VII.Κόλαση

58 15 0
                                    

Οι επόμενες δύο μέρες κύλησαν ήρεμα και χωρίς κάτι το ιδιαίτερο. Μια τηλεφωνική επικοινωνία με τους γονείς μου, λίγο διάβασμα ,καμιά βόλτα... Η μάνα μου δεν άντεχε την ψυχολογική πίεση που ένιωθε. Το καταλάβαινα στη φωνή της ότι ήταν ράκος. Ο αδερφός μου ακόμα να φανεί ,ακόμα να δώσει κάποιο στίγμα. Είχε και τον πατέρα μου να τον φροντίζει, που μετά το δυστύχημα στη δουλειά ήταν άλλος άνθρωπος. 32 άνθρωποι κάηκαν και μόνο αυτός και τρεις ακόμα συνάδελφοι του γλίτωσαν από θαύμα. Και κανείς ακόμα ,τόσα χρόνια μετά ,δεν έδωσε απαντήσεις στα γιατί που αιωρούνται. Στο λόγο που προκάλεσε τόσο θρήνο σε αθώες οικογένειες. «Εργατικό ατύχημα» δήλωσε συνοπτικά ο Εισαγγελέας και βιάστηκε να κλείσει την υπόθεση. Όσες προσπάθειες να έγιναν από τότε για νέα στοιχεία και νέα έρευνα της υπόθεσης αυτή παρέμεινε κλειστή. Σφραγισμένη σαν απόρρητο μυστικό. Θα μπορούσα να πω ότι κατά κάποιο τρόπο εμείς σταθήκαμε τυχεροί. Αν και ποτέ μου δεν υμνούσα την τύχη ή έριχνα ευθύνη στην ατυχία . Ήμουν πάντα λάτρης του τυχαίου και όχι του τυχερού. Ο πατέρας μου πάντως είχε αλλάξει. Δε ξέρω αν τον άλλαξε η φαρμακευτική αγωγή ή το σοκ. Ένα τέτοιο σοκ επιδρά διαφορετικά στον καθένα. Ο δικός μου κλείστηκε στον εαυτό του ,δεν μιλούσε πια καθόλου εκτός από τα τυπικά. Του έβγαινε σε φόβο. Σαν να κατάλαβε απότομα ότι είμαστε ένα τίποτα. Ότι κάνουμε σχέδια για το μέλλον, σαν να είναι ένα άλογο και εμείς με ό,τι χαλινάρια διαθέτουμε, νομίζουμε ότι το τιθασεύσουμε. Και κάποια στιγμή βγάζουμε τις παρωπίδες και βλέπουμε την αλήθεια. Το άλογο είμαστε εμείς και μας πάει όπου θέλει το μέλλον μας. Εμείς απλά υπακούμε στο γητευτή μας.

Έχω διαβάσει πολλά για το μάτι του κυκλώνα. Την ηρεμία και τη γαλήνη που
επικρατεί εκεί, ενώ γύρω σου καταρρέουν τα πάντα. Μια αίσθηση ευφορίας γιατί εσύ επιβιώνεις, εκεί που οι άλλοι διαλύονται. Για να φτάσεις στο μάτι του κυκλώνα πρέπει όμως πρώτα να τον αντιμετωπίσεις .Να έρθεις πρόσωπο με πρόσωπο με το φόβο σου και να τον νικήσεις. Πόσο να κρατούσε αυτή η νηνεμία της ψυχής μου όταν όλα γύρω μου θύμιζαν δυστοπικό κάδρο; Το πρώτο κομμάτι του ντόμινο έπεσε εκείνο το βράδυ του Σαββάτου. Βραδιά πόκερ με τα παιδιά, αυτή την «εξεζητημένη αμερικανιά» ,όπως χαρακτήριζα το παιχνίδι κάθε φορά που πάθαινα πανωλεθρία. Ήταν τόσο γοητευτικός ο τρόπος που κάθε φορά οι μάρκες μας κατέληγαν στην πλευρά του Φίλιππου... Πάντα διαφορετικός ,αλλά τόσο ίδιος. Δεν υπήρχε περίπτωση να κερδίσω ποτέ σε ένα παιχνίδι που τα βασικά σου όπλα σου είναι η υπομονή και η πειθαρχία. Φαίνεται άλλωστε και από τη ροή των σκέψεών μου. Είναι τόσο άναρχες που θα τις ζήλευαν όλοι οι λάτρεις του Χάους. «Εν αρχή ην το Χάος»...

Υπάκουες ΣκιέςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora