Ανασφάλειες

256 33 16
                                    

Δεν είχα ιδέα τι έπρεπε να απαντήσω σε όλα όσα είχα μόλις ακούσει. Μπορεί να ένιωθα συμπόνια και να ταυτιζόμουν με την κατάσταση στην οποία είχε βρεθεί ο Εντ αλλά το μυαλό μου αυτή τη στιγμή αρνούνταν να τα πιστέψει και να τα δεχθεί όλα αυτά. Μέσα στο κεφάλι μου αυτή τη στιγμή μάχονταν δύο διαφορετικά και εντελώς αντίθετα πρόσωπα του Εντ για το ποιο θα κυριαρχήσει. Από τη μία ήταν ο αγενής αλλά αδύναμος Εντ που με κάθε ευκαιρία με κορόιδευε και με ταπείνωνε και από την άλλη ήταν ο ευγενικός μα σκληρός Εντ που έδειχνε ειλικρινά μετανιωμένος για όλα όσα μου είχε προκαλέσει.

Μπορούσα να δω πως εννοούσε όλα όσα έλεγε και δεν προσποιούνταν μόνο για να φανεί καλός στα μάτια μου. Όμως παρόλο που μέσα μου γνώριζα πως δεν έλεγε ψέματα δεν μπορούσα ακόμη να του τα συγχωρέσω όλα. Ήθελα χρόνο να τα σκεφτώ και να προσπαθήσω να ξεπεράσω τα τραύματα και τις φοβίες που άθελά του -από ότι έλεγε- μου είχε δημιουργήσει. Κι αν πραγματικά ήθελε να τον συγχωρέσω θα μπορούσε να δείξει κατανόηση και να περιμένει να λύσω τα θέματά μου.

«Λυπάμαι Εντ αλλά δεν μπορώ να σου δώσω τώρα κάποια απάντηση. Άσε με λίγες μέρες να το σκεφτώ και θα έρθω να σε βρω εγώ.» Του είπα σχεδόν ανέκφραστα.

«Καταλαβαίνω Ρόουζ. Πάρε όσο χρόνο θες. Κι αν αποφασίσεις πως δεν αξίζει να σπαταλήσεις άλλο από το χρόνο σου μαζί μου απλά να ξέρεις πως τίποτα από όλα αυτά τα απαίσια πράγματα που είπα δεν το εννοούσα. Ήταν όλα κακόγουστα και ηλίθια ψέματα που δεν ανταποκρίνονταν ούτε λίγο στην πραγματικότητα. Ελπίζω να τα ξαναπούμε Ρόουζ.» Ολοκλήρωσε με σχεδόν θλιμμένο τόνο λίγο πριν εξαφανιστεί -σκύβοντας πολύ περισσότερο από το Νέιθαν- μέσα στο γραφείο της Μπλουμ.

Με το που χάθηκε από το οπτικό μου πεδίο, έκανα μεταβολή και άρχισα να περπατάω μέχρι την έξοδο του σπιτιού. Στο δρόμο συνάντησα ελάχιστους από τους ενοίκους του, εκ των οποίων δεν γνώριζα κανέναν. Κατά τα' άλλα δεν παρατηρούσα σχεδόν καθόλου τριγύρω μου. Ούτε μπορούσα όμως και να συγκεντρωθώ αρκετά για να ξεμπερδέψω τις σκέψεις μου.

Μόνο όταν βγήκα έξω από το σπίτι συνειδητοποίησα πόση ώρα είχε περάσει από τη στιγμή που ήρθα εδώ με το Νέιθαν. Ο ουρανός πλέον είχε σκοτεινιάσει και μονάχα μια λεπτή λωρίδα του φεγγαριού βρισκόταν ψηλά στον ουρανό.

Απρόθυμα πήρα το δρόμο του γυρισμού. Ήμουν ακόμη εκνευρισμένη με την Μέγκαν και τον Νέιθαν, ανησυχούσα για τον Νικ, δεν ήξερα τι να σκεφτώ για τον Εντ και πλέον ήμουν απίστευτα εξαντλημένη από τα γεγονότα όλης της μέρας για να σκεφτώ καθαρά. Είχα ανάγκη από ύπνο όσο καμία άλλη φορά από τότε που μεταμορφώθηκα. Ευτυχώς σε όλα αυτά δεν χρειαζόταν πλέον να προσθέσω και την δίψα που χάρης την Μπλουμ δεν με απασχολούσε τουλάχιστον για τώρα.

Ένα Απαίσιο Κτήνος (Μέρος 2ο)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora