ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6ο

43 4 2
                                    

Όλο το βράδυ δεν έκλεισα μάτι.Κρύος ιδρώτας έλουζε το μέτωπό μου.Σηκώθηκα πολλές φορές για να πιω νερό.Θυμάμαι καθόμουν ενα ολόκληρο μισάωρο στο παράθυρο μου και απλα κοιτούσα έξω.Μένω σε μια απομονωμένη μονοκατοικία και η μόνη θέα που έχω είναι ένα εγκαταλελημένο σπίτι. Προσπαθώ ξεχάσω όσα έχουν συμβεί και να επικεντρωθω στο αυριανό πάρτυ των τελειοφοιτων. Η ώρα έχει παει και μισή και γω δεν λέω να σηκωθώ απο το κρεβάτι.Ποιος πάει σήμερα σχολείο; Θα πω στα παιδιά να κάνουμε κοπάνα και να πάμε για ψώνια.Ναι ξέρω δεν είναι η κατάλληλη στιγμή αλλά δεν ξέρω πως αλλιώς να κάνω τον εαυτό μου να σβήσει από τη μνήμη του όσα έχουν γίνει; Παίρνω τηλέφωνο τη Λήδα.
-Λήδα;
-Κρίστι;Καλά στον ύπνο σου με έβλεπες;
-Θες να πάμε για ψώνια σήμερα;
-Κοπέλα μου εχεις τρελαθεί τελείως;φωνάζει.
-Ξέρω οτι έχουν συμβεί πολύ άσχημα πράγματα αυτός όμως είναι ένας λόγος για να ξεσκάσουμε και να πάρουμε λίγο καθαρό αέρα.
-Δεν ξέρω τι κάνεις ,αλλά πάντα με πείθεις.
-Ωραία,Mall στις 9 και μετά για καφέ έτσι;
-Αχ έγινε Κρίστι μου φιλάκια πολλά .
Επιτέλους σηκώθηκα από το κρεβάτι.Καιρός ήταν.Ευτυχώς καί οι δυο μου γονείς έλειπαν στη δουλειά οπότε δεν θα ήξεραν ότι κάνω κοπάνα.Το πρώτο πράγμα κάνω είναι να μπω για ντους.Ως συνήθως με κρύο νερό.Άλλωστε ακόμα ζέστες έχει.
Σε μισή ώρα έχω τελειώσει και είμαι ήδη κάτω στη κουζίνα.Ανοίγω το ψυγείο.Πάλι δεν έχει τίποτα.Αμάν ρε μαμά! Αν ήταν εδώ θα της έλεγα τίποτα.Ανεβαίνω πάνω να ετοιμαστώ.Τζινάκι,μπλούζα.
Τα συνηθισμένα.
Στεγνώνω μαλλιά και βάζω μάσκαρα.Έτοιμη.

