήταν καλύτεροι μου;»
Μπερδεμένη κούνησε θετικά το κεφάλι της. Τότε την πλησίασα και έμεινα ελάχιστα εκατοστά πιο μακρυά της. Δεν αναπνεε, δεν κουνιόταν.
Άγγιξα τα χείλη της απαλά και έφερα το ένα μου χέρι στο μάγουλο της χαϊδεύοντας την απαλά. Άρχισα να την φιλάω και εκείνη για ακόμη μια φορά παραδόθηκε. Άνοιξε τα χείλη της και τότε άρχισα να την φιλάω με περισσότερη δύναμη. Την κρατούσα σφιχτά πάνω στο σώμα μου και την άκουσα να αναστενάζει. Διάολε η μικρή ακούγεται τόσο ωραία. Δεν μπορούσα να χορτάσω το φιλί αλλά ήξερα πως έπρεπε να σταματήσω. Απομακρύνθηκα ενώνοντας τα μέτωπα μας.
«Ήταν πράγματι καλύτεροι μου;» ψιθύρισα πάνω στα χείλη της.
Δεν πήρα απάντηση. «Arabella σε ρώτησα κάτι»
«Όχι» ψιθύρισε. Χαμογέλασα και το χέρι μου έσφιξε πιο πολύ την μέση της.
«Πρέπει να πάω να ετοιμαστώ.» μουρμούρισε.
«Που θα πας;»
«Θα βγω με κάτι παιδιά από το σχολείο μου σε ένα μπαράκι για να γιορτάσω τα γενέθλια μου»
«Και θα βγείτε μόνοι σας;» απομακρύνθηκα απότομα.
«Ναι» απάντησε μπερδεμένη.
«Δεν υπάρχει περίπτωση! Καλά τόσο καιρό ο Dominic σε άφηνε να βγαίνεις μόνη σου;» ένιωσα να νευριάζω.
«Δεν έπαθα τίποτα Justin, εδώ όλοι βγαίνουν μόνοι τους.»
«Είσαι τυχερή που δεν έπαθες τίποτα» μουρμούρισα νευριασμένος. «Θα έρθω μαζί σας»
«Μα Justin..» διαμαρτυρήθηκε.
«Δεν έχει Justin»
Ξεφυσιξε και μπήκε στο δωμάτιο της. Έκατσα στο καναπέ και άρχισα να τυλίγω ένα τσιγάρο.
Γιατί την φίλησα γαμώτο; Εκείνη την στιγμή ήταν λες και έσβησε κάθε λογική στο σώμα μου. Ίσως ήθελα να της δείξω ποιος ήταν ο καλύτερος ή ίσως ήθελα να ξανά νιώσω τα χείλη της, ποιος ξέρει;


Λίγη ώρα αργότερα στο σπίτι μπήκε ο Dom.
«Η μικρή που είναι;» το πρώτο πράγμα που ρώτησε ενώ έκλεισε την πόρτα του διαμερίσματος.
«Τα κλειδιά μου παρακαλώ, δεν θα τα ξανά χρειαστείς. Ευχαριστώ που την προσεχές, αν και είσαι πολύ μαλάκας. Που την άφηνες να βγαίνει μόνη της;»
«Έλα μωρέ νεαρή κοπέλα, θέλει να ζήσει, δεν θυμάσαι πως ήσουν εσύ στην ηλικία της;»
«Ακριβώς επειδή θυμάμαι νευριάζω. Ξέρω πολύ καλά τι σκέφτεται ο κάθε μπάσταρδος εκεί έξω, πως να την ρίξει στο κρεβάτι» λες και εσύ σκέφτεσαι κάτι άλλο. Πέταξε το υποσυνείδητο μου.
Έμεινε σκεπτικός για λίγο και ύστερα κοίταξε ενοχλημένος προς το δωμάτιο της. Σηκώθηκε απότομα και άρχισε να περπατάει προς το δωμάτιο της.
«Όπα μαλάκα που πας;» αλλά δεν πήρα απάντηση μιας και έκλεισε με δύναμη πίσω του την πόρτα.
Τι στο διάολο γίνετε;
Άναψα το τσιγάρο που τύλιξα πριν λίγα λεπτά και τράβηξα μια γερή τζουριά. Ή θα γαμηθούμε από το ξύλο ή από την αδιαφορία. Καλή φάση.

MMDXVIWhere stories live. Discover now