13.ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΕΛΗΝΟΦΩΣ

116 17 1
                                    

13. ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΕΛΗΝΟΦΩΣ

Έφτασα σπίτι, σχεδόν τρέχοντας, με το παλτό μου πάνω στο κεφάλι, τα παπούτσια μου γεμάτα νερό, τα ρούχα μου να στάζουν. Μόλις όμως έκλεισα τη πόρτα πίσω μου και άνοιξα το φως, ένιωσα ηρεμία και την ασφάλεια, που μου είχε λείψει και χρειαζόμουν. Ήταν η πρώτη φορά, άλλωστε, που έλειπα τόσες ώρες από το σπίτι.
Άνοιξα τη τηλεόραση, γιατί η συνήθεια της παρέας, με είχε κάνει κιόλας να νιώθω κάποια μοναξιά και πήγα στο υπνοδωμάτιο να αλλάξω. Όλα τα ρούχα πήγαν για πλύσιμο, όπως και τα παπούτσια για καθάρισμα.
Είχα ξεπαγιάσει και τουρτούριζα ακόμη. Φόρεσα φανελάκι και από πάνω τις ζεστές πιτζάμες μου, ενώ βρήκα μέσα στο σάκο, τις πιο ψηλές κάλτσες. Ντύθηκα σαν κρεμμύδι και έσπευσα για τη κουζίνα. Πεινούσα πολύ και όλη η διαδρομή, η αγωνία, το άγχος, ο φόβος, με έκαναν επίσης να νιώθω και πολύ κουρασμένη. Δεν έβλεπα την ώρα να βρω κάτι να φάω και να καθίσω στο καναπέ, κοιτώντας τηλεόραση, ακούγοντας τη βροχή, δίχως να σκέφτομαι τίποτα. Τίποτα απολύτως...εκτός από εκείνον, που η σκέψη του, ήτανε πάντοτε μια σταγόνα καλοκαιριού, μέσα στη γκριζωπή βαρυχειμωνιά μου.
Άνοιξα το ψυγείο, μα το μόνο που βρήκα μέσα, ήταν λίγο τυρί και ένα κουτί χυμό. Δάγκωσα τα χείλη μου, σκεπτόμενη πως έπρεπε  επειγόντως να πάω για ψώνια την επόμενη ημέρα. Μα όχι τότε, τότε δεν θα ξανά έβγαινα εκεί έξω, ούτε με το αυτοκίνητο. Η λύση ήταν ή να μείνω νηστική- πράγμα που δεν θα άντεχε το άδειο μου στομάχι- ή να φάω σκέτο τυρί, σαν ποντικός. Τη στιγμή όμως, που κοιτούσα τη συσκευασία τυριού με μισή καρδιά – γιατί δεν είχα ψωμί και μισούσα και τα πολύ αλμυρά τρόφιμα- θυμήθηκα πως είχα μια έτοιμη πίτσα στη κατάψυξη. Το πρόβλημα είχε λυθεί. Την έβγαλα από εκεί, καθώς άνοιξα το φούρνο. Τελικά, ήμουν πιο προνοητική απ’ όσο πίστευα. Δεν θυμόμουν καν ότι την είχα αγοράσει. Τα πρώτα ψώνια που έκανα στη Ξενιτιά, ήταν όπως τα ψώνια που κάνει κανείς, λίγο πριν φύγει για διακοπές: βιαστικά και απερίσκεπτα, με αποτέλεσμα, η μνήμη σου να τα ξεχνά, όπως π.χ το χθεσινό, βαρετό φαγητό.
Όταν ζεστάθηκε ο φούρνος, την έβαλα μέσα και αμέσως μετά κάθισα στο καναπέ. Η τηλεόραση έπαιζε μια καινούρια αισθηματική κωμωδία, που μου άρεσε να βλέπω στην Αθήνα, όταν γύριζα το βράδυ απ’ τη δουλειά. Λεγόταν Δύο Ξένοι και είχε αρχίσει πριν ένα χρόνο. Παιζόταν κάθε Δευτέρα πια και δυστυχώς, είχα χάσει αρκετά επεισόδια – λόγο του ξαφνικού ταξιδιού μου. Μα χάρηκα πολύ, που βρήκα ξανά εκείνη τη σειρά. Με έκανε να ξεχαστώ και να ξεχάσω. Να αδειάσω το μυαλό μου και να γελάσω λίγο.
Το βράδυ μου πέρασε ήρεμα. Δίχως πολλούς προβληματισμούς. Ο Λέανδρος δεν ήρθε. Δεν τον είδα καθόλου. Και τότε είχα μάθει το γιατί: απ’ ότι μου είχε πει το πρωί, ερχόταν μόνο όταν εγώ η ίδια τον “καλούσα”. Πώς συνέβαινε αυτό...δεν το γνώριζα. Μα κατά κάποιον τρόπο, μου άρεσε. Γιατί αυτό σήμαινε, πως είχαμε στ’ αλήθεια μια πραγματική σύνδεση μεταξύ μας. Αλλά μου έλειπε. Μου έλειπε, όταν απουσίαζε. Ήθελα να βρίσκεται κοντά μου συνέχεια. Τον είχα πάντοτε ανάγκη. Τον αναζητούσα διαρκώς, στα σημεία όπου του άρεσε να κάθεται ή να ακουμπά. Δεν πίστευα ποτέ πως θα νιώσω έτσι για κάποιον: μια τόσο δυνατή έλξη, που με δυνάμωνε και ταυτόχρονα, με έκανε τόσο αδύναμη. Υπήρχε κάτι στη καρδιά μου...ένα συναίσθημα απεριόριστης εφορίας, που με βύθιζε σε σκέψεις ονειρικές και δυνατές ελπίδες, που ακόμη και το πιο απίστευτο, το έκανε να μοιάζει πιστευτό. Με τον Αλέξη δεν ήταν έτσι. Ούτε με κάποιον άλλον, εφηβικό έρωτα. Δεν θυμόμουν ποτέ τον εαυτό μου, να αισθάνεται με εκείνο το τρόπο. Ο Λέανδρος, είχε ξυπνήσει κάτι μέσα μου και η ψυχή μου τον παρακαλούσε, να μην το επιτρέψει να αποκοιμηθεί. Δεν ήξερα όμως, κατά πόσο εκείνος ήταν πρόθυμος να μου κάνει αυτή τη χάρη. Κάποιες φορές, αναρωτιόμουν, τι να ένιωθε για εμένα. Τι μπορούσε να νιώσει για εμένα! Ίσως ήταν ανόητο να σκέφτομαι έτσι, μα αδυνατούσα να σταματήσω να ψάχνω, το τι πραγματικά έκρυβε η μυστήρια καρδιά του. Και αυτό ήταν που με τυραννούσε και με συνάρπαζε τη ίδια στιγμή.
Αποκοιμήθηκα στο κρεβάτι μου, λίγο πριν πάει δέκα το βράδυ. Το τελευταίο πράγμα που σκέφτηκα, ήταν το φιλί που μοιραστήκαμε μέσα σε εκείνο το όνειρο. Έκλεισα τα μάτια και αφέθηκα στο κενό.

Αίμα και Νερό - Ria Jarouxi (Ολοκληρωμένη)Opowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz