Μεθυσμένη

725 43 1
                                    

"Πώς βρέθηκες εδώ;" τον ρώτησα

Με κοίταξε χαμογελώντας γλυκά. Ασυνήθιστο για τον Αρούλη. Ας το παίξω καλό κορίτσι.
"Πώς βρεθήκατε εδώ; Συγγνωμη το ξέχασα."είπα χαμηλώνοντας το κεφάλι.
"Καλά εντάξει, δεν πειραζει Παξινού." Είπε ενώ με το δάχτυλο του σήκωσε το πηγούνι μου φέρνοντας τα μάτια μου στο ύψος των δικών του.
"Πάντως ευχαριστώ. Χωρίς το παγωμένο νερό σου, θα πέθαινα."του είπα χαμογελώντας.
"Ναι είμαι σίγουρος για αυτό. Πόση ώρα έμεινες να καίγεσαι;"
"Αστα! Περίπου ένα λεπτό, αλλα μου φάνηκε αιώνας."
"Με δουλεύεις; ένα λεπτό, είναι αιώνας για κάψιμο. Πρέπει να έχεις εγκαύματα."
"Ε εντάξει μην τα παραλέτε. Πονάω βέβαια είναι η αλήθεια." Είπα κοιτώντας το στέρνο μου.
"Βρε Παξινού και εσύ! Δεν μπορούσες να έβαζες κάτι που να κάλυπτε όλο το σώμα, δε θα καιγόταν απευθείας το δέρμα σου."
"Εμ! Δε σκέφτηκα οτι πριν πάω Γυμναστήριο, θα καιγόμουν."
"Καλά καλά. Καλύτερα να πας να φροντίσεις τα καψίματα σου. Βάλε αλοιφή."
Κοίταξα το κινητό μου, είδα ενα μήνυμα από τον Αλέξη.

Μου κουβαλήθηκαν γονείς στο σπίτι, όποτε ρε Εμμούλα δε θα μπορέσω. Χίλια συγγνωμηηη, θα επανορθώσω.

Ουφ, ανακουφιστηκα. Δεν είχα όρεξη μετά από όλα αυτά, να πάω γυμναστήριο.
"Λοιπόν, να πηγαίνω. Τα λέμε δεσποινίς Παξινού! Και άλλη φορα προσοχή." Είπε και έφυγε.
Έτρεξα πάνω και έβγαλα ολα τα ρούχα μου. Έπρεπε να ξανακάνω μπάνιο. Μπήκα στη μπανιέρα και άφησα να τρέξει παγωμένο νερό επάνω μπυ, ανακουφίζοντας τα καψίματα μου. Έβαλα το μπουρνούζι μου και βγήκα στο σαλόνι.
Ήθελα τόσο πολύ να βγω στο μπαλκόνι.
Να πάρω Αέρα, να συνεχίσω το βιβλιαράκι μου...
Αλλα δε το έκανα.
Πήγα στο δωμάτιο μου, και ξάπλωσα. Σκεφτόμουν διάφορα περίεργα πράγματα, μέχρι που έκλεισα τα μάτια μου και κοιμήθηκα.

