Διλήμματα

3.7K 135 0
                                    

Εμμα... Είπε ο Κρίστιαν και κατάλαβα πως η σώστη απόφαση που καλούμε εγώ να πάρω.
Κατάλαβα πως έπρεπε να γυρίσω στην Άρια. Μια μέρα μετά είχα έτοιμα τα πράγματα μου. Κατέβηκα κάτω με την βαλίτσα μου και ο Μπράουν την πήρε την έβαλε στο αμάξι. Έψαξα γύρω Κρίστιαν και δεν ήταν πουθενά τότε κατάλαβα πως δεν θα με χαιρετήσει. Η απόφαση του να μην με χαιρετήσει τριγυρνούσε στο μυαλό μου μέχρι να φτάσω στο σπίτι της θείας μου. Κατέβηκα κάτω πήρα την βαλίτσα μου χαιρέτησα τον Μπράουν με ένα χαμόγελο, εκείνος έφυγε. Πλησίασα την πόρτα με αργά βήματα δεν πίστευα πως θα αντίκριζα επιτέλους την Άρια μετά από τόσο καιρό. Χτύπησα την πόρτα δύο φορές ήταν νωρίς το πρωί μπορεί ακόμα να κοιμούνται. Ακούω βήματα και ενθουσιασμός τυλίγει το σώμα μου. Η πόρτα ανοίγει και βλέπω την Άρια που μόλις είχε ξυπνήσει.
-ΕΜΜΑ!! Φώναξε και έτρεξε να με αγκαλιάσει. Ένιωσα να χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου. Τα δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα.
-Άρια.!!
-Μου έλειψες τόσο πολύ. Είπα, Εκείνη δεν μίλησε απλά με έσφιξε ακόμα περισσότερο. Μπήκαμε μέσα και καθίσαμε αγκαλιά στο σαλόνι. Την κρατούσα από τα χέρια.
-Πες μου ότι δεν θα ξαναφύγεις.
-Δεν θα φύγω στο υπόσχομαι.
-Εμμα τι έχει γίνει όλους αυτούς τους μήνες ο μπαμπάς δ-δεν είναι μπαμπά σου τι-τι σημαίνουν ολα αυτά.
-Άρια κοίταξε με, δεν έχει σημασία τι έχει συμβεί σημασία έχει ότι είμαι εδώ τώρα και πως δεν πρόκειται να ξαναφύγω. Ώρα μετά ενώ δεν το είχα καταλάβει μας είχε πάρει ο ύπνος αγκαλιά.

Σηκώθηκα σιγά σιγά και σκέπασα την Άρια

К сожалению, это изображение не соответствует нашим правилам. Чтобы продолжить публикацию, пожалуйста, удалите изображение или загрузите другое.

Σηκώθηκα σιγά σιγά και σκέπασα την Άρια. Βγήκα έξω στο μπαλκόνι και αφιέρωσα λίγα λεπτά θαυμάζοντας την θέα. Το σπίτι ήταν απομονωμένο κοντά σε μια λίμνη. Ήταν πλέον απόγευμα ο ήλιος είχε αρχίσει να κατέβαινει. Από τις σκέψεις μου με έβγαλε ο ήχος του κινητού μου που χτυπούσε. Έτρεξα μέσα και το σήκωσα αμέσως
-Ναι.!?
-Πως πήγε η επανένωση.
-Κρίστιαν?
-Εγώ είμαι.
-Πήγε... Τέλεια.
-Χαίρομαι που το ακούω.
Άκουσα την φωνή του από το τηλέφωνο αυτή την φορά μου έλειπε και ας ήταν μόνο για 2 μέρες.
-Κρίστιαν.!
-Ναι...
-Εμ...πρέπει να κλείσω. Είπα και πέταξα κάτω το κινητό. Δεν με αποχαιρέτησε γιατί να το κάνει αυτό του θύμωσα πολύ αυτή την φορά.
Την επόμενη ημέρα. Σηκώθηκα νωρίς σήμερα συγκινημένη θα έλεγα. Κατέβηκα κάτω και ετοίμασα πρωινό για εμένα την Άρια και την θεία μου. Μας ετοίμασα ένα πλούσιο πρωινό με φρούτα καθαρισμένα στην μέση. Φρέσκο στημένο χυμό πορτοκάλι που έκανε όλο το σπίτι να μόσχο μυρίζει φρεσκάδα. Μέλι, βούτυρο, φρυγανιές, λιωμένη σοκολάτα, ζεστά κρουασάν που έψησα το πρωί. Η Άρια κατέβηκα κάτω κατά τις 10:15.
-Καλημέρα. Τις είπα.!
-Καλημ-ουου εσύ τα έκανες όλα αυτά.?
-Μάλιστα.
-Πεινάω σαν λύκος. Είπε και γελάσαμε.
-Καλημέρα κορίτσια μου. Είπε η θεία μου,η οποία είναι από τις θείες που φοράνε φανταχτερά κοσμήματα με τεράστιες πέρλες. Φοράει φαρδιά ρούχα με παράξενα μοτίβα και ας μην είναι μεγαλόσωμη. Είναι πολύ δραστήρια και γεμάτη χαρά για την ηλικία της. Είναι από τις θείες που έχουν αρκετά χρήματα στην άκρη αλλά ποτέ κάνει δεν μιλάει γιαυτό.
-Καλημέρα θεία μου. Τις είπα.
-Πο-πο γλυκιά μου εσύ τα έκανες όλα αυτά?
-Γιατί όλοι σχολιάζετε το πρωινό μου δεν μαγειρεύω εγώ απίθανα? Η Άρια κοίταξε την θεία μου που την λενε Βανέσα αλλά όλοι μας την φωνάζουμε Βιβή ξέρω παράξενο αλλά έτσι της αρέσεις απεχθάνεται το όνομα της.
Εγώ γέλασα και απόλαυσα το πρωινό μου. Αργότερα μαζέψαμε όλες μαζί το τραπέζι και καθίσαμε στο σαλόνι γαι να τα πούμε.
-Εμμα γλυκιά μου πως ήταν η Νέα Υόρκη.
-Η ποια?! Ήξερα που ήμουν, ήξερε ότι ήμουν με τον Κρίστιαν?
-Δεν πήγες Νέα Υόρκη για αχ. πως μου το είπε η Άρια α! ναι για να βρεις τον εαυτό σου.
-Α! ναι - ναι. Είπα και ανακουφίστα.
-Ωραία ήταν πολύ ωραία είμαι... Καλύτερα.
-Χαίρομαι μπράβο σου αγάπη μου. Μου είπε και μου χαμογέλασε....

          Αυτό ήταν το κεφάλαιο έχω σκεφτεί ήδη το επόμενο που θα ανέβεις αύριο!!! Το υπόσχομαι.! ❤️😘💘.            ¢$¥$¢¢

 𝕾𝖔𝖑𝖉 𝖙𝖔 𝖙𝖍𝖊 𝖒𝖆𝖋𝖎𝖆Место, где живут истории. Откройте их для себя