"Eυτυχία σήκω ..θα πάμε βόλτα με τα άλογα.."
"Ευτυχία σήκω.."
"Χαρά σήκω"
Μια νιφάδα χιονιού ταξιδεύει μέσα σε μια αχτίδα φωτός..άηχα πλησιάζει τα χείλη της..πλανάται στον αέρα δεξιά και αριστερά, ένα χιλιοστό απο τα χείλη της, αργοσαλεύει μια τελευταία φορά καθώς αγγίζει το πάνω χείλος της.
Κοίτεται παγωμένη η νιφάδα, ο Αντρέας κάθεται ακούνητος στα νερά και κοιτά τα χείλη της.
"Ευτυχία.."
Φορούσε λευκό φόρεμα, το πρόσωπο της λευκό, τα χέρια της, ο λαιμός της.
"Σήκω μικρή μου..η Αστραπή σε περιμένει.."
Η νιφάδα αρχίζει να λιώνει στο χείλος της. Είναι ζεστή.
"Χαρά!" φωνάζει ξαφνικά σαν να βγήκε απο το όνειρο της στιγμής, παρόν και παρελθόν περίεργα μπλεγμένα στο νου του, αλλά εδώ μπροστά του είναι μονάχα εκείνη και η καρδιά της χτυπά, η νιφάδα έλιωσε, είναι παγωμένη αλλά είναι πιο ζεστή απο το χιόνι.
"Χαρά" επαναλαμβάνει το όνομα της. Την σηκώνει βιαστικά στην αγκαλιά του. Τα χέρια της πεσμένα προς τα κάτω, το σώμα της αφημένο στην εγκατάλειψη. Κλείνει τα μάτια του..ο ήλιος ανατέλλει είναι στο ύψος του ορίζοντα. Τα φωτίζει όλα. Το δάσος ξυπνά, ένας αέρας φυσά και οι νιφάδες ξεκινάν να κουνιούνται σαν τρελές.
"Γαμώτο" την έχει στην αγκαλιά του καθώς προσπαθεί να τρέξει μέσα στα νερά της λίμνης.
Την βγάζει έξω ..ξεκινά να τρέχει με όλη του την δύναμη μέσα στο δάσος..τα μαλλιά της στάζουν νερό..την τραβά πάνω στο στήθος του. Δεν μπορεί να την νιώσει.
"ΚΑΤΙΑ!" φωνάζει πριν μπει μέσα στο σπίτι, με το πόδι του κλωτσά την πόρτα και την ανοίγει.
"ΚΑΤΙΑ!" προχωράει προς το τζάκι . Εκείνη εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά του. Κοιτά το κορμί της κοπέλας. Κοιτά τον Αντρέα.
"Γύρισες?" του λέει ήρεμα και ακουμπά το κορμί της στο κομοδίνο. Φοράει ένα μάλλινο μπλε φόρεμα. Έχει ισιώσει τα μαλλιά της.
"Βρες το κινητό μου..πάρε τον γιατρό ..πες του τι να κάνουμε για την υποθερμία.."
Του χαμογελά ελαφρά. Στα μάτια της διαγράφεται η ειρωνία.