Ένα κρύο ρεύμα διαπέρασε το σώμα μου και με ξύπνησε. Άνοιξα αργά τα μάτια μου και συνειδητοποίησα οτι ήμουν ακόμα με το βρεγμένο μπουρνούζι. Σηκώθηκα και είδα από το μπαλκόνι οτι ήταν ακόμα σκοτάδι. Κοίταξα την ώρα. 2:00.
Έβαλα τα εσώρουχα μου, το σορτσάκι μου και το τοπάκι μου και πήγα στην κουζίνα.
Ήθελα κάτι αλκοολούχο. Παρόλο που δε το συνηθίζω το αλκοόλ, αυτο αποζητούσα.
Άνοιξα τη βιτρίνα με τα ποτά. Βότκα, ουίσκι. Μπα...
Ένα καλό κρασάκι βασικά θα το έπινα τέτοια ωρα στο μπαλκόνι.
Πήρα το μπουκάλι , πήρα το κινητό μου και το βιβλίο μου και κάθισα έξω στο μπαλκόνι. Άφησα το κρασί με το βιβλίο στο τραπέζι και πήρα το κινητό στα χέρια μου, για να βάλω μουσική.
Έβαλα κλασική μουσική. Mozart! Με ηρεμεί.
Δεν Ακουγόταν πάρα πολύ. Δε θα ξύπναγε κανέναν. Αλλά ήταν τόσο δυνατά ώστε να μπορεί να ακουστεί τέσσερα μέτρα μακριά
Πήρα το βιβλίο στα χέρια μου, άπλωσα τα πόδια μου στα κάγκελα και άρχισα να χάνομαι ξανά στις σελίδες του, πίνοντας από το μπουκάλι.
"Mozart, κρασί και Βίτγκεσταιν, στις 2 η ωρα το βράδυ." Πήρα τα μάτια μου για να τον κοιτάξω. Ήταν και αυτός απέναντι και διάβαζε το βιβλίο του.
"Ο,τι καλύτερο για τις αϋπνίες." Του συμπλήρωσα κοιτώντας τον κατάματα.
"Και εσεις αϋπνίες, Παξινού;"
"Μάλιστα!" Είπα και σηκώθηκα ακουμπώντας στα κάγκελα και κρατώντας στο ένα μου χέρι το κρασί.
Έκανε και εκείνος το ίδιο.
"Προσοχή! Όχι πολύ κρασί!"
"Μάλιστα μπαμπά!" Μου ξέφυγε. Τι είπα τώρα, η ηλίθια. Μπορεί και να ακούστηκε πρόστυχο. Μμμ! Λες να παίξω λίγο μαζί του.
"Μπαμπά;" γέλασε στραβά.
"Ναι, γιατί όχι; Έτσι μιλάνε οι μπαμπάδες. Σώζουν τις κόρες τους, από λεωφορεία με επιτήδειους, από το να χαθούν μες την πόλη, από καυτό καφέ, από το να μεθήσουν..." είπα με ένα υφός, λίγο πονηρό.
" Συμπτώσεις Παξινού! Ο καθένας θα έκανε το ίδιο!"
"'Μμμ ναι! Καλά! Εσύ με έχεις σώσει από πολλά πράγματα Άρη! Έρχεσαι πάντα από μηχανής θεός και με σώζεις." Του ειπα γλυκά, πίνοντας μια γουλιά από το κρασί μου.
"Φαίνεστε υγρή. Θα κρυώσετε!" Μου είπε νορμάλ.
"Προστυχε τύπε! Υγρή, μονο για σενα..." νομίζω οτι το κρασί με πειραζει. Γενικά ακόμα και με τα δυο ποτήρια κρασί, ζαλίζομαι.
"Παξινού!" Μου είπε σοβαρά.
Συνέχισα να πίνω αναισθήτως.
"Θέλεις να σου κάνω στριπτιζζζ;" ρώτησα παραπατώντας.
"Παξινού!" Φώναξε σοβαρά.
Άρχισα να βγάζω τη μπλούζα μου. Εκείνος έτρεξε μέσα. Που πήγε;
Άρχισα να κλαψουρίζω σαν μωρό...
"Αρηηη;;" φώναξα χαλώντας αυτή τη γαλήνια ηρεμία της γειτονιάς.
Είδα την πόρτα της πολυκατοικίας του να ανοίγει. Έβγαινε αυτός και έτρεχε προς την πολυκατοικία μου.
Μετά χάθηκε από τον δρόμο.
Σε λίγα λεπτά άκουσα την πόρτα να χτυπά.
Πήγα και άνοιξα.
Δάγκωσα προκλητικά τα χείλη μου και ήπια άλλη μια γουλιά κρασί.
Εκείνος μου το άρπαξε και τ έβαλε στον πάγκο.
"Παξινού! Πρέπει να πας για ύπνο!" Μου είπε γλυκά.
"Τσουυυ! Δε θέλω! Θέλω....." τον κοίταξα προκλητικά στα χείλη του.
" Θες να κοιμηθείς;" είπε κοιτώντας και εκείνος αμήχανα τα χείλη μου.
"Άρη..." του είπα χαριτωμένα γλείφοντας τα χείλη μου αισθησιακά.
"Τι είναι Έμμα;" με κοίταξε κατάματα απαλύνοντας τη φωνή του.
" θέλω να με βάλεις για ύπνο."
"Δεν μπορείς μόνη σου;" είπε σοβαρά, ταυτόχρονα γλυκά!
" Μπορώ αλλά... Θέλω εσένα daddy να με σκεπάσεις."
" Είστε μεθυσμένη δεσποινίς...Παξινού!"
.....
Ανοίγω τα βλέφαρα μου, που είναι βαριά. Το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να δω την ώρα στο κινητό.
10.00
Τέλεια! Έχασα τις πρώτες ώρες. Σηκώθηκα γρήγορα. Έβαλα ένα τζιν μια τυχαία μπλούζα, το τζάκετ μου. Βάζω παπούτσια. Παίρνω μαζι μου, χτένα, τσάντα, κινητό, κλειδιά και λεφτά. Βγαίνω έξω και Μπαίνω στο ασανσέρ. Κοιτάω τους μαύρους κύκλους μου, ενώ χτενίζω τα μαλλια μου. Τουλάχιστον Έγινα λίγο άνθρωπος.

Για πάντα μαθήτρια σουWhere stories live. Discover now