Πράξη I, Σκηνή Ι

539 40 22
                                    

Ήταν η τελευταία ώρα της ημέρας μιας βαρετής Τρίτης στα μέσα Σεπτέμβρη. Το κουδούνι είχε χτυπήσει εδώ και τρία λεπτά αλλά κανένας μαθητής δεν είχε μπει ακόμα με αποτέλεσμα να κάθεται μόνος του στις καρέκλες που βρισκόταν σε κύκλο πάνω στη σκηνή. Η καθηγήτρια ταίριαζε κάτι σκηνικά στα παρασκήνια.

Κάποια στιγμή ακούστηκαν φωνές και γέλια, ο Ζαχαρίας είδε την ομάδα αγοριών της τάξης να διασχίζει τα δρομάκια ανάμεσα στις καρέκλες των θεατών. Όλοι τους ήταν πέντε και ήταν από τα πιο γνωστά αγόρια του σχολείου. Κανένας δεν έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στον Ζαχαρία, αλλά μπορούσε να δικαιολογήσει το ότι ναι, ήταν ωραίοι.

Ότι τους φοβόταν θα ήταν υπερβολή, ούτε τους αντιπαθούσε, απλά δεν είχε κανένα συναίσθημα, αφού και αυτοί το μόνο που έκαναν ήταν να τον αγνοούν. Δεν ήξερε ακριβώς πότε είχε αρχίσει όλο αυτό. Από το γυμνάσιο ακόμα ο Ζαχαρίας θυμάται τον εαυτό του να είναι μόνος. Το πράγμα δεν άλλαξε όταν πήγε στο λύκειο. Μερικές φορές κάποια κορίτσια του μιλούσαν αλλά ποτέ δεν κόλλησε με κανέναν. Δεν τον ενοχλούσε, αλλά τον έκανε να νιώθει άβολα σε καταστάσεις όπως 'φωτιγραφίες ημερολόγιου', 'φτιάξτε ομάδες για αυτή την εργασία' κτλ.

Ούτε η οικογένειά του έδειχνε να καταλαβαίνει την κατάσταση του γιου της. Οι μόνες στιγμές που δεν ήξερε τι να πει ήταν: της μαμάς του τα 'δεν θα βγεις με τους φίλους σου; Σάββατο βράδυ είναι' ή τα γνωστά του μπαμπά του 'παίζει κανένα κοριτσάκι;'. Και μόνο που το σκέφτεται ο Ζαχαρίας έχανε πέντε χρόνια από τη ζωή του.

"Α! Επιτέλους ήρθατε παιδια!" τον ξύπνησε από τις σκέψεις του η δυνατή και τραγουδιστή φωνή της καθηγήτριας. Μόλις τώρα συνειδητοποίησε ότι όλοι οι μαθητές της τάξης είχαν έρθει και καθόταν στον κύκλο.

"Ωραία ωραία, ας αρχίσει το μάθημα"

Και το μάθημα άρχισε και τελείωσε πολύ γρήγορα. Η καθηγήτρια τους έβαλε να διαβάσουν μέσα από το βιβλίο της Θεατεολογίας που τους είχε μοιραστεί από την πρώτη λυκείου ακόμη, για τον Σέξπιρ. Ο Ζαχαρίας δεν θα έλεγε ότι ήταν μεγάλος οπαδός του θεάτρου αλλά του άρεσε το ιστορικό πλαίσιο. Πώς διασκέδαζε τους απλούς ανθρώπους και όχι μόνο τους λόγιους.

Στο δεύτερο μισό τους έβαλε να παίξουν θέατρο, Όπως γίνετε σε κάθε μάθημα. Αυτή τη φορά το παιχνίδι τους ήταν το εξής: δυο παιδιά διάβασαν το κείμενο και άλλα δύο έπρεπε να το αναπαραστήσουν τη σκηνή, χωρίς βέβαια να ξέρουν τι λέει το κείμενο από πριν. Αυτοί που διάβαζαν ήταν η απουσιολόγος και ένα αγόρι που ο Ζαχαρίας ήξερε ότι είχαν νικήσει ένα διαγωνισμό μαθηματικών και αυτοί που έπαιζαν ήταν μια από τα πιο γνωστά κορίτσια του σχολείου και ένας από την ομάδα των αγοριών. Τα υπόλοιπα αγόρια των κορόιδευαν και περισσότερο ένας που ο Ζαχαρίας θυμόταν να τον φωνάζουν Αχιλλέα. Η κυρία φαίνεται δεν ευχαριστήθηκε καθόλου από τα σχόλια γι' αυτό ανέθεσε στο αγόρι να παραμείνει στο διάλειμμα και να τεριαξει τις καρέκλες.

Ω Ρωμαίο, Ρωμαίο {b×b}Where stories live. Discover now