~Το βλέμμα~

59 5 0
                                    

Πέρασαν Ίδη 3 εβδομάδες απο τότε που ανοίξανε τα σχολεία. Όλοι ειναι τόσο χαρουμενοι και γεμάτοι ευτυχία. Μόνο εγώ και οι Αλπε είμαστε τόσο μοναχικές,ψυχρές και απομονωμένες. Ίσως ειναι επειδή ζούμε σε διαφορετικούς κόσμους απο τους άλλους. Περπατώντας στους διαδρόμους του σχολείου έβλεπα τα ψεύτικα χαμόγελα και μερικά πλουσιοπαιδα που εδιχναν τόσο ευτυχισμένοι ψυχικά! Εγω δεν ήμουν ούτε πλουσιοπαιδο ούτε χαρούμενη και ευτυχισμένη ψυχικά, ήμουν ενα κορίτσι που μιλούσε με τα μάτια και χαρούμενη με έκανε το σκοτάδι μου.

Οταν επιτέλους χτύπησε το κουδούνι για να σχολάσουμε ημουν η πρώτη που βγήκε απ' την τάξη, μιας και οι υπόλοιποι έμειναν για να σημειώσουν τα μαθήματα. Ξαφνικά ένιωσα ενα κρύο χέρι να με ακουμπά λέγοντας μου, "Γειά ειμαι η Εμμα, δεν σε είδα να σημείωνεις τα μαθήματα..θες να σου τα δώσω?" Την κοίταξα απότομα με ενα κρύο βλέμμα και παρατήρησα προσεκτικά για λιγο τα ομορφα χαρακτηριστικά της, ειχε ενα μπλε βαθύ χρωμα ματιών ενα κοντο ξανθό μαλλί και ηταν λιγο γεματούλλα. "Εμμ..οχι ευχαριστώ δεν πειράζει".. της απαντισα οσο πιο ευγενικά μπορούσα και έφυγα.
Φεύγοντας για το σπίτι άρχισε να φισά λίγο, ένιωσα την πρώτη κρύα σταγόνα στο χέρι μου. Ετσι βιάστικα να παω σπιτι και πιρα μια πιο κοντινή κατεύθυνση που παντα απέφευγα να πηγαίνω γιατι ειχε ενα τούνελ σκοτεινό που δεν υπήρχε ψυχή. Αυτην την φορά δεν είχα και πολλές επιλογές εκτός και αν ήθελα να γίνω σαν παπί απ την βροχή. Ο ουρανος σκοτεινιαζε ολο και πιο πολύ και ο αερας γινόταν όλο και πιο κρύος. Οταν πλησίαζα το τουνελ άκουγα κατι παιδιά της ηλικίας μου να μιλάνε, ηταν μια παρέα, μια πολυ παράξενη παρεα. Δεν την είχα ξαναδεί. Με την άκρη του ματιού μου μπορούσα να δω δύο κορίτσια και τρία αγόρια ενα απ' αυτα τα κοριτσια γύρισε και με κοίταξε καταματα, μόλις με κοίταξε ένιωσα σαν να διάβαζε το μυαλό μου και σαν να μπορούσε να μπή μεσα στη ψυχή μου. Δεν την ξερω και ουτε την είχα ξαναδεί,ηταν ντυμένη στα μαύρα, τα μάτια της είχαν μια μαύρη σκιά και ειχε κατάμαυρα μαλλια, είχε ενα ταττου στο χερι και γενικά ηταν τρομακτική και σκοτεινή.
Σύντομα έφτασα σπιτι. Μπικα στο μπάνιο άνοιξα το νερό να τρέξει και έβγαλα τα ρούχα μου. Σκεφτόμουν συνεχώς το βλέμμα της. Ηταν τόσο κρύα, τόσο σκοτεινή και τόσο παράξενη. Μου θύμιζε τον δευτερο μου εαυτό. Εναν εαυτό που μόνο εγω ξέρω, την σκοτεινή μου πλευρά.
Βγήκα απ το μπάνιο και ένιωσα τον κρύο αερα που με περικυκλωνε ξανα. Ήμουν τοσο χαμένη στις σκέψεις μου που δεν καταλαβα πος ημουν μονη στο σπίτι. Πιγα να φαω κατι και μετα μόλις κοίταξα την ωρα είδα πως είχε πάει τρις η ώρα.
Ετσι μετά ξάπλωσα λιγο και με πήρε ο ύπνος.

°Black°Où les histoires vivent. Découvrez maintenant