Τα βαθύτερα αισθήματα

283 38 15
                                    

Βρισκόμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι και περίμενα. Για την ακρίβεια περίμενα εκείνον. Όμως πέρασαν αρκετά λεπτά μέχρι να ακούσω τα βήματά του.

''Μα φυσικά, σκέφτηκα, έπρεπε πρώτα να τελειώσει το πρωινό του.'' Μια διαφορετική αντίδραση από μέρους του θα μου προκαλούσε ακόμη και τρόμο.

''Χμ, τρόμο...'' Μια ιδέα άρχισε να σχηματίζεται στις σκέψεις μου και με έκανε να χαμογελάσω πονηρά.

''Αφού ο κύριος Τομ μπορούσε να σπάει πλάκα και να γελάει όταν βρισκόμουν σε αμηχανία γιατί να μην έκανα και γω το ίδιο;'' Καθώς αναρωτιόμουν ταυτόχρονα έκανα μια μικρή διαπίστωση. Τελευταία ήμουν απίστευτα πιο εκδικητική σε σχέση με παλιότερα. Μπορεί τότε να ήμουν ένα σκανταλιάρικο αγοροκόριτσο που λάτρευε τα βιντεοπαιχνίδια και το ποδόσφαιρο αλλά πλέον αυτό που είχα μετατραπεί, μετά την μεταμόρφωση, έκανε την παλιά μου ανταγωνιστικότητα να φαίνεται τόσο αθώα και σχεδόν ανύπαρκτη.

Ξαφνικά όμως ο ήχος των βημάτων του Τομ δυνάμωσε. Ήταν ή τώρα ή ποτέ. Αστραπιαία σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και πλησίασα το παράθυρο. Πολύ προσεκτικά και αθόρυβα το άνοιξα και κοίταξα έξω παίρνοντας ταυτόχρονα μια βαθιά ανάσα. Για καλή μου τύχη κανείς δεν περνούσε εκείνη την ώρα έξω από το σπίτι μου. Μάλιστα απ' όσο μπορούσα να καταλάβω, χάρης την υπερευαίσθητη όσφρησή μου, ο πιο κοντινός άνθρωπος που κυκλοφορούσε έξω απείχε τουλάχιστον ένα χιλιόμετρο.

Αφού λοιπόν σιγουρεύτηκα πως το πεδίο ήταν ελεύθερο ανέβηκα πάνω στο περβάζι του παραθύρου, κοιτώντας προς το δωμάτιό μου, έπειτα το έπιασα γερά με τα χέρια μου και άφησα το σώμα μου να κρεμαστεί από την έξω μεριά. Πάνω στην ώρα άκουσα τη φωνή του Τομ. Φώναζε το όνομά μου ξανά και ξανά. Ακουγόταν μάλιστα κάπως ανήσυχος. Από τον ήχο των βημάτων του φαινόταν πως τριγυρνούσε στο δωμάτιο, αναζητώντας με το δίχως άλλο.

Όταν συνειδητοποίησα πως βρισκόταν πολύ κοντά πήρα θέση επίθεσης σφίγγοντας το μέχρι τότε χαλαρό σώμα μου. Δεν άργησα να δω και τον ίδιο να σκύβει ακριβώς από πάνω μου έτοιμος να κλείσει το ανοιχτό παράθυρο. Τότε όρμησα με φόρα κατά πάνω του με αποτέλεσμα να τον ρίξω με δύναμη στο ξύλινο πάτωμα του δωματίου μου. Εκείνος έβγαλε ένα μικρό αγκομαχητό όμως τίποτε περισσότερο που θα με έκανε να ανησυχήσω.

Αλλά η έκφραση στο πρόσωπό του ήταν ανεκτίμητη. Οι κόρες των ματιών του είχαν διασταλεί, τα χείλη του ήταν μισάνοιχτα και η ανάσα του ήταν ακόμη λαχανιασμένη, αφού προφανώς είχε τρομοκρατηθεί.

Ένα Απαίσιο Κτήνος (Μέρος 2ο)Where stories live. Discover now