Κεφάλαιο 17

10 3 0
                                    

" Τι είναι αυτό το πράγμα;" ρώτησε με αηδία η Αννίτα.
" Ρικ είσαι καλά; Τι έγινε; Είσαι μέσα στα αίματα" του είπε η Τζούλια.
" Καλά μπορεί να μην είμαι, αλλά έχουμε φαΐ για σήμερα."
" Τρελάθηκες;"
" Μου επιτέθηκε μια μαϊμού που έχει μεταλλάξει ο Νέστορας. Κατάφερα να την σκοτώσω και είπα να την φέρω για να φάμε κρέας για αλλαγή. "
" Πας καλά πως θα το φάμε αυτό; Μπορεί να πάθουμε τίποτα. " του είπε η Αννίτα.
" Δεν νομίζω να πάθουμε κάτι. Απλά πρέπει πρώτα να καταφέρουμε να βάλουμε φωτιά. "
" Ρικ άσε το φαΐ τώρα. Τι θα κάνουμε με τον Τζέισον; " του είπε η Τζούλια.
" Έχω μια ιδέα. Αλλά δεν είναι και πολύ καλή. Θυμάστε που ο Νέστορας είπε ότι μέσα στο ηφαίστειο ήταν βάση για ελικόπτερα όπου έφερναν τρόφιμα και άλλα αντικείμενα για τα άτομα στην βάση; Έχει δίκιο μάλλον, γιατί όταν ανέβηκα με τον Τζέισον στην κορυφή δεν μπορούσαμε να κοιτάξουμε μέσα στο ηφαίστειο. Οπότε μέσω της σπηλιάς μπορούμε να έχουμε πρόσβαση στην βάση γενικότερα. Οπότε άμα βρούμε κάποιο όπλο η κάτι θα μπορέσουμε να σταματήσουμε τον Νέστορα. "
" Και πιστεύεις ότι θα έχει εκεί πέρα παρατημένα όπλα; "
" Εάν έφυγαν γρήγορα και τα παράτησαν μπορεί. Πότε δεν ξέρεις. "
" Οκ, δεν έχουμε άλλη επιλογή έτσι κι αλλιώς. Άρα θα πάμε αύριο το πρωί; " ρώτησε η Αννίτα.
" Οχι, μπορεί να είναι πολύ αργά. Επίσης δεν μπορούμε να βγάλουμε το βράδυ εδώ έξω μετά από αυτά που είπε ο Νέστορας." είπε ανήσυχα η Τζούλια.
" Έχει δίκιο η Τζούλια εδώ. Μπορεί να τον έχει... μεταλλάξει άμα πάμε αύριο. Πρέπει να ξεκινήσουμε σήμερα. Όμως πρώτα μπορούμε να φάμε. " είπε ο Ρικ και έδειξε την ψόφια μαϊμού που είχε πετάξει στο πάτωμα.
" Εγώ αυτό δεν το τρώω." ανακοίνωσε η Αννίτα.
" Εσύ θα πεινάσεις Αννίτα, ξέρεις δεν έχουμε και πολλές επιλογές για φαγητό. Μόνο καρύδες, μπανάνες και αυτές τις περίεργες κολοκύθες που είμαι σχεδόν σίγουρος πως είναι και αυτές μεταλλαγμένες." της είπε ο Ρικ.
" Πως θα ανάψουμε φωτιά;" τον ρώτησε η Τζούλια.
" Εμ έχω ακόμα τον σουγιά. "τον έδειξε και ήταν ακόμα μέσα στα αίματα. Τον σκούπισε στην μπλούζα του.
" Και τι νομίζεις ότι θα τρίψεις δύο ξύλα μεταξύ τους και θα ανάψεις φωτιά; " τον ρώτησε η Τζούλια.
" Εμμ... Έχεις καμιά καλύτερη ιδέα εσύ;"
" Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό. Όλα τα δέντρα και τα φυτά γύρω μας έχουν πολύ υγρασία για να καταφέρουμε να βγάλουμε έστω μια σπίθα."
" Οκ και τι προτείνεις λοιπόν; "
" Ίσως στην κορυφή του βουνού να βρούμε ξερά χόρτα. Είναι το μόνο μέρος που φαντάζομαι να βρούμε κάτι τέτοιο. Με αυτά ίσως ανάψουμε φωτιά. "του απάντησε.
