Πράξη IV, Σκηνή Ι (Μέρος ΙΙ)

264 26 8
                                    

Τέλειωσαν την πρόβα με το τέλος της σκηνής. Η κ. Ανθή του είπε δύο λόγια αλλά ο Ζαχαρίας τα άκουσε χωρίς να προσέχει. Το μυαλό του σκεφτόταν μόνο ένα πράγμα. Το σώμα του παλλόταν μόνο για να ακουμπήσει ένα συγκεκριμένο άτομο.

Έγνεψε καταφατικά, αποχαιρετώντας έτσι την κυρία και την Στέλλα.

Έκανε μερικά βήματα πίσω.

Τον βρήκε όχι στην πρώτη, ούτε καν στη δεύτερη αλλά στην τρίτη άδεια αίθουσα κοντά στην αίθουσα εκδηλώσεων. Ο απογευματινός ήλιος έδυε με τις σκιές να γεμίζουν μαύρο όπως γλιστρούσαν από τα παράθυρα μέσα στην τάξη. Ένιωθε την αναπνοή του να κόβετε όταν τον είδε να στηρίζετε στην έδρα.

Οι ματιές τους κλείδωσαν και όλο τα δάχτυλα, όλο του το σώμα είχε μουδιάσει από το πόσο ήθελε να πάει κοντά του.

Ήταν σχεδόν ντροπιαστικό το ποσό γρήγορα βρέθηκε στην άλλη άκρη της αίθουσας και κόλλησε το σώμα του πάνω στου Αχιλλέα. Τον έσπρωξε πίσω και ο Αχιλλέας κάθισε ακουμπώντας την πλάτη του στην καρέκλα. Ο Ζαχαρίας είχε λυγίσει ένα γόνατο δίπλα από τα πόδια του Αχιλλέα και τον κοιτούσε από πάνω με ένα χέρι να στρέφει το σαγόνι του προς το μέρος του. Ο Αχιλλέας χαμογέλασε με το θάρρος του.

"Θέλεις;"

"Θέλω."

Το βλέμμα του Αχιλλέα άλλαξε σε κάτι βαθύ σε κάτι που γέμισε το μέσα του με εκείνο το συναίσθημα.

"Λοιπόν;"

Ο Αχιλλέας έβγαλε ένα γέλιο. "Λοιπόν;"

Ο Ζαχαρίας εξέπνευσε ενοχλημένος. Τα μάτια του Αχιλλέα έπεσαν απευθείας στα χείλια του αν και ήταν τόσο κοντά που έπρεπε να κάνει πίσω το κεφάλι του για να τα δει. Τα φρύδια του Ζαχαρία κατέβηκαν με ένα μορφασμό.

Ο Αχιλλέας του χαμογέλασε και έφερε τα χέρια του γύρω από τη μέση του πάνω από το ψηλοκάβαλο παντελόνι. Ο Ζαχαρίας έφερε και το άλλο πόδι του πάνω στην καρέκλα με τα πόδια του Αχιλλέα πια, ανάμεσα στους μηρούς του.

Με μια μικρή εκπνοή, ο Αχιλλέας ακούμπησε το κεφάλι του στην πλάτη της καρέκλας κοιτώντας με μισο-κλειστά βλέφαρα τον Ζαχαρία. Ο Ζαχαρίας κουνήθηκε ταυτόχρονα φέρνοντας ένα χέρι γύρω από τον λαιμό του να στηρίζετε πάνω στην πλάτη της καρέκλας. "Πόσο χρόνο έχουμε;"

Ο Ζαχαρίας γέλασε ελαφρά. "Βλέπουν τον μονόλογο της Ιουλιέτας μετά τον θάνατό μου."

"Ωραία" είπε ο Αχιλλέας κάτω από την αναπνοή του.

Κάτι σαν ηλεκτρισμός πέρασε από την σπονδυλική του στήλη όταν η φωνή του Αχιλλέα κατέβηκε βραχνή με αυτό το ωραία. Ο Ζαχαρίας ένιωσε το στόμα του να υγραίνεται με τη σκέψη του και να γνέφει καταφατικά χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει για τι ακριβώς.

Ω Ρωμαίο, Ρωμαίο {b×b}Donde viven las historias. Descúbrelo ahora