Κεφάλαιο 8

75 17 3
                                    

Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι είμαστε ελεύθεροι. Είμαστε ελεύθεροι. Ξεφύγαμε από αυτά τα καθάρματα. Τωρα βαδιζουμε προς την ευτυχια. Και η ζωη μου θα ειναι πολυ διαφορετικη. Τωρα που ξερω πως από στιγμη σε στιγμη μπορείς να την χάσεις.

Τρέχουμε πολύ γρήγορα. Τα πόδια μας πηγαίνουν μόνα τους. Μας οδηγούν αυτά. Τόση μεγάλη η επιθυμία τους να φύγουμε μακριά.

Ο Harry με κρατάει από το χέρι και με οδηγεί σε ένα από τα πολλά μονοπάτια. Φαίνεται το πιο εύκολο καθώς τα υπόλοιπα είναι δύσβατα και κλεισμένα από τα κλαδιά των δέντρων. Ευτυχώς έχουμε το φεγγάρι να μας κρατάει συντροφιά σε ένα ακόμα δύσκολο κομμάτι της ζωής μας.

《Σίγουρα έχουν περάσει από εδω》λέει και δεν έχω αντοχές να του απαντήσω.
Είμαι εξαντλημένη, έχω να φάω από χθες και το σώμα μου είναι γεμάτο πληγές. Το πρόσωπο μου έχει μελανιές και γρατσουνιές και τρέχει αίμα από όλες τις πληγές. Τα πόδια μου δεν με κρατάνε άλλο.

Νιώθω το χέρι του να σφίγγει το δικό μου και μετά τίποτα. Ένα σκοτάδι. Ένα χάος. Δεν αισθανομαι τίποτα. Δεν ονειρεύομαι. Δεν πονάω. Δεν φοβάμαι. Απλά "κοιμάμαι"
...

Harry's pov

Θέλω να τρέξω μακριά. Να βάλω τα δυνατά μου και να τρέξω όσο πιο πολύ μπορώ. Αλλά πρέπει να είμαι δίπλα της. Με έχει ανάγκη και είναι τόσο εξαντλημένη που δεν μπορεί ούτε να περπατήσει καλά καλά.

Φοβάμαι. Φοβάμαι πολύ. Δεν θα το αφήσουν έτσι. Και τόσο αργά που προχωράμε σίγουρα θα μας φτάσουν. Και ενώ περπατάω της σφίγγω το χέρι. Και τότε πέφτει. Απλά πέφτει χωρίς να πει τίποτα.

Την τραβάω στην αγκαλιά μου και προσπαθώ να την συνεφερω. Έχει χάσει τις αισθήσεις της και δεν ξέρω αν έχει σφυγμό. Αυτό το κάθαρμα πήγε να την αποτελειώσει. Δεν θα τον αφήσω έτσι όμως. Κάποια μέρα θα πληρώσει για ότι της έκανε.

Το πρόσωπο της είναι χλωμό. Κάτι που με ανησυχεί ακόμα περισσότερο. Την χτυπάω ελαφρά αλλά δεν ανταποκρίνεται. Τα χέρια της είναι παγωμένα το ίδιο και το υπόλοιπο σώμα της.

Την ακουμπάω στο χώμα και προσπαθώ να βρω σφυγμό. Ναι! Η καρδιά της χτυπά κανονικά. Δεν μπορώ να περιμένω άλλο εδώ όμως θα μας βρουν. Έτσι περνάω το χέρια της στους ώμους μου και αρχίζω να περπατάω γρήγορα.

Είναι τόσο όμορφη όταν έχει τα μάτια της κλειστά. Μακάρι να μην ήταν τόσο σπαστικη και όταν είναι ξύπνια. Μου την βαράει πραγματικά στα νεύρα αυτό το υφακι της.

Προχωράμε πολύ αργά όμως και δεν έχω άλλες δυνάμεις. Πρέπει να την συνεφερω. Έχω κουραστεί. Δεν θα μπορέσω να συνεχίσω για πολύ έτσι. Όποτε αποφασίζω να της χτυπήσω ελαφρά το πρόσωπο για να ξυπνήσει.

