Ο Τζεϊσον είδε την Τζούλια να κρατάει με τα δύο τις χέρια ένα πιστόλι όπου από την κάννη του έβγαινε καπνός. Είχε κολλήσει όμως με το που είδε τον Τζεϊσον δίπλα από το ζώο έτρεξε να τον αγκαλιάσει.
" Τζεϊσον!" είπε τρέχοντας.
" Τζούλια! Δεν φαντάζεσαι πόσο χαίρομαι που σε βλέπω. Μέχρι να βρω τον Ρικ νόμιζα πως σε είχα χάσει." είπε και την αγκάλιασε σφιχτά.
Εκείνη την στιγμή η Τζούλια κοίταξε λίγο το ψόφιο ζώο δίπλα τους με αηδία.
" Τι είναι αυτό;" τον ρώτησε.
" Δεν έχω ιδέα, δεν έχω ξαναδεί ποτέ κάτι παρόμοιο. Εσύ που το βρήκες το όπλο; "
" Άμα σου πω πως το είχα βρει δεμένο πάνω σε ένα δέντρο."
" Μα αυτό σημαίνει πως δεν είμαστε μόνοι μας."
" Δεν ξέρω"
Ο Τζεϊσον σηκώθηκε και είδε τον Ρικ λίγο πιο δίπλα.
" Ρικ σε ευχαριστώ, μου έσωσες την ζωή "
" Και εσύ το ίδιο έκανες, το ίδιο πρέπει να σε ευχαριστώ και εγώ. "
Τότε ο Τζεϊσον σκέφτηκε την Αννίτα και αρχήσε να τρέχει προς το μέρος της.
" Που πάει;" ρώτησε τον Ρικ η Τζούλια.
" Ωχ ναι η Αννίτα. Έλα έχουμε βρει και άλλο άτομο. Την τραυμάτισε το ζώο. "
Όταν έφτασαν ο Τζεϊσον έδενε καλύτερα την μπλούζα του στην πληγή της Αννίτας. Είχε γίνει κόκκινη από το αίμα. Ο Τζεϊσον είχε αγχωθεί. Η Αννίτα ήταν ξαπλωμένη στον κορμό ενός δέντρου.
" Ρικ ελα να την σηκώσουμε. Πρέπει να βρούμε ένα καλό μέρος για να περάσουμε το βράδυ."
" Μπορούμε να πάμε προς το ηφαίστειο, μπορεί να υπάρχει κάπου καμία σπηλιά" πρότεινε η Τζούλια.
" Ναι καλή ιδέα" συμφώνησε ο Τζεϊσον.
Προχώρησαν προς το εσωτερικό του νησιού και η βλάστηση γινόταν ολοένα και πιο περίεργη. Υπήρχαν κάτι φυτά με αγκάθια σαν βελόνες και κάτι άλλα που έλαμπαν. Κάτι παράξενο σίγουρα συμβαίνει. Μπορεί ο Τζεϊσον να μην ήξερε από βοτανική αλλά σίγουρα δεν είναι φυσιολογικά αυτά τα δέντρα, ούτε και το ζωο που συνάντησαν πριν. Ξαφνικά ένας αρουραίος που θύμιζε περισσότερο μικρό σκύλο πετάχτηκε μπροστά από τον Τζεϊσον και εκείνος τον κλωτσήσε και εκείνο έτρεξε μακριά.
" Είναι πολύ περίεργο αυτό το μέρος" παρατήρησε η Αννίτα.
" Έχεις δίκιο, όλα φαίνονται λίγο περίεργα" συμφώνησε ο Τζεϊσον.
Πέρασε λίγη ώρα και ο Τζεϊσον είχε κουραστεί να κουβαλάει την Αννίτα όμως δεν ήθελε να σταματήσει, εξάλλου θα περίμενε να κουραστεί ο Ρικ πρώτα. Μόνο τότε θα την άφηνε. Μετά από ότι φάνηκε ώρες για τον Τζεϊσον έφτασαν στο ηφαίστειο που ήταν καλυμμένο πλήρως με βλάστηση. Προφανώς θα είναι ανενεργό για χιλιάδες χρόνια. Περπάτησαν γύρω από το ηφαίστειο και παρατήρησε η Τζούλια μια σχισμή που αποδείχτηκε ότι ήταν μια μικρή σπηλιά.
