|21|

62 5 1
                                    

Νικ

Αφού παρκάρω βιαστικά το αυτοκίνητο τρέχω μέσα στο νοσοκομείο αλαφιασμενος. Φτάνω στη γραμματεία και ρωτάω δυνατά που βρίσκεται η Δανάη.
Με ειδοποιεί πως έχει βγει από το χειρουργείο και τώρα θα την μεταφέρουν στο δωμάτιο.
Ξεφυσαω και τρέχω στο δωμάτιο.
Εκείνη την ώρα την βλέπω να την μεταφέρουν στο κρεβάτι αναίσθητη και η καρδιά μου χάνει ενα χτύπο.
Πίσω από τους γιατρούς ακολουθεί και η μάνα μου η οποία μόλις με βλέπει τρέχει γρήγορα κοντά μου.
《Αγόρι μου, ήρθες! Πήρα και τον Άλεξ να έρθει αν μπορέσει 》με αγκαλιάζει και κλαίει.

Περνάνε αρκετές ώρες αγωνίας έξω από το χειρουργείο. Οι γονείς της και ο αδερφός της έχουν καταφθάσει και φαίνονται κουρασμένοι και διαλυμένοι. Ξαφνικά βλέπουμε ενα γιατρό να μας πλησιάζει.
Αφού μας ενημερώσει για την κατάσταση της Δανάης μας τονίζει πως η ζωη της βρίσκεται σε κίνδυνο και πως πρέπει να προετοιμαστούμε και για τα χειρότερα.

Κάπου εκεί ένιωσα την καρδιά μου να σπάει και κατέρρευσα στην καρέκλα με δάκρυα να κυλάνε ασταμάτητα από τα μάτια μου. Ο Άλεξ με πλησιάζει και προσπαθεί να με παρηγορήσει.
《Κοίτα, όλα θα πάνε καλά! Μην σκέφτεσαι τα χειρότερα. Θα τα καταφέρει. 》λέει ενώ με χτυπάει στην πλάτη για να δείξει την υποστήριξή του.

Μετά από λίγο εμφανίζεται ξανά ο γιατρός. Προφανώς και τα νέα δεν ήταν καλά.
《Δυστυχώς η ασθενής έπεσε σε κώμα και απ'οτι φαίνεται θα είναι για αρκετό καιρό.》είπε και έφυγε με σκυφτό το κεφάλι βιαστικά.
Μείναμε να κοιτάμε ο ένας τον άλλον. Ακόμη και ο πατέρας της δεν άντεξε και λύγισε ή έκανε ότι λύγισε τουλάχιστον.
Με θυμώνει το γεγονός ότι ακόμη και ο πατέρας της ήταν εναντίον της. Δεν ήθελε να την δει ευτυχισμένη όπως θέλει κάθε γονέας.

Αρκετές ώρες μετά μας επιτρέπουν να μπορούμε να την δούμε. Η καρδιά μου χτυπάει γρήγορα και ακανόνιστα.
《Ποιός θα μπει πρώτα; 》ρωτάει η κυρία Ελένη
《Φυσικά και θα μπείτε εσείς πρώτα. 》λέει ο Άλεξ και εκείνοι περνάνε στο δωμάτιο.

Κάθομαι στη καρέκλα και νιώθω πολύ αγχωμένος. Δεν ξέρω γιατί αλλά έχω ενα άλλο προαίσθημα που ελπίζω να μην βγει πραγματικό. Ο αδερφός της μόλις βγαίνει από το δωμάτιο με πλησιάζει και κάθεται δίπλα μου.
《Πήγαινε να την δεις αμα θέλεις. Το μόνο που πρέπει να σου πω είναι ότι θα χρειαστεί να είσαι ψύχραιμος με αυτό που θα αντικρύσεις. 》με προειδοποιεί και τώρα αγχώνομαι περισσότερο.
Με γρήγορα βήματα φτάνω έξω απο την πόρτα και πριν την ανοίξω παίρνω μια βαθιά ανάσα.
Ανοίγω σιγά σιγά την πόρτα και μπαίνω στο δωμάτιο εξίσου αργά.
Πλησιάζω στο κρεβάτι και αυτό που βλέπω με κάνει να θέλω να κλάψω και να ουρλιάξω από τον πόνο.

Unexpected Love Where stories live. Discover now