Και συνέχισε να με κρατά...τον αγκάλιαζα όλο και πιο σφυχτά και εκείνος έκανε το ίδιο...
Τότε χτυπάει η πόρτα και εγώ κοκκινίζω από τη ντροπή μου τον, αφήνω τον Μάικ και κάθομαι γρήγορα στο κρέβατι. Τελικά η πόρτα ανοίγει και βλέπω τον πατέρα του Μάικ.
-Γιατί δεν μου είπες πως ήρθε η φιλενάδα σου, ήθελα να την χαιρετήσω. Είπε στον Μάικ. "Πρέπει να είσαι η Νικόλ", μου είπε και μου χαμογέλασε, "εγω είμαι ο πατέρας του Μάικ",μου λέει και μου δίνει το χέρι.
-Χάρηκα πολύ για τη γνωριμία, είπα και ανταπέδωσα το χαιρετησμό.
-Να σας αφήσω μόνους, αν θέλεται κάτι να μου το πείτε. Είπε και γνέψαμε και εγώ και ο Μάικ ταυτόχρονα.
-Επιτέλους....ΟΛΟΜΟΝΑΧΟΙ!!! Είπε και γέλασα.
Έκατσα πάνω στα ποδια του και τύλιξα τα δικά μου γύρω από τη μέση του. Κόλισα τα σώματά μας, το στέρνο του ακομπούσε πάνω στα στήθοι μου και τα χέρια του είχαν αγκαλιάσει τον λαιμό του. Άγκιξα με πάθος τα χίλια μου στα δικά μου και εισέβαλα με τη γλώσσα μου στο στόμα του, φένεται να του άρεσε γιατί έκανε κι εκείνος μετά το ίδιο.Μάλλον φιλιόμασταν περισότερο από δέκα λεπτά γιατί τα χίλια μου μούδιασαν και έτσι ζήτησα ένα μικρό διάλλειμα για ξεκούραση...