Το σπίτι μου είναι μιάμιση ωρα απο το Mall αλλά δεν άργησα.Έφτασα στην ώρα μου.
-Λήδα,που είσαι ; ,Μόλις έφτασα.
-Θα αργήσω κάνα δεκάλεπτο,λέει.
Ουφ δεν μου αρέσει καθόλου να με στήνουν ,σκέφτομαι.
-Έγινε Λήδα,δεν πειράζει πάω να πάρω κάνα καφέ και θα σε περιμένω στα Bershka οκ;
-Έγινε,δεν αργώ φτάνω.
Δεν λέω τίποτα και το κλείνω.
Πήγα σε μια καφετέρια πιο κάτω και πήρα έναν καφέ στο χέρι.
Κάτι νιώθω να δονείται στο πόδι μου.Αμέσως κατάλαβα πως είναι το κινητό μου που χτυπούσε.Μάλιστα είναι ένας άγνωστος αριθμός.
-Ναι;
-Κούκλα; Δεν πιστεύω να μη με καταλάβες.
-Τζόνυ; Που στο καλό βρηκες τον αριθμο μου και τι θες πρωί πρωί;
-Οποίος θέλει ψάχνει και άλλωστε παρατήρησα οτι δεν ήρθες για μάθημα.
-Ναι και;
-Τέλος πάντων,ήθελα να σε ρωτήσω αν θα έρθεις στο αυριανό πάρτυ.
-Βρε λυσα κακιά,ναι θα έρθω.
-Τέλεια ,θα περιμένω με ανυπομονησία.
Δεν ξέρω γιατί αλλά η φωνή του μου προκαλεί ανατριχίλα.Δεδομένου επίσης της υποψίας οτι μπορεί να ευθύνεται για τον θάνατο της Ζωής ,ανατριχιάζω ακόμη περισσότερο.Τις σκέψεις μου διακόπτει η εικόνα της Λήδας να με χαιρετάει από απέναντι.
-Δεν άργησα πολύ έτσι;με κοιτάει και μου χαμογελάει.
-Όχι,πέρασα πριν απο κάτι βιτρίνες και είδα κάτι φορέματα τρέλα!Λέω και πηγαίνουμε προς τα μαγαζιά.Όντως βρήκα ενα κόκκινο φόρεμα αρκετά μακρύ θα έλεγα αλλά συχρόνως πολύ κομψό.Τελευταία δεν ασχολούμαι με την εμφάνιση μου αλλά καιρός είναι.Θέλω να γνωρίσω κόσμο στο πάρτυ και να κοινωνικοποιηθώ και λίγο.Τι λέω;Το μόνο που θέλω είναι να με προσέξει ο Γιώργος.Τόσα πολλά ζητάω;
-Πως σου φαίνεται αυτή η φούστα;με ρωτάει η Λήδα καθώς βγαίνει απο το δοκιμαστήριο.
-Καλη είναι δεν λέω ,αλλά κοίταξε λίγο αυτό.Είναι ένα μαύρο ολόσωμο ,σόρτς απο κάτω και στραπλες μπλουζάκι απο πάνω που ενώνονται με μια διακριτική ζώνη.
-Κρίστι νομίζω είναι υπέροχη!
-Ναι,ταιριάζει τέλεια στο αδύνατο και σωμα σου.
Πόσο τη ζηλεύω ,είναι τόσο όμορφη,που ο Γιώργος σίγουρα θα την κοίταζε.Ευτυχώς που είναι με τον Αχιλλέα.
Φεύγουμε απο τα μαγαζιά και κατευθύνομαστε προς το σπίτι της Λήδας.
-Τέλεια, να βάλουμε καμιά ταινιούλα και να αράξουμε,λέω.
-Πρέπει να περάσω απο το σχολείο να πω στην απουσιολόγο να μη μου βαλει τις υπόλοιπες ώρες απουσία.
-Καλα πήγαινε εγώ θα κάτσω σε μια καφετέρια εδω δίπλα και θα περιμένω.
-Έγινε Κρίστι μου δεν θα άργησω,λέει και φεύγει.
Όπως προχωρουσα νιώθω πάλι μια δόνηση.
-Ναι;
-...
-Συγνώμη δεν σας ακούω.
-...
-Είστε εκεί;
-...
Το έκλεισα.Όποιος και να ταν θα ξαναπάρει αν είναι κάτι σημαντικό σκέφτομαι και τη σκέψη μου διακόπτει ένα χέρι μου τυλίγει το στόμα μου. Ώπα μισό...

Δεν θυμάμαι τίποτα.Ανοίγω τα ματια μου και είμαι σε ενα ολοσκοτεινο δωμάτιο.Μυρίζει κλεισούρα.Νιώθω κάτι στο λαιμό μου αλλά δεν μπορω να καταλάβω τι είναι.Μα που βρίσκομαι;Προσπαθώ να φωνάξω ,μα είναι μάταιο.Το στόμα μου είναι δεμένο.Νιώθω απίστευτα τρομοκρατημένη.Είναι λες και το αίμα σταμάτησε να κυκλοφορεί στις φλέβες μου.
Ακούω μια φωνη.
-Σταματά να μπλέκεσαι κοριτσάκι,αν σε φοβήσαμε με το σημερινό,δεν μπορείς να φανταστείς για τι είμαστε ικανοί.
Βογγητά ακούγονται από το στόμα μου.Δεν μπορώ να κάνω κάτι.Είμαι καταδικασμένη.ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΩ!Προσπαθώ να σκεφτώ όσο πιο ήρεμα γίνεται .Νιώθω να μου κόβεται η ανάσα...Δεν ακούω τίποτα,μα που βρίσκομαι τέλος πάντων; Ποια ήταν αυτή η φωνή ; Γιατί με καταδιώκουν; Τι έχω κάνει; Θεέ μου βοήθησέ με να βγω από δω πέρα ζωντανή...! Όλη την ημέρα μου την έβγαλα εκεί μέσα.Έψαχναν τρόπους να λύσω τα χέρια μου.Άρχισα να δαγκώνω τα σχοινιά μέχρι που μάτωσαν τα ούλα μου.Ένιωθα σταγόνες να πέφτουν στα γόνατά μου,αλλά δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω τι ήταν.Ήταν τόσο σκοτεινά που δεν έβλεπα στην κυριολεξία τίποτα. Έπρεπε να φύγω από κει αλλά πως;


No WayDonde viven las historias. Descúbrelo ahora