Τέλος!... ή μήπως όχι;

2.3K 185 162
                                    

Ένα μήνα μετά.

«Επιτέλους!», ψιθύρισε ο Χριστόφορος, «φεύγουμε για Ρώμη».

Έγειρε προς τα πίσω το κεφάλι του στο κάθισμα του αεροπλάνου και ξεφύσηξε ανακουφισμένος.

«Είσαι χαρούμενος;», τον ρώτησε η Βάλια.

«Λίγο καιρό πριν πίστευα πως δεν θα το έλεγα ξανά, όμως είμαι ευτυχισμένος».

Η Βάλια χαμογέλασε πλατιά.
Και τι δεν θα έδινε να τον έβλεπε έτσι για πάντα.

«Και η μητέρα σου πάντως δείχνει καλά...»

«Ναι! Της στοίχισε βέβαια όλο αυτό με τον Ανδρέα, όμως όσο κι αν την πλήγωσε, ήξερε πως ήταν αυτό που έπρεπε για εκείνον».

«Ναι και μάλιστα η απόφαση του δικαστηρίου ήταν ομόφωνη, όπως κι εκείνη των γιατρών...»

«Θα με παραξένευε αν δεν ήταν».

«Στεναχωρήθηκες;»

«Για το ψυχιατρείο; Μωρό μου σίγουρα θα ήθελα κάτι καλύτερο για τον αδερφό μου, όμως πιστεύω πως είναι το πιο σωστό για εκείνον. Είχε προβλήματα. Μπορεί να προσπαθούσε να τα κρύψει, όμως ήταν φανερό... Καλό είναι όταν υπάρχουν τέτοια θέματα να τα εντοπίζεις και να προσπαθείς να τα λύσεις. Εκεί που πήγε τώρα είμαι σίγουρος πως θα τον βοηθήσουν».

«Μικρή φυλακή», ψιθύρισε η Βάλια.

«Προτιμότερη από τη μεγάλη που δεν του πρέπει κιόλας! Δεν έχει δουλειά ο Ανδρέας ανάμεσα στους εγκληματίες...»

«Ενώ ανάμεσα στους τρελούς, ε;»

«Δεν το εννοούσα έτσι. Ξέρεις... περίμενα να αισθανθώ μέσα μου κάποια λύτρωση, μια δικαίωση για όσα μας έκανε, αλλά δεν νιώθω έτσι. Λυπάμαι για εκείνον, μακάρι να υπήρχε ένας πιο ανώδυνος τρόπος για να τον βοηθήσω».

«Ξέρεις πως είχε πραγματικά πρόβλημα, γι' αυτό δεν του κρατάς κακιά... τώρα θα εκτίσει την ποινή του εκεί μέσα;»

«Ναι, δέκα χρόνια κάθειρξη...»

«Αν σε είχε πετύχει με το όπλο του, δεν θα ήταν μόνο δέκα».

«Ήμασταν τυχεροί και οι δυο».

Πράγματι, σκέφτηκε η Βάλια.

Καρτερώντας το φεγγαρόφωτοWhere stories live. Discover now