Δε θέλω να παντρευτώ...

364 51 2
                                    


Η Νάιρα κατέβηκε αθόρυβα την εσωτερική σκάλα και κατευθύνθηκε προς την κουζίνα. Ήταν επτά το πρωί. Σηκωνόταν τόσο νωρίς για να μη συναντάει τον Ιωσήφ. Μπήκε στην κουζίνα και τον είδε να πίνει καφέ μπροστά από το μεγάλο παράθυρο. Εκείνη κοντοστάθηκε και τον κοίταξε φευγαλέα. Ύστερα έστρεψε το βλέμμα της προς τη καφετιέρα. Με ταχύ βήμα βρέθηκε μπροστά της και γέμισε μια κούπα άτσαλα με αποτέλεσμα να πέσει ο ζεματιστός καφές πάνω στο χέρι της.

-<<Άουτς!>> είπε και ο Ιωσήφ γρήγορα την τράβηξε προς τον νεροχύτη όπου και της έβαλε το χέρι κάτω από το δροσερό νερό.

-<< Ευτυχώς δεν είναι πολύ. >> της είπε και της έτεινε μια πετσέτα.

Η Νάιρα τον κοίταξε με βλέμμα αφοπλιστικό. Εκείνος ένιωσε ντροπή και έκανε να βγει από την κουζίνα.

-<<Ευχαριστώ>> την άκουσε να μουρμουράει και ένα ελαφρύ χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη του. Δεν της το έδειξε όμως, αφού της είχε ήδη γυρίσει την πλάτη του.

Η Νάιρα κοιτούσε το χέρι της, εκεί που την είχε αγγίξει ο Ιωσήφ. Ένιωθε ακόμα το άγγιγμά του, το άρωμα του που σκαρφάλωσε στα ρουθούνια της. Το μυαλό της είχε γεμίσει με την εικόνα του: το γεμάτο γωνίες πρόσωπό του, που από κοντά ήταν ακόμη πιο όμορφο, τα στιβαρά του μπράτσα. Πόσο θα ήθελε να την πάρει μια αγκαλιά... Μόνο μία και ύστερα ας χανόταν. Τα δευτερόλεπτα που της κρατούσε το χέρι δεν πήρε τη ματιά της από τα χείλη του. Τα χείλη εκείνα που είχαν αγγίξει τα δικά της και την είχαν κάνει να χάσει τη γη κάτω από τα πόδια της. Έφερε την κούπα με τον γαλλικό καφέ στα χείλη της και ήπιε μια γενναία γουλιά. Μακάρι να γύριζε το χρόνο πίσω, να μην αναλάμβανε ποτέ αυτόν τον γάμο. Ήπιε άλλη μια γουλιά και έχυσε τον υπόλοιπο καφέ στον νεροχύτη. Ύστερα πήρε τα γάντια και την τσάντα της και πήγε προς την πόρτα. Βγήκε έξω και ξεκλείδωσε το αυτοκίνητό της. Σήμερα είχε να συναντηθεί με τη Δήμητρα για κάποιες τελευταίες λεπτομέρειες και για να γίνει η πρόβα του νυφικού. Έβαλε το ραδιόφωνο και σιγοτραγούδησε τους στίχους του τραγουδιού. Είδε τον ουρανό από το παράθυρό της, ήταν βαρύς, όπως όλες αυτές τις μέρες. Κοίταξε την ώρα και χαμογέλασε. Αν και ήταν μόλις 7:45 η φίλη της η Χριστίνα θα ήταν ήδη στο μαγαζί και θα έφτιαχνε τις παραγγελίες. Σταμάτησε σε ένα καφέ και πήρε δύο ζεστούς καπουτσίνο και ντόνατς. Πάρκαρε έξω από το μαγαζί της φίλης της και μπήκε μέσα. Ήταν σκοτεινά ακόμα, δεν είχε ανοίξει τα φώτα και αυτό ήταν πραγματικά παράξενο για τη φίλη της, αφού η πρώτη της κίνηση αφού άνοιγε το μαγαζί της ήταν να ανοίξει τα φώτα.

ΚάρμαDonde viven las historias. Descúbrelo ahora