~Έχασα τον έλεγχο~

104 26 9
                                    

Ο Τζον άνοιξε την πίσω πόρτα του οχήματος και η γυναίκα του επιβιβάστηκε. Κάθισε δίπλα της και έβαλε τον χαρτοφύλακα κάτω, πίσω από το κάθισμα του συνοδηγού. Τίναξαν τα παλτά  τους ώστε να διώξουν τις περισσότερες σταγόνες βροχής από πάνω τους. Χαρούμενος με την επαγγελματική τους επιτυχία πέρασε το χέρι του γύρω από το λαιμό της και τραβώντας την προς το μέρος του την φίλησε απαλά στο μέτωπο. Ο Άνταμς έφτιαξε το καθρέφτη κοιτάζοντάς τους στα πίσω καθίσματα. Χαμογέλασε.
~Μάλλον το πετύχαμε με την πρώτη το γραφείο σωστά;~
Είπε και γύρισε το κλειδί βάζοντας το αμάξι μπρος. Πάτησε το γκάζι, έστριψε το τιμόνι αριστερά και ξεκίνησαν για το σπίτι. Καθώς διέσχιζαν τους βρεγμένους δρόμους του Φορξ, η Άλεξ είχε τοποθετήσει τον αγκώνα της στο παράθυρο κοιτάζοντας σκεπτική έξω. Όλα είχαν πάει καλά. Το γραφείο βρέθηκε και μάλιστα πολύ γρήγορα. Δεν ταλαιπωρήθηκαν σχεδόν καθόλου. Ποιος ο λόγος να υπάρχει αυτή η πτώση διάθεσης; Κάθισε έτσι αρκετή ώρα μέχρι που το αυτοκίνητο έφτασε λίγα χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι τους. Το βλέμμα της έγινε  ανήσυχο. Για την ακρίβεια... έμοιαζε τρομοκρατημένο. Ξεκίνησε να κοιτάζει γύρω της ανασαίνοντας γρήγορα και βαριά. Ήταν λες και είχε βρεθεί σε μια άλλη πραγματικότητα. Σε μια
άσχημη και τρομακτική πραγματικότητα. Έκλεισε τα μάτια της. Ο Τζον έστρεψε το βλέμμα του σ' εκείνη. Παρατήρησε την αλλόκοτη συμπεριφορά της. Ήταν η πρώτη φορά από την αρχή της γνωριμίας τους που την έβλεπε σε αυτή την κατάσταση.
~ Άλεξ; Άλεξ είσαι καλά;!~
Της φώναξε και άπλωσε το χέρι του πιάνοντας το δικό της με σκοπό να την ηρεμήσει. Εκείνη ακριβώς την στιγμή η κρίση κορυφώθηκε. Τίναξε το χέρι της πετώντας μακρυά το δικό του και φώναξε μια πρόταση.
"Ντέιβ... Όχι... Ντέιβ τρέξε στην
  ντουλάπα!".
Ο Άνταμς οδηγούσε όσο πιο
προσεκτικά και γρήγορα μπορούσε παρακολουθώντας την από τον καθρέφτη να συμπεριφέρεται σαν εξαγριωμένο θηρίο, φωνάζοντας συνέχεια το όνομα του γιου της. Το καινούριο τους σπίτι απείχε μόλις εκατό μέτρα. Ο χρόνος πάγωσε. Άνοιξε τα μάτια, σήκωσε το κεφάλι της κοιτάζοντας ψηλά και έβγαλε μια δυνατή εκπνοή. Γύρισε προς το μέρος του Τζον και τον πέταξε από πάνω της στέλνοντάς τον στην άλλη άκρη του οχήματος. Άνοιξε την πόρτα και πήδηξε από το αυτοκίνητο ενώ ήταν εν κινήσει. Έπεσε και κυλίστηκε στην άσφαλτο σκίζοντας το ακριβό λευκό ταγιέρ της. Τα χέρια, τα πόδια και το πρόσωπό της είχαν γεμίσει μεγάλες, κόκκινες και βαθιές πληγές. Το αυτοκίνητο φρέναρε απότομα. Ο Τζον γούρλωσε τα μάτια του σοκαρισμένος κοιτάζοντας στην αρχή την ορθάνοιχτη πόρτα του αμαξιού και στην συνέχεια πίσω για την σύζυγό του. Η Άλεξ είχε εξαφανιστεί. Το μόνο που υπήρχε στο σημείο της πτώσης ήταν τα λευκά της τακούνια που τα χτυπούσε βίαια η δυνατή βροχή.