" Οκ άρα θα πάω εγώ για τα χόρτα και εσείς για να φέρετε νερό; "
" Θα πάω εγώ για τα χόρτα καλύτερα γιατί δεν μπορώ να κουβαλήσω βαριά αντικείμενα ακόμα. Πονάει το χέρι μου. " είπε η Αννίτα.
" Οκ άρα Τζούλια πάμε να φέρουμε νερό. Επίσης Αννίτα δεν χρειάζεται να πας πολύ ψηλά, πρόσεχε εντάξει; "
" Οκ, χόρτα θα μαζέψω δεν θα κάνω κάτι ριψοκίνδυνο."
Ξεκίνησε η Αννίτα να ανεβαίνει το ηφαίστειο ενώ ο Ρικ και η Τζούλια προχώρησαν προς την λίμνη κουβαλώντας τον κουβά που είχαν φτιάξει. Το περπάτημα δεν πήρε πολύ ώρα αλλά κανείς δεν μοιράστηκε σκέψεις.
" Τζούλια, να ξέρεις θα βγάλουμε τον αδελφό σου από εκεί. Στο υπόσχομαι."
" Μην υπόσχεσαι πράγματα για τα οποία δεν είσαι σίγουρος."
" Μα είμαι σίγουρος. Στο κάτω κάτω, εάν δεν τον βγάλουμε έξω θα πεθάνουμε και εμείς καποια στιγμή σε αυτό το νησί εάν δεν υπάρξει κάνεις να μας βγάλει έξω. "
" Ίσως, όμως δεν θέλω να σκέφτομαι αυτό το σενάριο. Πιστεύω πως οι γονείς μου είναι ακόμα εκεί έξω και προσπαθούν να μας βρουν. Άμα αντέξουμε λίγες μέρες ακόμα μπορεί και να τα καταφέρουμε να φύγουμε από εδώ. "
Μετά από μερικές στιγμές ησυχίας ο Ρικ κοίταξε τα μαλλιά της Τζούλιας, που αν και έχουν περάσει μέρες από την τελευταία φορά που μπορούσε να τα φτιάξει και να τα πλύνει, είναι ακόμα  εκθαμβωτικά. Το ξανθό αυτό χρώμα που γυάλιζε στο φως του ήλιου έδωσε μια έντονη χαρά στον Ρικ. Τελικά του άρεσε η Τζούλια περισσότερο από όσο πίστευε. Καθώς όμως την χάζευε όσο περπατούσαν εκείνη γύρισε και τον κοίταξε. Εκείνος αμέσως έστρεψε το βλέμμα του ευθεία αλλά κατάλαβε μάλλον πως ήταν πολύ αργά. Μετά από λίγη ώρα άρχισε να ακούγεται ο ήχος του νερού.
" Είμαστε κοντά" παρατήρησε.
" Ναι το άκουω και εγώ. Από εκεί είναι." είπε η Τζούλια και άλλαξαν ελαφρώς την πορεία τους για να φτάσουν ακριβώς στην λίμνη.
Έφτασαν στην λίμνη και γέμισαν τον κουβά με νερό. Η Τζούλια παρατήρησε τα ψάρια.
" Λες να είναι μεταλλαγμένα; "
" Σίγουρα θα είναι, δεν βλέπεις τα δόντια τους; Πυράγχας θυμίζουν."
" Ναι όμως τα πυράγχας δεν τρώνε ανθρώπους, αντιθέτως τους φοβούνται."
" Όντως;"
" Ναι. Μόνο νεκρή σάρκα τρώνε. Ή κανένα ζώο που είναι άτυχο και δεν μπορεί να βγει από το νερό. Οπότε άμα είναι και αυτά σαν τα πυράγχας... "
" Δεν σκέφτεσαι να κολυμπήσεις έτσι; "
" Γιατί όχι; Έχω μέρες να κάνω κανονικό μπάνιο εκτός της θάλασσας. Έχω ακόμα αλάτια πάνω μου. "
" Έχεις ένα δίκιο. Θες να βάλω το χέρι μου μέσα για να δούμε πως θα αντιδράσουν; "
" Ναι καλή ιδέα φαίνεται. "
Ο Ρικ έβαλε δειλά το χέρι του στο νερό. Όμως τα ψάρια που ήταν γύρω του, με το που έβαλε το χέρι του κάτω από την επιφάνεια ξαφνιάστηκαν και απομακρύνθηκαν.
