7

15 3 0
                                    

"Λοιπόν πάει και αυτή η μέρα" μου λέει η Ρανια γυρίζοντας γύρω γύρω με την καρέκλα τις
"Μμμ" συμφωνώ μουκριζοντας καθώς απενεργοποιώ τον υπολογιστή

"Απο το πρωί που σου μίλησα είσαι κάπως.Ολα καλά; "
"Ναι.. ναι μια χαρά" απαντώ σιγά. 
Στην πραγματικότητα ήμουν χάλια απο το πρωί για αυτά που είπε

Με πείραξε πολύ που ανάφερε το παρελθόν. Είναι ενα θέμα που με πονά πολύ.  Και στην τελική δεν τον ξέρει καν πως μπορεί να σχετιζει 2 διαφορετικους  ανθρώπους ή τουλάχιστον έτσι νομίζω.

"Είναι αργά θες να σε παω μέχρι το σπίτι; "

Σκέφτομαι να αρνηθώ αλλά τα τακούνια θα με δυσκολεψουν στο περπάτημα.

"Ναι πάμε"
Χαμογελάω περνώ την τσάντα μου και πάμε προς το ασανσέρ

"Κοίτα συγνώμη που σου μίλησα πριν έτσι πριν αλλά φοβάμαι για εσένα. Έχουν περάσει χρόνια αλλά το τραύμα δεν θα φύγει. Εγω ήμουν δίπλα σου. Δεν έφυγα ποτε και πραγματικά δεν θέλω να επαναληφθεί. "
Μου λέει ενω ειμασταν στο ασανσέρ

"Το καταλαβαίνω και πραγματικά σε ευχαριστώ απλά προσπαθώ να προχωρήσω.  Οχι μεν με αυτόν αλλά προσπαθώ."

Τις λεω και αναστενάζω
"Όπως θες απλά σε παρακαλώ πρόσεχε.  Εντάξει;"

________________
Παρκάρουμε στο σπίτι μου και περιμένω να μου πει η Ρανια αυτο που θέλει.

"Λοιπόν; ". Ρωταω με ενα χαμόγελο

"Λοιπόν σε λιγότερο απο μια εβδομάδα περίπου είναι η δεξίωση ναι;"
Νευω και συνεχίζει

"Έχεις μια εβδομάδα άδεια χωρίς δουλειά χωρις πρωινό ξύπνημα και βάψιμο να ετοιμάσεις. Και πριν αρχίσεις θα σου πω ότι σου εχω ενα μικρό δωτο στο λογαριασμό σου  να  γίνεις μια θεά και να έρθεις.  Δεν δέχομαι άρνηση. "

Λέει και χαμογελάω.  Τγν κάνω μια σφιχτή αγκαλιά και τις ψυθηριζω 'ευχαριστώ'

"Εσύ όμως θα είσαι μόνη σου"
Τις λεω και χαμογελάει
"Ίσως να είμαι με τον Τζόνι"
Λέει κοκκινιζοντας και γουρλωνω τα μάτια.

"Ελα ρε!; όντως; θα το πας σοβαρά;" ρωτάω κι δεν μπορώ να σταματήσω να χαμογελάω. 
Νευει χωρίς να θέλει να μιλήσει.

"Λοιπόν το αμόρε σε παρακολουθεί απο το παράθυρο"
Λέει καθώς γυρνάει τον καθρέφτη του αυτοκινήτου του
"Δεν είναι αμόρε"
"Ναι αλλα σε παρακολουθεί"
"Παω πάσο" λεω και σηκώνω τα χέρια.
"Λοιπόν θα τα πούμε από το τηλέφωνο αύριο." Λεω και την φιλάω σταυρωτά

"Θα τα πούμε" Λέει και κλείνει το μάτι.

Κλείνω την πόρτα κι βλέπω τον Βίκτωρ να με κοιτάζει.  Κλείνει το μάτι και τραβάει τις κουρτίνες.

Γυριζω το κλειδί και μπαίνω στο σπίτι ανοίγοντας την πόρτα.  Πετάω μακριά τις γόβες το σακάκι και την τσάντα.
Το τελευταίο που θυμάμαι ειναι να κλείνω τα μάτια μου στον μεγαλο μου καναπέ.

Αδιέξοδος Where stories live. Discover now