•Part 12

182 27 20
                                    

Ξεκίνησα να τρέχω.Να τρέχω όλο κ πιο γρήγορα.
Η νύχτα είχε πέσει κ το μαύρο άρχισε να κυριαρχεί παντού.

Δεν έβλεπα μπροστά μου.
Που πήγαινα; που ήμουν;

Τα πόδια μου τα ένιωθα βαριά καθώς περνούσαν τα λεπτά.

Δεν μπορούσα να περπατήσω.
Ένιωθα λες κ βρισκόμουν μέσα σε λάσπη που με "έτρωγε" βασανιστικά.

Άκουσα φωνές.
Ουρλιαχτά.

Φωνές που παρακαλούσαν για "λίγη" ζωή ακόμα.

Οι παλμοί μου αυξάνονταν ολο και περισσότερο.

Προσπάθησα να διαφυγω απο εκεί.

Μα μάταιος κόπος.

Ένα χέρι άγγιξε τον ώμο μου κ ανατρίχιασα στιγμιαία.

Η βαριά αντρική φωνή ήχησε αισθησιακά στο αυτί μου κ ασυναίσθητα έκλεισα τα μάτια μου.

Μα όταν τα άνοιξα ολα είχαν εξαφανισθεί.

Βρισκόμουν πια σε ένα δωμάτιο με έναν συνδυασμό φωτεινών κ σκουρων χρωμάτων.

Άγνωστο για μένα μέρος.

Τρομοκρατημένη προσπαθούσα να σηκωθώ απο το κρεβάτι.Μα κατι με εμπόδιζε.

Τα χέρια μου ήταν εγκλωβισμένα όπως κ τα κατω άκρα μου.

Οι κινήσεις μου ελάχιστες.Ελάχιστες κ αδύνατες.

Τα μάτια μου άρχισαν να σκαναρουνν τον χώρο.

Δεν διέκρινα τίποτα.

Το λιγοστό φώς που έκανε την εμφάνισή του απο το ανοιχτό παράθυρο διευκόλυνε λίγο την κατάσταση.

...

Το χερούλι άρχισε να κινείται σαν τρελό.
Η παλιά ξύλινη πόρτα άρχισε να τρίζει κ ξαφνικά άνοιξε.

Ένας θυμωμένος Αχιλλέας ξεπρόβαλε.
Κ άρχισε να πλησιάζει το κρεβάτι.

Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν απο τα μάτια μου.

Φοβόμουν.

"Είναι ώρα μωρό.."
Ψέλλισε χαμογελώντας.

Τα μάτια του γυάλιζαν απο το φως.
Μα δεν είχαν πια αυτο το υπέροχο χρώμα που τα κυριευε πάντα.

..

Οι φωνές μου ηχούσαν σε όλο το δωμάτιο.
Ήθελα να σταματήσει ολο αυτό.

Στιγμιαία το χέρι του ήρθε με δύναμη σε επαφή με το μάγουλο μου και-...

{}

ᴡʜᴇɴ ᴅʀᴇᴀᴍs ᴄᴏᴍᴇ ᴛʀᴜᴇ.  (ΥΠΌ ΔΙΌΡΘΩΣΗ)Où les histoires vivent. Découvrez maintenant