Κεφάλαιο 54

1.1K 47 17
                                    

Anna
Το σώμα μου πονούσε τόσο πολύ. Ο καναπές δεν ήταν καθόλου βολικός και η φωνή του Νίκου  που φώναζε στον ύπνο του δεν βοηθούσε πολύ την κατάσταση. Δεν ήθελα να τον ξυπνήσω γιατί θα τρόμαζε αν με έβλεπε από πάνω του, όμως πονούσε η ψυχή μου να τον άκουω να φωνάζει το όνομά μου και να με βρίζει. Φαίνεται σαν να τσακωνόμαστε στον ύπνο μου .

《Αχ ρε Νίκο πόσο θα ήθελα να είμαι εκεί. 》ψελισα και σηκώθηκα σιγά σιγά από το καναπέ.

Οδήγησα ξανά τον εαυτό μου προς το δωμάτιο του Νίκου και κοίταξα από την ελάχιστα ανοιχτή πόρτα. Εκείνη την στιγμή άνοιξε τα μάτια του και κοίταξα γύρω του αγχωμένος. Εγώ με την σειρά μου έκλεισα λίγο περισσότερο την πόρτα χωρίς να με καταλάβει.

《Διάολε φύγε από το μυαλό μου 》είπε εκνευρισμένος και βάρεσε τα σκεπάσματα.

Εκείνη την ώρα ο ήχος από το άνοιγμα του γράμματος ακούστηκε και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σαν τρελή. Κοίταξα από την χαραμάδα και τον είδα να το διαβάζει. Το σώμα μου έτρεμε από το άγχος και η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή. Ο Νίκος όσο διάβαζε ήταν αφοσιωμένος, μέχρι που σήκωσε το βλέμμα του και κοίταξε γύρω του.

《Πώς βρέθηκε αυτό εδώ. 》 ρώτησε και σηκώθηκε, ενώ εγώ με την σειρά μου αθόρυβα πήγα προς το σαλόνι όπου και κάθησα στο καναπέ.

Ήλπιζα να έρθει και να με βρει εκεί, το άγχος μου ήταν τόσο μεγάλο. Βήματα ακούστηκαν στο διαδρόμο και η καρδιά μου ξαφνικά σταμάτησε να χτυπάει. Γύρισα και κοίταξα προς το μέρος όπου ακούγονται αυτά, μέχρι που ο Νίκος βρέθηκε μπροστά μου.  Μόλις με αντίκρισα νόμιζε πως ακόμα κοιμόταν μέχρι που με πλησίασε.

《Πώς μπήκες εδώ;》 γύρισε και με κοίταξε. 《Ο Χρήστος; Θα τον σκοτώσω 》

《Όχι, η Τόνια με βοήθησε.  Ήθελα τόσο πολύ να σου μιλήσω αλλά ήξερα πως δεν θα με άκουγες ποτέ. Συγγνώμη Hawk...》 τον είπα έτσι γιατί το όνομά του δεν με άφηνε να το ξεστομιζω.

《Νίκος. 》είπε και γύρισα να τον κοιταξω στα μάτια. 《Για να μιλήσουμε σοβαρά πρέπει να με λες Νίκο.》

《Ωραία... ήξερα πως δεν θα με άκουγες για αυτό και το γράμμα.  Απλά με την βοήθεια της Τονιας βρέθηκε εδώ.  Σε άκουγα που κοιμόσουν και τρόμαξα.... φωνάζες... σαν να τσακωνοσουν έβριζες.  Δεν σου κρύβω ότι σκέφτηκα να φύγω αλλά δεν μπόρεσα γαμωτο.》 Ξεκίνησα και εκείνος με παρατηρούσε προσεκτικά.

《Άκου δεν θέλω να σε ακούσω... Δεν ξερω αν θέλω καν να πρέπει να πιστέψω όλα αυτά που έλεγες .》 Απάντησε και μου χάιδεψε απαλα το μάγουλο.

StarsOù les histoires vivent. Découvrez maintenant