«Φεύγεις;» ρώτησα βλέποντας τον να κλείνει πίσω του την πόρτα. Δεν πήρα ποτέ απάντηση. Φαντάστηκα ότι δεν με άκουσε. Αναρωτιόμουν που πήγαινε κυριακάτικα, φορώντας το κουστούμι του. Δεν έπρεπε να με ενημερώσει; Να έφευγα ή να τον περίμενα;
Σηκώθηκα από τον καναπέ και συγκέντρωσα τα στρωσίδια στη γωνία. Επισκέφτηκα το μπάνιο για να και έβρεξα το πρόσωπο μου. Κοίταξα στον καθρέπτη τον εαυτό μου: τα μαλλιά μου ήταν ανακατεμένα και τα ρούχα που φορούσα τσαλακωμένα. Προσπάθησα να χτενίσω τα μαλλιά μου με τα δάχτυλα μου και τα έπιασα σε έναν πρόχειρο κότσο. Πήγα στην κουζίνα και περιεργάστηκα τον χώρο. Αντίκρισα την καφετιέρα και πάτησα το κουμπί, βάζοντας τη να λειτουργήσει. Ακούστηκε ένας ήχος και κατάλαβα ότι ο καφές ήταν φρέσκος και η καφετιέρα τον έκοβε εκείνη την ώρα. Έβαλα μία κούπα που βρήκα στο ακριβώς από πάνω ράφι στη μηχανή και η μυρωδιά του καφέ εισχώρησε στα ρουθούνια μου.
Μέχρι να γεμίσει η κούπα με τον καφέ, άνοιξα το κινητό μου και έβαλα λίγο μουσική για να ξυπνήσω. Παρατήρησα ένα χαρτί αφημένο στον πάγκο. Το έπιασα στα χέρια μου και το διάβασα:
Φεύγω. Μην με περιμένεις.
Αυτό ήταν περίεργο και απόμακρο. Τέσσερις λέξεις, αλλά μου άλλαξαν τη διάθεση, χωρίς να μπορώ να καταλάβω τον λόγο. Μάλλον ένιωθε ότι του είχα μπαστακωθεί και καλύτερα να έφευγα το συντομότερο δυνατό, πριν γυρίσει.
Βημάτισα γοργά μέχρι το σαλόνι και ξεγυμνώθηκα. Πέρασα το κεφάλι μου μέσα από το φόρεμα μου, βίαια, λύνοντας τον κότσο που είχα φτιάξει πριν από λίγο. Έβγαλα το σορτς του και μαζί με τη μπλούζα του, τα δίπλωσα και τα έβαλα στην τσάντα μου. Καλύτερα να του τα έπλενα και να τα σιδέρωνα, πριν του τα επιστρέψω. Έδεσα άτσαλα τα σανδάλια μου και ξαναέπιασα πρόχειρα τα μαλλιά μου. Έλεγξα τον χώρο για να βεβαιωθώ ότι δεν είχα ξεχάσει τίποτα, πήρα την τσάντα μου στον ώμο και περπάτησα στην κουζίνα. Έγραψα ένα πρόχειρο Ευχαριστώ στο χαρτί, κάτω από τις δικές του λέξεις και το άφησα εκεί που ήταν πριν. Πριν ανοίξω την πόρτα και βγω έξω, έστρωσα το κάτω μέρος του φορέματος μου, που είχε σηκωθεί. Η εικόνα εκείνου του βραδιού της πανσελήνου ήρθε συνειρμικά στο νου μου.
Ω όχι. Ήρθα σπίτι του, φορώντας το φόρεμα που είχα φορέσει εκείνο το βράδυ και εκείνος νόμιζε ότι το έκανα επίτηδες, για αυτό το κοιτούσε έτσι. Τώρα ήμουν βέβαιη ότι παρεξήγησε τις προθέσεις μου για τη χθεσινή συνάντηση. Άνοιξα την πόρτα, βγήκα έξω και την έκλεισα πίσω μου με δύναμη.
KAMU SEDANG MEMBACA
Take Me
RomansaΗ Αριάδνη, μια ασυνήθιστα παρορμητική κοπέλα περνά το καλοκαίρι της στην Αμοργό με την παρέα της. Εκεί αναπτύσσει μια έντονη χημεία με τον Στέφανο, έναν ώριμο και αρκετά μεγαλύτερο της άνδρα. Το μέλλον τους επιφυλάσσει μια απρόσμενη συνεργασία.