Κεφάλαιο 19

3.4K 367 9
                                    

Η Μαριάννα απόλαυσε πραγματικά τη μέρα της. Γύρισε σχεδόν όλο το κέντρο του Λονδίνου με τα πόδια. Ανακάλυψε μυρωδιές και μικρά μαγαζάκια που τη μάγεψαν.  Πέρασε από Νότινγκ Χιλ και χάζεψε τις αντίκες στην υπαίθρια αγορά. Μόνο όταν γύρισε στο σπίτι κατάλαβε πόσο κουρασμένη ήταν. Έκανε ένα ζεστό μπάνιο και ξάπλωσε στον καναπέ χαζεύοντας την τηλεόραση. Η επόμενη μέρα θα ήταν η μέρα των Μουσείων. Το Βρετανικό Μουσείο ήταν πρώτο στη λίστα της και αφού δεν είχε καταφέρει να το δει την πρώτη φορά, θα το έβλεπε τώρα. 

Θυμήθηκε τις πρώτες συναντήσεις της με τον Αλεξάντερ. Το ψυχρό και απόμακρο ύφος του και τη δική της αμυντική στάση. Της φάνηκε σαν να είχαν περάσει αιώνες από την εποχή που προσπαθούσε να υπερασπιστεί την πανσιόν από τα νύχια του τρομερού Αλεξάντερ Στόουν.  

Χαμογέλασε και αποκοιμήθηκε στον καναπέ, ξυπνώντας κατά τις δέκα η ώρα το πρωί πιασμένη από την άβολη στάση του σώματός της. Ετοίμασε έναν ζεστό καφέ και αναλογίστηκε ότι την επόμενη μέρα θα ήταν ο Αλεξάντερ πάλι κοντά της. 

«Βρετανικό σου έρχομαι», είπε κεφάτα στον εαυτό της και πήγε να κάνει ένα μπάνιο και να ετοιμαστεί με την ησυχία της. 

Καθώς έβγαινε από το μπάνιο άκουσε το ασανσέρ να ανοίγει. Για μια φευγαλέα στιγμή σκέφτηκε ότι μπορεί να ήταν ο Αλεξάντερ και κινήθηκε προς την πόρτα. Η γυναικεία φωνή ωστόσο, την έκανε να παγώσει στη θέση της. Ήταν η Σόφι, η οποία 

μιλούσε στο κινητό της και ήταν φανερά αναστατωμένη. Για την ακρίβεια, η Μαριάννα κατάλαβε από τη πνιγμένη φωνή της Σόφι ότι έκλεγε. 

Θέλησε να βγει αμέσως και να μάθει τι συνέβαινε, όταν η δήλωση της Σόφι στο τηλέφωνο την έκανε να πετρώσει στη θέση της.

«Είμαι στον τρίτο μήνα. Τώρα γύρισα από το γιατρό και πέρασα από το σπίτι να πάρω τα χαρτιά.» Η γυναίκα έβγαλε ένα λυγμό και θρονιάστηκε στον καναπέ. 

«Όχι! Όχι!» ούρλιαξε στο τηλέφωνο, «δεν υπάρχει περίπτωση να του πω κάτι!» και μετά ξέσπασε σε αναφιλητά. «Το θέλω αυτό το παιδί, είναι δώρο Θεού.... Όχι, δεν πρέπει να μάθει ποτέ...» Ήταν φανερό ότι της ήταν εξαιρετικά δύσκολο να απαντάει στο συνομιλητή της. «Μα έφυγε έτσι ξαφνικά και δεν πρόλαβα, όλα έγιναν τόσο γρήγορα.... Τι να του πω τώρα! Είναι πια αργά.... Είχα την ευκαιρία μου και τον απομάκρυνα, ενώ πάντα τον αγαπούσα τόσο...» Η Σόφι είχε χάσει τελείως τον έλεγχο πια, και προσπαθούσε να ανασάνει ανάμεσα στα αναφιλητά της. «Όχι, δεν είναι εδώ. Θα έχει βγει έξω...» Η Μαριάννα κατάλαβε ότι η Σόφι αναφερόταν σε εκείνη και ένιωσε τα πόδια της να λυγίζουν από το σοκ.

