11

9 2 0
                                    

Η κουζίνα ήταν μισοσκότεινη εκείνο το πρωί. Το Τόκυο είχε ήδη ξυπνήσει και η Maiva είχε ήδη φύγει για την δουλειά. Δούλευε σε ένα νοσοκομείο, στην νότια πλευρά του Τόκυο. Ο Haruki έμενε σε ένα διαμέρισμα στο Σιντζούκου, όμως για την ώρα είχε εγκατασταθεί με την μητέρα και την αδερφή του στο πατρικό του.
Η Ichika μπορούσε να τον άκουσε να ροχαλίζει ελαφρά στο πάνω πάτωμα.
Κάθισε στο τραπέζι, χωρίς να ανάψει το φως της κουζίνας, απολαμβάνοντας την συννεφιά που αγκάλιαζε το Τόκυο.
Το ρολόι της υπενθύμισε πως έπρεπε να βιαστεί, όμως εκείνη κάθισε εκεί, με το βλέμμα να κοιτάζει σταθερά στην πόρτα.
Το πρωινό της στο τραπέζι κρύωνε όσο περνούσαν τα δευτερόλεπτα.
"Έλα, μπαμπά. Άνοιξε την πόρτα, φέρε μου γλυκά." Είπε μέσα απ' τα δόντια της, ελπίζοντας πως ο Taru θα άνοιγε την πόρτα εκείνη την στιγμή. "Φέρε μου γλυκά! Όπως κάθε πρωί!" Ο τόνος της φωνής της δυνάμωσε. "Σε παρακαλώ!" Φώναξε στην συνέχεια.
Και η πόρτα άνοιξε.
Για λίγο, η καρδιά της Ichika σταμάτησε να χτυπάει. Όλα άρχισαν να κινούνται σε αργή κίνηση.
"Μπαμπά;" Είπε με κομμένη την ανάσα.
"Κοίτα, μπορείς να με λες και μπαμπά, δεν έχω πρόβλημα!" Η σκοτεινή μορφή του Junichiro πρόβαλλε μέσα στο σκοτάδι.
Η Ichika έβαλε τα κλάματα, χτυπώντας το χέρι πάνω στο τραπέζι. Ύστερα, σηκώθηκε και έτρεξε μέχρι το μέρος του δαίμονα και άρχισε να τον χτυπάει στο στήθος με όλη της την δύναμη.
"Μου πήρες τον μπαμπά!" Η φωνή της ακουγόταν σχεδόν σαν ψίθυρος.
"Ηρέμησε καλή μου, απλά είμαι καλός στο Γκο!" Ο Junichiro προσπάθησε να την αγκαλιάσει, μα εκείνη κουνούσε τα χέρια της σαν τρελή, χωρίς να βγάζει κάποιον ήχο.
"Ηρέμησε!" Η βροντερή φωνή του Junichiro την έκανε να σταματήσει. Κάθισε ξανά στο τραπέζι, δείχνοντας πιο συντετριμμένη από ποτέ.
Ο δαίμονας την πλησίασε και άφησε πάνω στο ξύλινο έπιπλο μια μεγάλη σακούλα.
"Σου έφερα γλυκά." Είπε διστακτικά. "Και γάλα." Πρόσθεσε και κάθισε δίπλα στην κοπέλα.
"Θα αργήσεις στο σχολείο, ε." Την χάιδεψε απαλά στον ώμο.
"Δεν θέλω να πάω." Αποκρίθηκε εκείνη. Το πλάσμα αναστέναξε θλιμμένα.
"Άκου," ξεκίνησε να λέει. "δεν ήταν στο χέρι σου όλο αυτό. Σταμάτα να στεναχωριέσαι για πράγματα τα οποία δεν μπορείς να ελέγξεις." Είπε.
"Κι εσείς σταματήστε να παίζετε τις ζωές των ανθρώπων στο Γκο." Η Ichika έτριξε τα δόντια της.
"Δεν βάζω εγώ τους κανόνες. Οι Μεγάλοι είναι υπεύθυνοι για αυτό." Της χαμογέλασε ο δαίμονας.

Η πόρτα άνοιξε σιγανά και ο Haruto μπήκε στο δωμάτιο με το βλέμμα χαμηλωμένο.
"Πήρες την σακούλα και έφυγες." Είπε χαμηλόφωνα. Τα μεγάλα, άσπρα φτερά του πετάχτηκαν στον αέρα καλύπτοντας το φως στο ταβάνι. "Έπρεπε να με περιμένεις. Όσο εγώ πλήρωνα, εσύ έφυγες." Η φωνή του ήταν ήρεμη όμως η ένταση και ο θυμός ήταν φανερός στην στάση του σώματος του.
"Σταμάτα να είσαι τόσο παρατηρητικός." Είπε αδιάφορα ο Junichiro. "Πρέπει να πάμε την μικρή στο σχολείο." Συμπλήρωσε και σηκώθηκε. Πλησίασε τον Haruto και τον χτύπησε ελαφρά στον ώμο. Εκείνος τον άρπαξε από τον λαιμό και τον κόλλησε στον τοίχο κάνοντας μερικά κάδρα να ταρακουνηθούν. Η Ichika πήρε μια κοφτή ανάσα και ανακάθισε στην καρέκλα της τρομαγμένη.
"Την επόμενη φορά που θα κάνεις κάποια παρόμοια κίνηση θα σε δέσω σε έναν πολυέλαιο και θα κόβω λίγο λίγο από το δέρμα σου κάθε μέρα και θα σε ταΐζω στα σκυλιά." Γρύλησε. "Έγινα ξεκάθαρος;" Το κράτημα του έσφιξε γύρω από τον λαιμό του έκπληκτου δαίμονα.
"Ναι." Απάντησε με κομμένη την ανάσα. Η Ichika παρακολουθούσε έκπληκτη της εξελίξεις.
Ο Haruto άφησε τον Junichiro και γύρισε να την κοιτάξει.
"Πρέπει να πάμε στο σχολείο τώρα." Είπε ήρεμα και κατευθύνθηκε προς την ξύλινη πόρτα του διαμερίσματος.

Extramundane || 超自然的Unde poveștirile trăiesc. Descoperă acum