Η Ichika καθόταν στο περβάζι του φτιαγμένου από μπαμπού παραθύρου της. Τα πόδια της αιωρούνταν βαριά στο κενό καθώς βρισκόταν διακόσια μέτρα πάνω από την γη.
Ο αέρας φυσούσε απαλά φέρνοντας ανοιξιάτικες μυρωδιές προς το μέρος της κοπέλας και το Τόκυο έδειχνε πανέμορφο με την νυχτερινή του αμφίεση.
"Αν αρχίσω να κουνάω τα πόδια μου θα με τραβήξει το βάρος και θα πέσω." Σκέφτηκε η Ichika και γέλασε σιγανά με αυτή την σκέψη. Φαντάστηκε τον εαυτό της να σκάει στον δρόμο σαν φρούτο που πέφτει από το δέντρο του.
Κοίταξε τον δρόμο κάτω από τις γυμνές της πατούσες και είδε πολλά μαγαζιά με φώτα νέον και ανθρώπους να γελάνε και να φωνάζουν μεθυσμένοι.
Γύρισε το κεφάλι της απότομα και κοίταξε το ρολόι που ήταν κρεμασμένο στον λευκό τοίχο του δωματίου της: ήταν ήδη περασμένες δύο.
Η νύχτα απλωνόταν κατάμαυρη πάνω από την μεγάλη πόλη. Τα φώτα της έφταναν μέχρι πολύ μακριά, πιο πέρα από τον ορίζοντα.
Η Ichika σκέφτηκε πως είχε πολλές ώρες να δει τους δύο αφύσικους φίλους της και ξεφύσηξε.
Προσπάθησε να γυρίσει τα πόδια της προς την μέσα μεριά του παραθύρου, όμως της φάνηκε εξαιρετικά δύσκολο. Κρύος ιδρώτας αγκάλιασε το κορμί της και τα χέρια της άρχισαν να τρέμουν ακατάσχετα. Προσπάθησε ακόμα μια φορά να γυρίσει προς τα μέσα, σπρώχνοντας το δεξί φύλο του παραθύρου της, αλλά το μπαμπού έσπασε και, σε λίγο, εκείνη βρέθηκε να πέφτει στο κενό.
Έβλεπε το παράθυρο του δωματίου της να απομακρύνεται αστραπιαία, ενώ ο αέρας μαστίγωνε την πλάτη της.
Προς μεγάλη της έκπληξη, δεν ούρλιαξε, πάρα μόνο παραδόθηκε στην μοίρα της κλείνοντας σφιχτά τα μάτια της.
Ανέκαθεν αναρωτιόταν πώς ένιωθαν εκείνοι οι άνθρωποι που είχαν το θάρρος και το κουράγιο να πηδήξουν από ένα παράθυρο και θεώρησε πως είχε έρθει η στιγμή που θα το μάθαινε.
Τα δευτερόλεπτα έμοιαζαν ατελείωτα και η αναμονή ήταν φορτωμένη αιωνιότητα.
Ξαφνικά, η πτώση σταμάτησε. Η Ichika δεν ένιωσε ποτέ τον οξύ πόνο στην πλάτη της ή στο κεφάλι της.
Είδε το παράθυρο της να έρχεται ξανά κοντά της και πριν το καταλάβει βρισκόταν στο πάτωμα του δωματίου της.
Κοίταξε απότομα στο παράθυρο και είδε τον Junichiro να της χαμογελάει.
"Να είσαι πιο προσεκτική την επόμενη φορά." Της είπε σοβαρά και το βλέμμα του έπεσε στο χαλασμένο μπαμπού του παραθύρου.
"Α. Κόλλησε." Μουρμούρησε και με μια αιθέρια κίνηση του χεριού του, το μπαμπού επέστρεψε στην θέση του.
Γύρισε προς το μέρος της σοκαρισμένης κοπέλας και χαμογέλασε πλατιά. Υστερα το πρόσωπο του σοβάρεψε και προσγειώθηκε απαλά στο πάτωμα. Όρθωσε το κορμί του και την πλησίασε.
"Θέλεις να πάμε βόλτα;" Την ρώτησε ήρεμα και κάθισε δίπλα της στο πάτωμα.
Εκείνη μαζεύτηκε και αγκάλιασε τα γόνατα της στο στήθος της. Κοίταξε το πλάσμα δίπλα της και αρνήθηκε να πιστέψει ότι όλα αυτά ήταν κομμάτι της αλήθειας.
"Έχω σχολείο αύριο." Μουρμούρησε και σηκώθηκε από το πάτωμα. Πάτησε τον διακόπτη που βρισκόταν στον λευκό τοίχο του δωματίου της και το σκοτάδι απλώθηκε.
Τα φώτα του Τόκυο ήταν τα μόνα που έριχναν λιγοστό φως μέσα στο δωμάτιο και το θέαμα ήταν αρκετά όμορφο.
Ένα σύρσιμο ακούστηκε και ύστερα τα χέρια του Junichiro αγκάλιασαν σφιχτά την Ichika. Τα χέρια της έμειναν μετέωρα, χωρίς να ξέρουν προς τα πού να κινηθούν.
Καθάρισε τον λαιμό της και έσπρωξε μακριά της τον ψηλό άντρα.
"Μην ανησυχείς." Της ψιθύρισε στο αφτί εκείνος. "Θα γυρίσουμε γρήγορα." Τα χέρια του έκαναν μια βόλτα στην πλάτη της κοπέλας κάνοντας της να ανατριχιάσει.
Ένιωσε τα πόδια της να εγκαταλείπουν την γη και, πριν προλάβει να το σκεφτεί, βρισκόταν ξανά στο έλεος του παγωμένου αέρα.
Ο Junichiro είχε ξεδιπλώσει τα τεράστια μαύρα φτερά του και, κρατώντας την Ichika από την μέση, πετούσε πάνω από το ολόφωτο Τόκυο.
"Σε παρακαλώ πήγαινε με σπίτι!" Φώναξε η Ichika μα η φωνή της καλύφθηκε από τον αέρα που χτυπούσε αλύπητα το πρόσωπο της.
"Junichiro!" Τσίριξε με όλη της την δύναμη, νιώθοντας τις αμυγδαλές της έτοιμες να ξεριζωθούν από τον λαιμό της.
Ο δυνατός αέρας έφερε δάκρυα στα μάτια της κάνοντας τα να τσούζουν. Άρχισε να τα τρίβει με τα χέρια της.
YOU ARE READING
Extramundane || 超自然的
RandomΚανείς δεν θα ήθελε να έχει την ικανότητα με την οποία γεννήθηκε η Ichika. Η ίδια, την ανακαλύπτει στα δεκαεπτά της χρόνια, όταν ένα αναπάντεχο περιστατικό την φέρνει αντιμέτωπη με την ωμή αλήθεια.