" Οκ άρα και αυτά τα ψάρια μας φοβούνται. Αλλά άμα έχει κάτι άλλο μέσα; "
" Τι να έχει μωρέ; " του είπε η Τζούλια και πήδηξε μέσα στην λίμνη.
Ο Ρικ περίμενε λίγα δευτερόλεπτα κοιτάζοντας την για να δει μήπως της επιτεθεί κάτι. Εκείνη τον κοίταξε πίσω με ένα χαμόγελο.
" Έλα και εσύ " του φώναξε.
" Εμ όχι, λέω να κάτσω εδώ καλύτερα για περίπτωση ανάγκης."
" Τι ανάγκη Ρικ; Δεν θα σου επιτεθεί άλλη μαϊμού. Εξάλλου είσαι μέσα στα αίματα έλα να ξεπλυθείς."
Ο Ρικ πήγε να μιλήσει όμως η Τζούλια άρχισε να φωνάζει από τον πόνο. Ο Ρικ προσπάθησε να καταλάβει τι γινόταν.
" Ρικ βοήθεια! Κάτι με έχει χτυπήσει στο πόδι" είπε προσπαθώντας με δυσκολία να κολυμπήσει.
Ο Ρικ δεν είδε άλλη επιλογή και έτσι πήδηξε και εκείνος στο νερό για να την σώσει. Όμως με το που κολύμπησε δίπλα της, η Τζούλια άρχισε να γελάει.
" Πιο εύκολο ήταν από ότι περίμενα. " του είπε.
Εκείνος με το που κατάλαβε τι έγινε αναστέναξε.
" Με ανησύχησες" της είπε.
" Ώστε έτσι ε; Τρίψε τα αίματα από πάνω σου." είπε αλλάζοντας το θέμα.
Έκατσαν λίγη ώρα και καθαριστικάν. Καμία φορά ο Ρικ κοίταζε την Τζόυλια και εκείνη του ανταπέδεινε με ένα χαμόγελο. Κάποια στιγμή η Τζούλια του πέταξε μια μεγάλη ποσότητα νερού. Εκείνος δεν το περίμενε και δεν πρόλαβε να κλείσει τα μάτια του με αποτέλεσμα να μπει νερό μέσα.
" Τι κάνεις;" της είπε τρίβωντας τα μάτια του.
" Τι έκανα;" του είπε και του ξαναπέταξε νερό.
Εκείνος ανταπέδωσε και έστειλε την διπλάσια ποσότητα στην Τζούλια όπου σχεδόν έπεσε ολόκληρη μέσα στο νερό. Άρχισαν λοιπόν να παίζουν σπρώχνωντας νερό ο ένας στον άλλο. Έπειτα από λίγη ώρα έκατσαν στην άκρη της λίμνης κουρασμένοι αλλά γελούσαν ακόμα. Η Τζούλια γύρισε και τον κοίταξε στα μάτια. Ο Ρικ δεν είχε παρατηρήσει πόσο ωραία ήταν τα γαλάζια ματιά της. Ενστικτωδώς έσκυψε μπροστά και ακούμπησε τα χείλη του στα δικά της. Ήταν πολύ απαλά και εκείνη δεν έφυγε αλλά του ανταπέδωσε. Για αυτές τις στιγμές ότι άλλο τους απασχολούσε έμοιαζε πλέον με ξεχασμένη ανάμνηση. Συνέχισαν να φιλιούνται με περισσότερο πάθος μέχρι όπου ο Ρικ έκανε την επόμενη κίνηση και προσπάθησε να βγάλει την μπλούζα της Τζούλιας. Εκείνη όμως τον σταμάτησε.
" Δεν ξέρω άμα είμαι έτοιμη. Όχι μετά από όσα έχουν συμβεί." δεν τον κοίταξε στα μάτια.
" Δεν πειράζει μην ανησυχείς"
" Σίγουρα;"
" Ναι ρε, έχεις δίκιο. Δεν είναι ώρα. Πρέπει πρώτα να βγάλουμε τον αδελφό σου από εκεί."
" Ευχαριστώ που καταλαβαίνεις" του είπε και πριν σηκωθεί τον φίλησε πάλι.

Το νησί φάντασμαWhere stories live. Discover now