Αν μπορούσα να σταματήσω για λίγο να βιώνω την ιστορία μου, αν, κατά κάποιο τρόπο, μπορούσα να κάνω πίσω, ν' αφήσω κάτω το μολύβι της ζωής που γράφει την δική μου πραγματικότητα και να κάνω ένα διάλειμμα από την βαναυσότητά της, δεν υπάρχει περίπτωση να το σκεφτόμουν περισσότερο από μερικά δευτερόλεπτα. Θα το εκμεταλλευόμουν γενναιόδωρα αυτό το θείο δώρο. Θα ξεκούραζα την ψυχή μου, θα κοιμόμουν. Θα παράταγα αυτό το νοητό μολύβι, θα το έσπαγα, ίσως, και θα βούλιαζα στο κάθισμά μου με τα χέρια μπροστά στα μάτια όπως οι φοιτητές στα μυθιστορήματα που διάβαζα μικρότερη, με την σκέψη ότι γλίτωσα επιτέλους απ' αυτή την ταλαιπωρία να τριγυρνάει στο άδειο πια κεφάλι μου.
Βέβαια, αν και ονειρεύομαι πολύ συχνά αυτό το πολυπόθητο διάλειμμα, είναι ένα οδυνηρό γεγονός η αλήθεια της συνειδητοποίησης ότι, για όλους τους φυσικούς λόγους και κανόνες, δεν μπορώ να το έχω. Αντιθέτως, μπορώ να έχω μια εβδομάδα ελεύθερη για τους εορτασμούς του Πάσχα, επτά ολόκληρες ημέρες στην Αθήνα, τις οποίες μπορώ να εκμεταλλευτώ όπως μου αρέσει καλύτερα. Ανοησίες, δηλαδή. Τίποτα δεν μπορώ να εκμεταλλευτώ. Θα αναγκαστώ να ζήσω ξανά αυτόν τον χαμό στην αδράνεια των Χριστουγέννων, με την διαφορά πως, εκτός του ότι - ευτυχώς - θα έχω ελεύθερες επτά ημέρες λιγότερες, δεν θα περιμένω τίποτα που να έχει σχέση με τον Σαμψών.
Δεν τον έχω δει ξανά έπειτα από εκείνη την ημέρα που τον παρακολούθησα, με την καρδιά μου να βροντοχτυπά λες και αντίκριζα ολόκληρη τη ζωή μου να ξεγλιστρά από τα μουδιασμένα μου δάχτυλα που προσπαθούσαν να την αρπάξουν για να μην ξεφύγει, να περνάει με την συνήθη ψυχραιμία του ανάμεσα στα τραπέζια για να μείνει μόνος στον διάδρομο με τα έδρανα. Θα μπορούσε να τον έχει καταπιεί το χώμα, θα μπορούσε να έχει σκοτωθεί σ' αυτές τις προσομοιώσεις μάχης όπου τον χρησιμοποιούν «για το δικό του καλό» όσοι θέλουν να τον στείλουν στο πεδίο για να χάσει τη ζωή του εκεί, κι εγώ να μην έχω καταλάβει τίποτα έτσι όπως πνίγομαι μέσα στην ίδια μου την αυτολύπηση. Ο μόνος λόγος για τον οποίο πιστεύω πως εξακολουθεί να βρίσκεται στο στρατόπεδο κι ότι διαθέτει ακόμη την σωματική του ακεραιότητα είναι ο Νίκος, που δεν μου έχει αναφέρει τίποτα αρνητικό σχετικά με την τύχη του. Κι αυτό, κατά μία έννοια, είναι κάπως ενθαρρυντικό· όχι επειδή είναι μαζί μου, όχι επειδή τον έχω και είναι δικός μου, αλλά επειδή είναι καλά.
«Λες να τον δεις στο τραίνο;» ρωτάει η Βιολέτα, που καθισμένη στο πάτωμα δίπλα μου ρίχνει κι εκείνη άτακτα τα πράγματά της μέσα στην χακί της βαλίτσα. «Τον Σαμψών, εννοώ».
YOU ARE READING
Ποτέ πιο Μόνοι
Science Fiction«Έχεις νιώσει ποτέ την καρδιά σου να σπάει; Να χωρίζεται σε εκατοντάδες μικρά θραύσματα και να σκορπίζεται σ' ολόκληρο το κορμί σου, για να σε παραλύσει και να σε βουλιάξει και να σε πνίξει μέσα σε μια στιγμή μονάχα; Έχεις φανταστεί, ως συνέπεια αυτ...