41. ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ

98 12 30
                                    

Ορόρα

Σήμερα έφτασαν στο Πόρτλαντ και οι τελευταίες αφίξεις. Το πρωί υποδεχτήκαμε στην Μόιρα τον Γκασπάρ με την μητέρα του και τώρα περνούσαν το κατώφλι της έπαυλης η Λίλιθ με την Άννα και τον Τζον. Το τελευταίο νταμπίρ δεν χαιρόμασταν ιδιαίτερα που το βλέπαμε, αλλά θα κάναμε υπομονή μέχρι την λύση του ξορκιού, όποτε και θα επέστρεφε στο σκοτάδι. Εξάλλου η υποβολή της Λίλιθ τον είχε εξασθενήσει πνευματικά και δεν ήταν το ίδιο αντιδραστικός με το παρελθόν. Κοιτούσε επιθετικά την Χόουπ κι εμένα, αλλά δεν έκανε το παραμικρό σχόλιο. Και γενικά κάθε φορά που η Άννα του έδινε οδηγίες, από το να σηκώσει τα πράγματα τους ή να εγκαταλείψει το δωμάτιο, απλώς κατεύναζε κι εκτελούσε την εντολή σαν τηλεκατευθυνόμενο.

«Αχ, να σε είχαμε γνωρίσει λίγο νωρίτερα», μουρμούρισε η Χόουπ στην Λίλιθ κάνοντας την να γελάσει.

Αφού ο Τζον ανέβηκε στον πάνω όροφο και βοηθήσαμε τις νεοαφιχθήσες να βολευτούν στα δωμάτια τους, καθίσαμε όλοι μαζί στο σαλόνι και ακούσαμε τα νέα τους.

Από όταν η Άννα ξύπνησε, η οποία δεν είχε επηρεαστεί από το ξόρκι αφού έπεσε ξανά σε κόμμα, η ζωή τους δεν ήταν ιδιαίτερα ταραχώδης. Στην αρχή, υπήρχαν εντάσεις με τον Τζον όταν τον έφερε η Κέιζα στο Σιάτλ, αλλά με τον καιρό και την υποβολή άρχισε να μουδιάζει και πλέον ήταν σαν να είχε πάθει απανωτά εγκεφαλικά. Όσον αφορά τον Ντέμιεν, ποτέ δεν τόλμησε να ενοχλήσει την Λίλιθ, γιατί πολύ απλά δεν γνώριζε πως το ξόρκι του δεν μπορούσε να αγγίξει την αρχόντισσα της Κόλασης. Ήταν τόση η έπαρση του που δεν σκέφτηκε ότι μπορεί να έχει μείνει ανεπηρέαστη. Κι έτσι άφησε μια βαμπιρίνα, δυο νταμπίρ και έναν κατάσκοπο να ξεσκίζουν το έτσι κι αλλιώς αδύναμο πέπλο του ξορκιού.

«Γιατί θυμάται και η Κέιζα;», εξωτερίκευσε η Μέλανη την απορία της μόλις τελείωσαν την αφήγηση τους. «Το ότι δεν ζούσε όταν προέκυψε το ξόρκι δεν είναι καλή δικαιολογία, αφού το ίδιο ισχύει για ένα σωρό άλλους».

«Σίγουρα θα έχουν βάλει το χέρι τους οι πρώην φίλοι μου».

Προφανώς μιλούσε για τον Εωσφόρο και τον Μιχαήλ. Κάθε φορά που η συζήτηση πήγαινε στον άντρα με τον οποίο κάποτε εξέπεσε, έπαιρνε την ίδια έκφραση δυσφορίας.

«Δεν ανέφεραν κάτι», αποκρίθηκα.

«Σίγουρα δεν θα σου έλεγαν όλα όσα ήθελες να μάθεις».

Αυτό ήταν αλήθεια. Ακόμα και η Μεγάλη Αρκάνα ήταν φειδωλή στα οράματα της.

«Η κοπέλα πάντως είναι ιδανική για πολλούς λόγους», πήρε τον λόγο η Ζεϋνέπ. «Είναι κόρη σου, άρα διπλή υπήκοος της Ορόρα κι ένα πρόσωπο που δύσκολα θα υποπτευόταν ο Ντέμιεν».

ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟΣ VIDonde viven las historias. Descúbrelo ahora