[Ιούνιος 1999]
Ο Taru Ishihara κάθισε σκεπτικός στο ξύλινο τραπέζι της κουζίνας. Βρισκόταν στο καινούργιο του σπίτι στο Τόκυο όπου θα περνούσε τις ημέρες του με την γυναίκα του, την Maiva.
Εκείνη καθόταν στο μπαλκόνι και πότιζε τα λουλούδια που είχαν μόλις τοποθετήσει στα κάγκελα του μπαλκονιού.
Ο Taru έφερε στα χείλη του την κούπα με τον καφέ του και καθάρισε τον λαιμό του. Γύρισε το βλέμμα του προς την Maiva που κοίταζε το Τόκυο από ψηλά, φορώντας ένα κίτρινο, αέρινο φόρεμα.
Ο Taru ένιωθε απίστευτη αγάπη απέναντι της, το είδος της αγάπης που σε ολοκληρώνει σαν άνθρωπο. Κοιτάζοντας την, όμως, ένιωσε πως ήθελε να εμπλουτίσει την αγάπη τους με ένα παιδί. Όχι επειδή έπρεπε αλλά επειδή το επιθυμούσαν και οι δύο. Ίσως να έκαναν και παραπάνω από ένα παιδί, όμως αυτό δεν μπορούσε να το προβλέψει κανένας από τους δύο.
Το σπίτι ήταν άδειο κάτι τέτοια απογεύματα που ο ήλιος ήταν κατακόκκινος και όδευε προς την δύση του.Η Maiva περπάτησε πάνω στο μπαλκόνι και χάθηκε από το οπτικό πεδίο του άντρα της. Εκείνος άρπαξε μια εφημερίδα από το κέντρο του τραπεζιού και προσπάθησε να αδειάσει το κεφάλι του από τις σκέψεις.
Η Maiva, από την άλλη, είχε άλλες σκέψεις να την απασχολούν: μια γυναίκα τόσο νέα, ακόμα κι αν δεν είχε λαμπρή καριέρα, δεν ήταν δυνατόν να κάνει παιδί. Από την άλλη, ήθελε απίστευτα ένα μικρό αγγελούδι να τρέχει μέσα στο σπίτι, ίσως και παραπάνω από ένα: Ο παράδεισος δεν φτιάχτηκε με έναν μονάχα άγγελο.
Μια πρόσφατη καθυστέρηση είχε κάνει την νέα κοπέλα να ανησυχήσει υπερβολικά. Ποτέ δεν είχε συζητήσει με τον άντρα της την πιθανότητα να προσθέσουν ένα ακόμη άτομο στην οικογένεια τους.Εκεί που περπατούσε στο μπαλκόνι με το κεφάλι χαμηλωμένο και χάιδευε τα λουλούδια με τα ακροδάχτυλά της, είδε δύο ζευγάρια πόδια να στέκονται μπροστά της.
Σήκωσε το κεφάλι της για να δει εκείνα τα εξωπραγματικά πλάσματα που την κυνηγούσαν τόσο καιρό να στέκονται και να την κοιτάζουν.
"Haruto, Junichiro." Μουρμούρησε αδιάφορα και γύρισε το βλέμμα της προς τους ουρανοξύστες που στέκονταν θεόρατοι λίγα χιλιόμετρα μακριά.
Ένιωσε ένα ζεστό χέρι να ακουμπάει την κοιλιακή της χώρα και, απότομα, τινάχτηκε τρομαγμένη.
Ο Haruto της χαμογέλασε εγκάρδια τεντώνοντας τα ολόλευκα φτερά του στον αέρα.
"Τι ευτυχία να δημιουργεί κανείς ζωή!" Αναστέναξε και κοίταξε τον Junichiro δίπλα του. "Η αγαπημένη μας περιμένει παιδάκι!"
Στο άκουσμα αυτών των λέξεων, η Maiva ένιωσε μερικά δάκρυα να βρέχουν τα μάγουλα της.
"Δεν νομίζω να χαίρεται τόσο πολύ." Σχολίασε ο Junichiro. Τα δύο πλάσματα την κοίταξαν εξεταστικά.
"Επέλεξες τον δρόμο που θα ακολουθήσεις. Όμως μην ξεχνάς ότι, αν το παιδί είναι κορίτσι, θα έρθουμε για εκείνη." Είπε χαμηλόφωνα ο Junichiro. "Αν πάλι είναι αγόρι, θα περιμένουμε να κάνει εκείνος κορίτσι. Και πάει λέγοντας." Προσέθεσε και κάθισε στα μαύρα κάγκελα του μπαλκονιού.
"Μην την τρομάζεις! Άφησε την να νιώσει την χαρά της γονιμότητας." Τον αγριοκοίταξε ο Haruto. Ύστερα στράφηκε προς την Maiva για να δει πως τα μάτια της ήταν κατακόκκινα από τα ακατάσχετα δάκρυα.
"Όπως και να έχουν τα πράγματα, εσύ κοίτα να φροντίζεις τον εαυτό σου και το παιδί σου." Της χαμογέλασε.
"Μην το πειράξετε." Τους παρακάλεσε εκείνη. "Αφήστε την οικογένεια μου ήσυχη." Πρόσθεσε μέσα από μια σειρά λυγμών.
"Ξέρεις πως είναι αυτά." Είπε ψυχρά ο Junichiro. "Οι δύο Μεγάλοι αποφάσισαν πως θέλουν να επικρατήσουν στον κόσμο και εσείς επιλεχθήκατε. Τίποτα σημαντικό." Γέλασε στην συνέχεια.
"Πάψε Junichiro." Γρύλησε ο Haruto.
Η Maiva σταύρωσε τα χέρια της στο στήθος της και έκανε ένα βήμα πίσω.
"Σας παρακαλώ, αφήστε ήσυχη την οικογένεια μου. Θέλω μόνο να ζήσω μια ήρεμη ζωή, πλάι στον άνθρωπο μου και το παιδί μου. Θέλω να μην έχω επαφές μαζί σας. Δεν ξέρω αν θα το αντέξω αυτό!" Είπε χαμηλόφωνα, γεμάτη παράπονο.
Ο Haruto την πλησίασε, αγκαλιάζοντας τους ώμους της. Η ζεστασιά του ήταν πάντοτε παρηγοριά για την Maiva.
"Ηρέμησε, εντάξει; Όλα θα πάνε μια χαρά κι εσύ θα κάνεις όσα παιδιά θέλεις. Δεν μπορώ όμως να σου υποσχεθώ ότι δεν θα ακολουθήσουμε το σχέδιο, εγώ και ο Junichiro. Δεν είναι κάτι το οποίο μπορούμε να αλλάξουμε." Ψιθύρισε και την φίλησε στο μάγουλο. Τα χείλη του δροσίστηκαν από τα δάκρυα της.
"Ίσως σε δούμε ξανά. Καλό κουράγιο." Είπε μαλακά και απομακρύνθηκε από κοντά της. Έκατσε δίπλα στον Junichiro και οι δύο τους τίναξαν τα φτερά τους στον αέρα και πέταξαν μακριά. Οι φιγούρες τους φαίνονταν ακόμα στον κίτρινο ουρανό και, η Maiva, τους παρακολουθούσε μέχρι που χάθηκαν στον ορίζοντα.Έτρεξε προς την μπαλκονόπορτα και, σχεδόν, πήδηξε μέσα στο σπίτι.
Ο Taru, ξαφνιασμένος, σηκώθηκε απότομα από την καρέκλα του με αποτέλεσμα η εφημερίδα να σκορπίσει παντού στα λευκά πλακάκια.
"Γιατί κλαίς;" Πλησίασε νευρικά την Maiva και εξέτασε τα πρόσωπο της με τα χέρια του να σφίγγουν τους καρπούς της.
Εκείνη άνοιξε το στόμα της να πει κάτι, μα αμέσως το μετάνιωσε και αντί να μιλήσει, φίλησε τρυφερά τα χείλη του Taru. Εκείνος ανταποκρίθηκε άμεσα και ύστερα την πήρε στην αγκαλιά του, χωρίς να σταματήσει λεπτό να την φιλάει.