" Ωραία θα βολευτούμε εδώ πέρα για αρχή. Πρέπει να ψάξουμε για νερό. Άμα βρείτε και κάτι φαγώσιμο καλά είναι. Τζούλια θα κάτσεις να προσέχεις την Αννίτα και εγώ θα πάω με τον Ρικ. Δεν θα κάνουμε πολλή ώρα υποθέτω. Πρέπει επίσης να γράψουμε ένα γράμμα στην άμμο έτσι ώστε να φαίνεται άμα περάσει κάποιο ελικόπτερο. "
" Οκ Τζεϊσον να προσέχεις "του είπε η Τζούλια.
Ο Τζεϊσον κοίταξε την Αννίτα και εκείνη του χαμογέλασε όσο μπορούσε.
" Ευχαριστώ " του είπε.
Εκείνος χαμογέλασε για να ανταποδώσει. Ένιωσε κάτι περίεργο που όμως του άρεσε. Όμως δεν μπορούσε να ασχοληθεί με αυτό τώρα. Πήρε την Τζούλια λίγο πιο δίπλα για να μην ακούνε οι άλλοι.
" Από ποτέ ξέρεις να πυροβόλας;" την ρώτησε.
" Μου είχε μάθει ο θείος παλιότερα..."
" Μην ανησυχείς για τον μπαμπά και την μαμά. Θα είναι καλά το ξέρω"
" Δεν μπορώ Τζεϊσον μόνο αυτό σκέφτομαι και για εσένα μέχρι που σε είδα..."
" Δώσε μου το όπλο, θα μου χρειαστεί σε αυτήν την ζούγκλα."
" Ορίστε και να προσέχεις."
" Θα έχω γυρίσει πριν πέσει ο ήλιος σίγουρα. Πρέπει να επικοινωνήσουμε με τον έξω κόσμο γρήγορα. Γιατί η Αννίτα μπορεί να μην τα καταφέρει. Έχει χάσει πολύ αίμα. "
" Αυτή δεν ήταν που κοίταγες στο πλοίο; " ρώτησε με ένα νεύμα.
Ο Τζεϊσον κοκκίνισε.
" Δεν είναι ώρα για αυτό "
" Οκ, να γυρίσεις ένα κομμάτι, πρόσεχε και τον Ρικ. "
" Εντάξει"
Πήρε τον Ρικ και ξεκίνησαν για να βρουν κάποια πήγη νερού.
" Έχουμε κάποιο σχέδιο η θα περιπλανομαστε μέχρι να βρούμε νερό;"
" Άμα είμαστε τυχεροί μπορεί να ακούσουμε τον ήχο κάποιου ποταμού και να το ακολουθήσουμε. Πάντως αυτήν την φορά έχουμε σημείο συνάντησης άμα θες μπορούμε να χωρίσουμε για να ψάξουμε πιο γρήγορα. Για να μην χαθείς μπορείς να σημαδεύεις τα δέντρα και μετά να ακολουθήσεις ανάποδα την πορεία σου. "
" Μπορώ να χρησιμοποιήσω τον σουγιά μου για αυτό. "
" Έχεις σουγιά; Μα αυτό θα μας είναι πολύ χρήσιμο. Γιατί δεν το χρησιμοποιήσες πριν; "
" Δεν νομίζω να κατάφερνα να χτυπήσω σοβαρά αυτό το πράμα. Τζεϊσον άμα δεν μας είχε βρει η αδελφή σου το πιο πιθανό ήταν να είχαμε πεθάνει. Μα πού το βρήκε το όπλο δεν μπορεί απλά να ήταν σε ένα άκυρο μέρος. "
" Τι να σου πω, ιδέα δεν έχω. Λοιπόν άκου. Επειδή εγώ έχω το όπλο οπότε άμα μου επιτεθεί κάτι θα μπορώ πιο εύκολα να προστατευτω από εσένα, θα πάω εγώ για το νερό. Εσύ θέλω να πας στην παραλία και να γράψεις με όσο πιο μεγάλα και βαθιά γράμματα μπορείς στην άμμο κάτι σύντομο όπως sos για να μπορεί να το δει κάποιος από τον αέρα. Άμα συναντήσεις στον δρόμο σου κάτι φαγώσιμο πάρε ότι μπορείς. Και άμα συναντήσεις κάτι άλλο... Φώναξε ή τρέξε προς την παραλία στην Θάλασσα. Εντάξει; "