Η  Σόφι  πήρε μια βαθιά ανάσα. «Ναι, θα τα πούμε. Στο υπόσχομαι. Μην του πεις κάτι, σε ικετεύω», είπε και έκλεισε μετά το τηλέφωνο για να ξεσπάσει σε νέους λυγμούς. Μετά από λίγο η  Σόφι φύσηξε τη μύτη της και η Μαριάννα άκουσε συρτάρια να ανοίγουν και να κλίνουν. Σε λίγο η πόρτα του ασανσέρ άνοιξε και έκλεισε βυθίζοντας το διαμέρισμα σε νεκρική σιγή. 

Τα χέρια της Μαριάννας ακούμπησαν ασυναίσθητα το στομάχι της. Ήταν σαν να ήθελε να βεβαιωθεί ότι δεν αιμορραγούσε στα αλήθεια, διότι ο πόνος που ένιωθε της ξέσκιζε τα σωθικά. Τα πόδια της δεν την κρατούσαν άλλο και το κεφάλι της πήγαινε να σπάσει. 

Είχε βγάλει τη Σόφι από το μυαλό της από τις πρώτες κιόλας στιγμές με τον Αλεξάντερ. Σαν να μην ήθελε να ασχοληθεί με τη γυναίκα που ήταν παντού παρούσα στη ζωή του. Τώρα έπρεπε να έρθει αντιμέτωπη με μια άλλη τρομερή αλήθεια. Η Σόφι ήταν έγκυος στο παιδί του Αλεξάντερ και δεν θα του το έλεγε ποτέ.  Δεν υπήρχαν λόγια για να περιγράψει τα συναισθήματά της. Μπορούσε να αδιαφορήσει και να συνεχίσει να είναι μαζί με τον Αλεξάντερ παρ’ ότι γνώριζε; Να του έλεγε όλα όσα είχε ακούσει φέρνοντας την Σόφι σε τρομερά δύσκολα θέση; Αν ήταν σίγουρη ότι ο Αλεξάντερ είχε σχέση με τη Σόφι, θα είχε μείνει μακριά. Αλλά και η ίδια δε φρόντισε να αγνοήσει τα σημάδια; Ο Αλεξάντερ της είχε πει αόριστα ότι η Σόφι ήταν μια γυναίκα με κατανόηση. Η ίδια γυναίκα όμως πριν από λίγα λεπτά έκλαιγε σαν μικρό παιδί, αποκάλυπτε την βαθιά αγάπη της και την απόφασή της να κρατήσει μυστικό αυτό που της είχε συμβεί. 

Η Μαριάννα δεν έκλαιγε. Ήταν σίγουρη ότι δεν έκλαιγε. Αλλά από τα μάτια της τα δάκρια έτρεχαν βροχή. 

Ότι και αν είχε συμβεί μεταξύ της Σόφι και τον Αλεξάντερ έπρεπε να το ρυθμίσουν μόνοι τους, χωρίς να είναι η δική της παρουσία τροχοπέδη. Άλλωστε όλη η ιστορία ήταν μια τρέλα. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα, τόσο ξαφνικά... Με χέρια που έτρεμαν, σκούπισε τα μάτια της και πήγε στο δωμάτιό της. 

«Πρέπει να φύγω από δω», είπε δυνατά, για να κινητοποιήσει τον εαυτό της. Με μηχανικές κινήσεις έβγαλε την βαλίτσα από την ντουλάπα και την γέμισε όπως όπως. Είχε την αίσθηση ότι το μυαλό της είχε σταματήσει εντελώς, ενώ στο νου της είχαν κωλύσει δυο λέξεις σαν παλιός δίσκος σε πικάπ. «Δικός μου, δικός μου». 

Storm at heart (greek)Onde histórias criam vida. Descubra agora