Δοκιμάζω την πρώτη φορά αλλά δεν παίρνω καμία ανταπόκριση. Προσπαθώ για δεύτερη φορά και τότε βλέπω τα μάτια της να ανοίγουν δειλά δειλά. Αυτά τα τόσο ταλαιπωρημένα και κουρασμένα μπλε μάτια.

...

Hannah's pov

《Που-που βρίσκομαι..;》λέω τρέμοντας και αφού μόλις βρήκα τις αισθήσεις μου.
《Μην φοβάσαι. Είμαι εγώ εδώ. Ο Harry》

Και αρχίζω να θυμάμαι πάλι την απόδραση μας από το κτήριο με τα καθάρματα. Για πολλοστή φορά συνειδητοποιώ ότι δεν ονειρεύομαι. Ότι όλα αυτά τα ζω. Τα αισθάνομαι. Είναι τόσο δύσκολη η μετάβαση από τα γλυκά όνειρα στην σκληρή πραγματικότητα. Σου ξεριζώνει την ψυχή. Σε απογοητεύει. Σου κλέβει κάθε ελπίδα για ζωή. Κάθε πάθος. Κάθε εμμονή.

Έχω κουραστεί πολύ. Και φοβάμαι. Ακούω ήχους από τα ζώα του δάσους και κλεινομαι όλο και περισσότερο στα χέρια του Harry. Είναι ο φύλακας άγγελος μου. Με έσωσε από τον σίγουρο θάνατο. Με έφερε πάλι στην ζωή.

Έχουμε περπατήσει αρκετές ώρες και νομίζω πως κάθε φορά επιστρέφουμε στο ίδιο σημείο. Ώσπου δοκιμάζουμε ξανά. Τώρα είμαστε εντελώς σίγουροι ότι κάθε διαδρομή επιστρέφει πάλι σε αυτή εδώ την θεορατη βελανιδιά με τα -έτοιμα να σε κατασπαράξουν_ κλαδιά της.

《Harry πρέπει να βρούμε ένα καταφύγιο να κρυφτούμε και να ξεκουραστούμε μέχρι να βρούμε κάποια άλλη έξοδο》του λέω αργά και σιγά. Με όσες δυνάμεις μου έχουν απομείνει.
《Δεν γίνεται. Την ξέρουν την περιοχη》
Και ενώ μου απαντάει μου έρχεται μια καταπληκτική ιδέα.

Τα κλαδιά αυτής της βελανιδιας είναι τόσο μεγάλα και τόσο πυκνά. Αποκλείεται να μας δουν αν κρυφτούμε πάνω σε αυτή. Λέω την ιδέα μου στον Harry και συμφωνεί.
《Θα ανέβω πρωτος να ελέγξω. Αν είναι κατάλληλο θα σε βοηθήσω να ανέβεις κι εσύ》μου λέει και μου χαϊδεύει το χέρι. Έχει τόσο ωραία χέρια. Μεγάλα. Που αγκαλιάζουν τα δικά μου και με κάνουν να αισθάνομαι ασφάλεια και σιγουριά.

Ο Harry σκαρφαλώνει και περιμένω να ακούσω τι θα μου πει.
《Είναι όλα εντάξει》τον ακούω να λέει και περνώ θέση για να ανέβω κι εγώ. Με κρατάει από το ένα χέρι και με το άλλο κρατιέμαι από τα κλαδιά για να ανέβω.

Είναι αρκετά μεγάλος ο χώρος πάνω στο δέντρο. Ο Harry κάθεται και μου κάνει κίνηση να κάτσω κι εγώ. Κάθομαι δίπλα του και μου δίνει το μπουφάν του για να μην κρυωσω. Και τότε επιτέλους αφήνω τον εαυτό μου ελυθερο. Αποκοιμιεμαι στην αγκαλια του Harry με τα χέρια του τυλιγμένα γύρω μου για να με κρατανε ζέστη.

Μια δόση ευτυχίας μέσα στην τόση δυστυχία μου!

"Κι Όμως Δεν Είχα Δύναμη"Donde viven las historias. Descúbrelo ahora