" Οκ, νομίζω το έχω, μην αργήσεις πολύ. "
" Ούτε εσύ "
Και έτσι ξεκίνησαν ο Ρικ προς την παραλία και ο Τζεϊσον προς την άλλη πλευρά του ηφαιστείου. Ο Τζεϊσον μετά από λίγη ώρα περπατήματος για καλή του τύχη άκουσε τον ήχο του νερού που κυλάει και τον ακολούθησε. Όσο προχωρούσε προς τον ήχο τόσο πιο κοντά του το ένιωθε. Τώρα άκουγε και κάτι σαν.. Λες; Πήγαινε ολοένα και πιο κοντά μέχρι που το είδε. Το ποτάμι που κυλούσε έπεφτε από έναν πολύ μικρό καταρράκτη σε μια μικρή λίμνη. Έτρεξε αμέσως να πιει νερό αφού είχε να πει από χτες. Αφού ξεδιψασε πήρε λίγη ώρα να κοιτάξει το νερό και παρατήρησε κάτι ψάρια που κολυμπουσαν. Ακόμα και αυτά φαινόταν περίεργα. Για κάποιο λόγο εξειχαν τα μυτερα τους δόντια, όπου σκέφτηκε ο Τζεϊσον δεν υπήρχε λόγος να υπάρχουν καθώς δεν τρώνε κάτι που να τα χρησιμοποιούν. Όμως είχε ένα χειρότερο πρόβλημα από αυτό. Πως θα μετέφερνε το νερό για τους αλλούς; Άρχισε να σκέφτεται μανιωδώς για να βρει μια λύση αλλά δεν του ερχόταν τίποτα. Δεν υπήρχε κάτι για να αποθηκεύσει το νερό. Δεν ήξερε τι να κάνει. Στο μεταξύ ο Ρικ είχε κόψει με τον σουγιά του ένα μεγάλο κλαδί και είχε γράψει sos με τεράστια γράμματα πάνω στην άμμο και πήρε πάλι τον δρόμο της επιστροφής. Όμως είδε μερικές καρύδες κάτω και μάζεψε μερικές που φαινόταν πιο νόστιμες. Ο Τζεϊσον προσπάθησε να ενώσει κάτι τεράστια φύλλα ενός δέντρου έτσι ώστε να σχηματίσει κάτι σαν κουβά. Όμως υπολειτουργουσε και έχανε από μερικά σημεία νερό. Έπρεπε να φτάσει γρήγορα λοιπόν πίσω για να μείνει λίγο νερό για την Αννίτα. Οι υπόλοιποι θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τα σημαδεμενα δέντρα για να φτάσουν στην λίμνη. Στην μέση της διαδρομής αντίκρισε και μια μπανανια και έκοψε μερικές μπανάνες. Όταν έφτασε είχε μείνει ελάχιστο νερό και το έδωσε όλο να το πιει η Αννίτα. Ζήτησε συγνώμη από τους υπόλοιπους καθώς θα έμεναν διψασμένοι για ακόμα λίγο αλλά τους έδωσε τις μπανάνες που έκοψε και έφαγαν. Είδε έπειτα τον Ρικ που είχε αφήσει κάτω κάτι καρύδες και προσπαθούσε να σπάσει μια. Ο Τζεϊσον πήγε και έκατσε δίπλα στην Αννίτα που ήταν στην άκρη της σπηλιάς λίγο πιο μακριά από όλους και μίλησαν μέχρι να πέσει ο ήλιος.
YOU ARE READING
Το νησί φάντασμα
ActionΟ Τζεϊσον και η Τζούλια είναι αδέλφια όπου θα πάνε να επισκεφθούν τον θείο τους. Όμως το ταξίδι τους δεν θα είναι τόσο εύκολο.