Η αλμύρα των δακρύων της απλώθηκε στη γλώσσα του.
Όταν τα χείλη τους χωρίστηκαν τα δάκρυα στα μάγουλα της Maiva είχαν διπλασιαστεί. Από την μια σκεφτόταν πόσο ευτυχισμένη ήταν που θα έφερνε στον κόσμο το δικό της παιδί και, από την άλλη, σκεφτόταν τα δύο εκείνα πλάσματα που απειλούσαν την ευτυχία του παιδιού. Δεν είχε μιλήσει ποτέ στον Taru για αυτό.
"Πες μου, τι συμβαίνει;" Την ρώτησε τρυφερά. Εκείνη έτριψε το μάγουλο της στην μπλούζα του και χαμογέλασε.
"Είμαι έγκυος." Μουρμούρησε και ένιωσε τα χέρια του συζύγου της να την αρπάζουν από τα μπράτσα και να την χωρίζουν βιαστικά από την αγκαλιά του.
"Τι είπες;" Τα μάτια του Taru βούρκωσαν και το μυαλό του άρχισε να δουλεύει πυρετωδώς καθώς σκεφτόταν ονόματα, κοριτσίστικα ή αγορίστικα, που μπορεί να ταίριαζαν στον γιο ή την κόρη τους.
Αγκάλιασε ξανά την γυναίκα του δίνοντας της φιλιά παντού στο πρόσωπο και τον λαιμό της. Τα δάκρυα τους έβρεχαν το δέρμα της κι εκείνη γελούσε.
"Θα κάνουμε παιδί." Υπενθύμισε στον εαυτό της μέσα σε γέλια ευτυχίας.
Ο Taru το βρήκε ιδιαίτερα δύσκολο να αρθρώσει την οποιαδήποτε λέξη και, γι' αυτό, αρκέστηκε στο να βγάζει επιφωνήματα και να φιλάει ξανά και ξανά την Maiva.Λίγους μήνες αργότερα, η Maiva, γέννησε ένα πανέμορφο μικρό αγοράκι με καταπράσινα εκφραστικά μάτια, στο οποίο έδωσαν το όνομα Haruki.
Η ανακούφιση της μητέρας του ήταν μεγάλη, αλλά η απογοήτευση των δύο υπερφυσικών πλασμάτων ακόμα μεγαλύτερη.
Η ευτυχία της Maiva, ωστόσο, δεν κράτησε για παραπάνω από τρία χρόνια, όταν γέννησε την κόρη της, την Ichika.
Ο Taru τής είχε μεγάλη αδυναμία και περνούσε τις περισσότερες ώρες του μαζί της. Η γυναίκα του, από την άλλη, ζούσε με τον φόβο ότι τα δύο εκείνα πλάσματα θα επέστρεφαν για να διαταράξουν την γαλήνη του σπιτιού της."Otou-san, τώρα που οι κερασιές άνθισαν και είναι και τα γενέθλια μου, θέλω να πάμε βόλτα με τα ποδήλατα στο Κιότο!"
Ο Taru λάτρευε την φωνή της κόρης του και, σπάνια, της έλεγε όχι. Καθόταν μαζί της στο μπαλκόνι και της διάβαζε λογοτεχνία, ή της μάθαινε τον κόσμο μέσα από βόλτες και εκδρομές. Την έβλεπε να μεγαλώνει και να γίνεται ολόκληρη γυναίκα, μα ποτέ δεν απομακρύνθηκαν.
"Είσαι γεννημένη για πολύ μεγάλα πράγματα, το ξέρεις αυτό;" Της έλεγε πάντα. "Θα αλλάξεις τον κόσμο! Το νιώθω!"

YOU ARE READING
Extramundane || 超自然的
RandomΚανείς δεν θα ήθελε να έχει την ικανότητα με την οποία γεννήθηκε η Ichika. Η ίδια, την ανακαλύπτει στα δεκαεπτά της χρόνια, όταν ένα αναπάντεχο περιστατικό την φέρνει αντιμέτωπη με την ωμή αλήθεια.