κεφάλαιο 4°

1.1K 132 0
                                    

Μετα από ένα δύσκολο 7ωρο επιτέλους έφτασα σπίτι και το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν τι θα φάω.

Άνοιξα την πόρτα και μόλις μπήκα μέσα οι μυρωδιές μου έσπασαν την μύτη.

Ε- Μαμά τι μυρίζει έτσι; Είπα κλείνοντας τα μάτια μου για να αφεθώ σε αυτή την τέλεια μυρωδιά.

Μ(αμά)- Είπα να κάνω παστίτσιο σήμερα. Πλύνε χέρια να φάμε, είπε καθώς ετοίμαζε το τραπέζι.

Αφού έβγαλα το μπουφάν μου και τακτοποίησα την τσάντα μου, κάθησα στο τραπέζι με την μαμά μου.

Κοίταζα το κομμάτι στο πιάτο μου που με κοίταζε και αυτό, αλλά μόλις σήκωσα το πιρούνι μου για να κάνω την πρώτη δαγκωνιά ήταν σαν να βλέπω απέναντι μου τον κάφρο no.1 να με κοιτάει κατάματα με ένα ύφος ανωτερότητας.

Σ- Φάε βόδι, φάε, να δω αν θα χώρας μετά να περάσεις από την πόρτα του σπιτιού σου!

Ε- Θα φάω! Απάντησα αποφασιστικά και η μαμά μου με κοίταξε περίεργα.

Μ- Για αυτό το έκανα μωρό μου, για να το φάμε. Είπε κοιτάζοντας με περίεργα.

Ε- Εννοούσα πως μυρίζει τόσο ωραία οπότε μάλλον θα είναι πολύ ωραίο οπότε μάλλον θα φάω αρκετά κομμάτια! Είπα με μια ανάσα για να το σώσω αλλά η μαμά μου χαμογέλασε, σίγουρη πια πως το παιδί της τα έπαιξε...

Αφού τελειώσαμε με το φαγητό σηκώθηκα για να πάω στο δωμάτιο μου.

Μ- Επ επ επ. Εγώ μαγείρεψα, εσύ πλένεις πιάτα. Είπε κάνοντας μου τα γλυκά ματάκια και η ίδια ξάπλωσε στον καναπέ παίρνοντας το κινητό της.

Ε- Πότε το συμφωνήσαμε αυτό; Είπα ενώ ξεκίνησα να μαζεύω το τραπέζι.

Αφού τελείωσα με τα πιάτα πήγα στο δωμάτιο μου και έκατσα λίγο με το κινητό. Όταν όμως είδα τυχαία την ώρα και κατάλαβα πως ήταν 6παρά άρχισα να ετοιμάζομαι σαν τρελή.

Έπιασα τα μισά μαλλιά μου πάνω και τα άλλα μισά τα άφησα ελεύθερα, έβαλα μια μαύρη φόρμα με άσπρες ρίγες στο πλάι και μια μαύρη κοντομάνικη, μάζεψα στην τσάντα μου το νερό και την πετσέτα μου, έβαλα παπούτσια, μπουφάν, πήρα κλειδιά, κινητό και έφυγα για το σπίτι της Χρύσας.

Ήμουν εκεί σχετικά νωρίς οπότε αυτή την φορά δεν τρέχαμε και φτάσαμε ξεκούραστες στο γυμναστήριο.

Αφού αφήσαμε τα πράγματα μας στα ντουλάπια μας, κλείδωσα και αυτήν την φορά έδωσα το κλειδί μου στην Χρύσα να το κρατάει αυτή για παν ενδεχόμενο.

Χ- Ποιον θα πάρεις; Είπε και μου έδειχνε έναν - έναν τους διαδρόμους σαν να ήταν υποψήφιοι για να παντρευτώ.

Ε- Πόση ώρα έχω να το σκεφτώ; Της απάντησα ειρωνικά και ανέβηκα τυχαία σε αυτόν που ήταν μπροστά μου και αυτή στον δίπλα.

Χ- Πάντως πάλι ήρθαμε πρώτες.

Ε- Χμ ναι. Είπα αδιάφορα. Λες σήμερα να είναι και αυτός

Χ- Που σου χαμογέλασε χθες; Είπε πριν προλάβω να ολοκληρώσω.

Τελικά δεν ήταν παραίσθηση από την πείνα, έγινε στα αλήθεια. Σκέφτηκα και χαμογέλασα τόσο όσο να μην το καταλάβει η Χρύσα.

Συνεχίσαμε το διάδρομο χωρίς να μιλάει καμιά μας για λίγα λεπτά και σε αυτόν τον χρόνο ανακάλυψα πως ο διάδρομος μου είχε παιχνίδια.

Σ- Εγώ παίρνω τον διάδρομο δίπλα στην χοντρούλα, ο Παύλος θα πάρει τον δίπλα και εσύ Νίκο τον παραδίπλα.

Π- Εγώ θα πάρω τον διάδρομο δίπλα της. Είπε φέρνοντας αντίρρηση.

Σ- Γιατί;

Π- Γιατί δεν μ' αρέσει να μου λένε τι να κάνω. Είπε ξεκινώντας τον διάδρομο. Έτσι οι άλλοι δύο πήραν τους παραδίπλα.

Κοίταξα την Χρύσα η οποία ήδη με κοιτούσε με ένα χαμόγελο σαν αυτά που έχουν ζωγραφισμένα οι clown, creepy!

Τότε ακούστηκε ο χαρακτηριστικός ήχος του messenger από το κινητό μου. Το ανοίγω, βλέπω το εικονίδιο της Χρύσας στην οθόνη και το πατάω για να μου ανοίξει το μήνυμα.

Χ- ~Τώρα αυτός πήρε τυχαία τον διάδρομο δίπλα από τον δικό σου;~

-----------------------------------------------------------

Ο Σάκης βγάζει ένα κομμάτι από τον χειρότερο του εαυτό όταν βρίσκεται με την Μαρία αλλά τα δύο αδέρφια (Νίκος και Παύλος) φαίνεται να παίρνουν το μέρος της. Ο καθένας για τους δικούς του προσωπικούς λόγους.
Αν αυτό το κεφάλαιο δεν σαν φάνηκε τόσο ενδιαφέρον υπόσχομαι το επόμενο να είναι καλύτερο!💘

ΘΑ ΜΕ ΘΕΛΕΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΝ ΘΕΛΩ!!Donde viven las historias. Descúbrelo ahora