~Τζον.~
Ο Άνταμς έσπασε την ολιγόχρονη  σιωπή. Όμως ο γιος του συνέχισε να κοιτάζει τα λασπωμένα πλέον υποδήματα.
~Τζον! Κοιτάζεις προς την λάθος
μεριά...~
Κούνησε το κεφάλι του γρήγορα
δύο φορές πέρα δώθε ώστε να ξεφύγει από τον λήθαργο που είχε εγκλωβιστεί. Κοίταξε μέσα από το παρμπρίζ. Η γυναίκα του είχε σηκωθεί με ασύλληπτη ταχύτητα. Είχε προσπεράσει το αυτοκίνητο τρέχοντας ξυπόλυτη ώστε να μπορέσει να εξοικονομήσει χρόνο φτάνοντας πιο γρήγορα δίπλα στο παιδί της. Κοντά στον αγαπημένο και πολύτιμο γιο της.
~Κρατήσου Ντέιβ!~
Έλεγε και ξαναέλεγε καθώς τα γυμνά της πόδια πατούσαν το ένα μετά το άλλο στην μουσκεμένη άσφαλτο. Έπρεπε να φτάσει γρήγορα. Δεν υπήρχε πολύς χρόνος. Συνέχισε να τρέχει έως ότου βρέθηκε έξω από την
κατοικία. Έτρεξε με δύναμη προς την πόρτα. Μέσα στο σπίτι ο Ντέιβ Νέλσον βλέποντας την γιαγιά του σε κατάσταση παραφροσύνης έκλεισε την πόρτα του δωματίου του και διπλοκλείδωσε. Σκέφτηκε καλύτερα. Η Λίλη φαινόταν σαν μην ένιωθε πόνο χτυπώντας τον παλιό φράχτη της αυλής τους. Τα χέρια της είχαν γεμίσει σκλήθρες και αίματα όμως εκείνη συνέχισε να τον γρονθοκοπάει.
~Δεν θα αντέξει...~
Πήρε την παλιά καρέκλα δίπλα από το γραφείο και την στερέωσε μπροστά από την πόρτα. Η ηλικιωμένη γυναίκα ανεβαίνοντας τα σκαλιά δύο-δύο για τον πάνω
όροφο έφτασε έξω από το δωμάτιο. Κατέβασε το χερούλι επιθετικά τρεις φορές.
~Γιαγιά;~
Η Λίλη έπεσε με δύναμη πάνω στην πόρτα. Κατάφερε και την έσπασε πετώντας την καρέκλα με φορά πάνω στην ντουλάπα.  Ταυτόχρονα, η Άλεξ με μια κλωτσιά άνοιξε την κεντρική πόρτα. Ανέβηκε επάνω και αυτό που αντίκρισε έκανε το αίμα της να παγώσει. Η Λίλη βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής από τον γιο της. Έμοιαζε σαν να προσπαθούσε να συγκρατήσει τον εαυτό της, όμως ήξερε πως ήταν ζήτημα δευτερολέπτων να χάσει ολοκληρωτικά τον έλεγχο και να
ορμήσει δίχως έλεος. Έπρεπε να δράσει αμέσως.
~Λίλη!~
Της φώναξε με σκοπό να τραβήξει την προσοχή της από τον κλειδωμένο στόχο στα μάτια της. Τα μάτια της. Τα μάτια της ήταν διαφορετικά. Απόκοσμα. Η ίριδα ήταν... όχι δεν έπρεπε να το δει ο Ντέιβ αυτό. Δεν έπρεπε να την αφήσουν μόνη με τον Ντέιβ. Η Άλεξ με γρήγορες και προσεκτικές κινήσεις την έπιασε από τα χέρια τραβώντας την έξω από το δωμάτιο. Ο Άνταμς μαζί με τον Τζον πέρασαν το κατώφλι της σπασμένης πόρτας και ανέβηκαν επάνω. Αντικρίζοντας το σκηνικό του τρόμου σταμάτησαν στο
τελευταίο σκαλί σοκαρισμένοι.
~Θα ήθελα λίγη βοήθεια εδώ
  Τζον! Άνταμς την πόρτα!~
Είπε αγκομαχώντας ενώ προσπαθούσε να κρατήσει την Λιλή. Ο Άνταμς μπήκε στο δωμάτιο και έκλεισε την πόρτα.
~Παππού τι συμβαίνει;!~
____________________________________
Το 11ο κεφάλαιο επιτέλους δημοσιεύθηκε. Αφήστε την ψήφο σας πατώντας το ☆ ☺🐺

Κάτω από το Φεγγάρι Donde viven las historias. Descúbrelo ahora