Η ΜΈΡΑ ΤΟΥ ΓΆΜΟΥ(κεφ.11)

1.1K 50 0
                                    

Είχαν περάσει πέντε μέρες από την ημέρα που τον είχα δει. Ήθελα να τον δω για κάποιο λόγο δεν ξέρω γιατί αλλά ήθελα να το δω. Ήθελα να με πειράζει και εγώ να του αντιμιλαω. Να μου σπάσει τα νεύρα. Να δω τα μάτια του. Να αγγίξω τα χείλη του. Να κάνω πως δεν τον θέλω. Αλλά γαμωτο τον θέλω πολύ. Αυτό το αυστηρό πρόσωπο που έχει και αυτή η αρρενωπότητα που εκπέμπει με κάνει να τον σκέφτομαι συνέχεια και να τον θέλω απεγνωσμένα.

Αυτές οι πέντε μέρες πέρα από να τον σκέφτομαι ήταν τέρμα κουραστικές. Με έτρεχαν να φτιάξω τα νύχια, τα νύχια ήταν ομπρε άσπρα με ένα διακριτικό ροζ. Να βρω πέπλο που ηταν καταπληκτικό, τα λουλούδια απλά και όμορφα άσπρα και αυτά. Τα πέδιλα ήταν ασήμι χρώμα με διαμαντάκια διακριτικά πάντα. Το νυφικό ήταν παραμυθένιο όπως και τα χρήματα που δώσαμε ή να πω καλύτερα ο Μπιλ. Βρήκαμε φόρεμα και στο παρανυφακι το μικρό. Οι φίλες μου ντυφηκαν όλες και αυτές παρενυφακια με μοβ σατέν φόρεμα.



Τώρα κάθομαι και σκέφτομαι τη ζωή μου πως σε λίγες ώρες η ελευθερία που είχα δεν θα την έχω πια και αυτό είναι ότι χειρότερο. Σκέφτομαι τις σκανταλιες που έκανα μικρή. Τις βλακείες στην εφηβεία. Όταν πρωτοπηγα στο Πανεπιστήμιο. Την πρώτη μέρα στην δουλειά. Το αφεντικό και τον άντρα εκείνον που είχα δει την εκείνη την μέρα ήταν.... ήταν ο Μπιλ. Δεν το πιστεύω! Τώρα δεν ξέρω τι μου γίνεται τα έχω χάσει. Ή πολυ απλά να ήταν μια σύμπτωση αλλά δεν νομίζω ελπίζω τουλάχιστον.

Και εκεί που κάθομαι και σκέφτομαι τον τρόπο που θα ρωτήσω και θα πεισω τον Μπιλ για να μου πει για εκείνη την ημέρα, άκου την πόρτα να χτυπάει και πρώτου προλαβω να πω πέρνα, μπαίνει μέσα η μαμα μου και φαίνεται λες και έχει χάσει τα αυγά και τα πασχάλια

Μ<πας καλά ακόμα κοιμάσαι? Σήκω Κάνε μπάνιο και αυτά που κάνεις βγες να ντυθείς γιατί έρχεται ο κομμωτης και make up artist να σε φτιάξουν>
Ρ<χαλαρωσε μαμα τώρα σηκώνομαι>της λέω και άρχισα να σηκώνω αργά αργά
Μ <τσακίσου τώρα ετοιμάσου που μου πας λες και πας για καφέ τελείωνε Ρουμπι τώρα> την προσπερνάω και κατευθύνομαι προς το μπάνιο.

Πλένω το πρόσωπο στον νεροχύτη με κρύο νερό μπας και βγάλω για τώρα τις σκέψεις που κάνουν πασαρέλα στο μυαλό μου. Ανοίγω τη βρύση και όσο η μπανιέρα γεμίζει με νερό αφαιρώ τα ρούχα. Μπαίνω μέσα στην μπανιέρα και χαλαρώνω μακαρι να ήταν και έτσι όλη η μέρα να κάθομαι στην μπανιέρα χωρίς να με νοιάζει τίποτα αλλά όχι σήμερα νυμφευομαι με έναν άνδρα που δεν τον ξέρω καθόλου. Και εκείνη την στιγμή χτυπάει η πόρτα σαν τρελη και ποιος άλλος είναι? Εε Ναι βέβαια η μαμα μου

ΠΛΕΟΝ ΕΙΜΑΙ ΔΙΚΗ ΣΟΥTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang