Είναι κάποιος καιρός τώρα που με περιτριγυρίζει μια μελαγχολία. Είμαι σίγουρη πως γι' αυτό φταίει το καλοκαίρι. Ο πολύς ήλιος δεν μου αρέσει, με κουράζει. Μου ξυπνάει στρυφνές εικόνες, από αναμνήσεις που νόμιζα πως είχα καταφέρει να ξεχάσω αλλά, για δες, εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη μέσα στο κεφάλι μου.
Θυμάμαι τον εαυτό μου στην ηλικία των επτά ή των οκτώ, όταν ακόμη πήγαινα δημοτικό, λίγες ημέρες πριν από τη λήξη των μαθημάτων. Δεν είχε δέντρα αυτό το σχολείο, μόνο κάτι μικρά, αδύναμα πευκάκια που τα παιδιά θεωρούσαν διασκέδαση να τα αρπάζουν από τους λιγνούς κορμούς τους και να τα ταρακουνούν. Υπήρχαν δύο κτήρια το ένα απέναντι από το άλλο, που ενώνονταν μ' ένα στενό σκεπαστό αίθριο επάνω από το οποίο στεγάζονταν τα γραφεία των καθηγητών. Αυτό ήταν το μόνο σκιερό σημείο, και, όπως σε κάθε σχολείο, έτσι και στο δικό μου μόνο τα δημοφιλή παιδιά, που ήταν παραδόξως αρκετά, μπορούσαν να εκμεταλλεύονται την απουσία του ήλιου κι αυτή την κάποια δροσιά που προσέφερε το υπόστεγο.
Εγώ δεν ανήκα στα δημοφιλή παιδιά, ούτε και η δίδυμη αδερφή μου. Η Ήβη κι εγώ βρισκόμασταν μονίμως στο περιθώριο, επειδή τα υπόλοιπα παιδιά θεωρούσαν ότι, από την στιγμή που είχαμε η μια την άλλη, δεν χρειαζόμασταν άλλους φίλους. Ωστόσο δεν έμεναν μονάχα στην ολοκληρωτική μας περιθωριοποίηση. Μας κορόιδευαν για το πώς χτενίζαμε τα μαλλιά μας ή για το πώς επιλέγαμε τα ρούχα μας, για το μποτάκια που φορούσαμε τον χειμώνα και τα αθλητικά που φορούσαμε το καλοκαίρι, για το γεγονός ότι προτιμούσαμε τα τζιν από τις φόρμες κι επειδή κάναμε τα μαθήματά μας με επιμέλεια ενώ οι άλλοι όχι. Πολλές φορές έσχιζαν μόνοι τους τα ίδια τους τα τετράδια και κατηγορούσαν εμάς γι' αυτό, και άλλες προσποιούνταν πως ήταν φίλοι μας μόνο και μόνο για να βρουν μετά κάποιον τρόπο να μας στενοχωρήσουν. Πράγμα που σημαίνει, εν πολλοίς, ότι δεν είχαμε θέση κάτω απ' το υπόστεγο.
Θυμάμαι λοιπόν τον εαυτό μου να κοιτάζει στον ουρανό και να βλέπει αφράτα κατάλευκα σύννεφα να ξεχωρίζουν πληθωρικά επάνω στο απέραντο γαλάζιο, που ήταν σχεδόν εκτυφλωτικό από την λάμψη του ήλιου. Ακούγεται σαν μια εικόνα όμορφη, ειδυλλιακή. Αλλά δεν είναι. Καιγόμουν κάτω από τον ήλιο επειδή τα υπόλοιπα παιδιά με θωρούσαν κατώτερη, ανάξια γι' αυτό το μικρό δροσερό υπόστεγο, το οποίο δικαιούνταν μονάχα οι ανώτεροι και οι δημοφιλείς, στην ουσία οι βασανιστές μου. Και δεν είχα κάνει τίποτα για να το αξίζω αυτό. Απλώς ήμουν η δίδυμη της αδελφής μου.
YOU ARE READING
Ποτέ πιο Μόνοι
Science Fiction«Έχεις νιώσει ποτέ την καρδιά σου να σπάει; Να χωρίζεται σε εκατοντάδες μικρά θραύσματα και να σκορπίζεται σ' ολόκληρο το κορμί σου, για να σε παραλύσει και να σε βουλιάξει και να σε πνίξει μέσα σε μια στιγμή μονάχα; Έχεις φανταστεί, ως συνέπεια αυτ...