Σηκώθηκα με όρεξη απο το κρεβάτι σχετικά νωρίς. Ανυπομονούσα για αυτήν την μερα σήμερα θα βγάλω τον γύψο και θα μπορώ να περπατάω χωρίς πατερίτσες. Σηκώθηκα και κάθισα στο παράθυρο μου κοιτώντας τους περαστικούς. Κάποια στιγμή άκουσα απο το σπίτι μια αντρική φωνή. Κατευθείαν, χωρίς δεύτερη σκέψη, περπάτησα σιγά μέχρι την πόρτα μου για να ακούσω καλύτερα.
"Ελα φύγε τώρα θα σε ακούσει η μικρή!" είπε η μαμα. "Θα φύγω μόνο όταν παραδεχτείς ότι εχτές το βράδυ ήταν υπέροχη εμπειρία" απάντησε μια αντρική φωνή. "Εννοείται, δεν χρειάζεται να αμφιβάλλεις, είχα να ζήσω έτσι απο όταν γνώρισα τον άντρα μου. Ανυπομονώ για αύριο" ανταποκρίθηκε η μαμα και η πόρτα του σπιτιού μου έκλεισε ήσυχα. Κατευθύνθηκα προς το παράθυρο για να δω ποιος είναι αυτός ο άντρας.
-ήταν ένας κύριος, γύρω στα 40, ψηλός, με κάστανα μαλλιά και φορούσε πρόχειρα ρούχα-
Ένοιωθα τους σφυγμους μου να ανεβαίνουν απότομα. Είχα τοσα νεύρα με την μαμα μου που δεν ήθελα να την αντικρίσω. Πήρα μια βαθιά ανάσα και κατέβηκα κάτω.
"Καλημέρα αγάπη μου, θες πρωινό;" τόνισε.
"Μην τα λες σε εμένα αυτά!" είπα "Πήρες τηλέφωνο τον μπαμπά να του πεις τα κατορθώματα σου;".
Εκείνη απόρησε "Οχι, δεν...πρόλαβα". Δεν απάντησα. Πήρα με βιαστικές κινήσεις τα παπούτσια στο χέρι και βγήκα έξω απο το σπίτι να τα φορέσω. Φόρεσα τα ακουστικά στα αφτιά και έφυγα." Σάρα, περίμενε... " αναστέναξε. Την άκουσα, αλλα προτίμησα να μην ασχοληθώ.
Έτσι, αποφάσισα να κάνω αυτό που έπρεπε. Πήγα σιγά σιγά προς το σπίτι της Κλαυδίας. Ήθελα σήμερα ολα να τακτοποιηθουν. Χτύπησα το κουδούνι χωρίς δισταγμό. Την πόρτα άνοιξε ο πατέρας της Κλαυδίας. "Γειά σας κύριε..." ξεκίνησα και εκείνος συνέχισε "Νίκος". "Είμαι μια φίλη της Κλαυδίας, μπορείτε να την φωνάξετε σας παρακαλώ;" αναρωτήθηκα. "Βεβαίως, περίμενε" απάντησε. Ύστερα κατέβηκε κάτω η Κλαυδία και ξαφνιάστηκε όταν με είδε. "Τι έγινε;" ρώτησε. "Γεια Κλαυδία, έχουμε καιρό να μιλήσουμε, θες να πάμε μια βόλτα; " πρότεινα." Ναι "; ανταποκρίθηκε και προχώρησε μαζί μου.
" Πως είσαι;" αναρωτήθηκα." Περίεργα πράγματα συμβαίνουν στην ζωή μου τις τελευταίες μέρες" αναστέναξε.
"Κάτι άκουσα, για αυτό ήρθα, ήθελα να βεβαιωθώ πως είσαι καλα και να ξέρεις ότι χρειαστείς εδω θα είμαι να μου μιλήσεις, μην διστάσεις" απάντησα. "Δεν ξέρω τι έχεις ακούσει πάντως θέλω να σου το πω να το ξέρεις, ήμουν στο κρατητήριο για αρκετές ώρες για κάτι που έγινε με την καινούρια μου... φιλη και μπλεχτηκα"ειπε διστακτικά. Φάνηκε να μην ξέρει ακριβώς αν την θεωρεί φίλη της την Ισαβέλλα. "Τα έμαθα αλλα με παραξένεψε γιατί εσύ ήσουν πολύ ήσυχη και τώρα βρέθηκες μπλεγμένη, περίεργο"ειπα."Το ξέρω. Ήμουν με την Ισαβέλλα σε ένα μαγαζί και εκείνη αρπαξε ενα αντικείμενο και άρχισε να τρέχει. Ο πωλητής την είδε και άρχισα να τρέχω και εγω. Κουράστηκα και με έπιασε, δεν έκανα τίποτα αλήθεια αλλα εκείνος πήρε τηλέφωνο την αστυνομία. Βρέθηκα μπλεγμένη χωρίς να φταίω " είπε και δάκρυα κύλισαν στο πρόσωπό της. Την πήρα αγκαλιά." Ηρέμησε. Πρέπει να σκεφτείς αν όντως η φιλία σου με την Ισαβέλλα πρέπει να υπάρχει. Δεν είναι καλό να κάνει παρανομίες και να σε μπλέκει. Φύγε όσο είναι νωρίς και σε παρακαλώ μην μπλέξεις με ναρκωτικά γιατί ξέρω ότι όλοι στην παρέα σας σνιφαρουν" τόνισα και σκουπισα τα δάκρυα της." Ευχαριστώ που ήρθες Σάρα, χρειαζόμουν κάποιον για να του πω όσα περνάω " συνέχισε." Κανένα πρόβλημα, να με παίρνεις τηλέφωνο όταν θες σε κάποιον να μιλήσεις, εντάξει ;"την ενημέρωσα και εκείνη κούνησε καταφατικά το κεφάλι. Την χαιρέτησα και απομακρυνθηκα από εκείνη την περιοχή και κατευθύνθηκα προς το νοσοκομείο. Δεν ενημέρωσα την μαμα ότι θα πήγαινα καθώς είχα νευριάσει μαζί της. Έτσι πήρα τηλέφωνο τον Θάνο να έρθει να μου κάνει παρέα.
Περίμενα για λίγη ώρα τον Θάνο και μόλις έφτασε μπήκαμε μέσα, βρήκαμε τον γιατρό και μου έβγαλε επιτέλους τον γύψο. Ύστερα αποφασίσαμε να πάμε να φάμε μεσημεριανό σε κάποιο εστιατόριο. Μόλις βρήκαμε ενα καθίσαμε και παραγγειλαμε. Ο Θάνος χαμογέλασε.Τον κοίταξα "Τι έγινε;" αναρωτήθηκα ενω χαμογελασα και εγω απαλά. "Μου αρέσει να σε βλέπω χαρούμενη! Τώρα που έβγαλες τον γύψο να είσαι σίγουρη πως θα περάσεις τέλειο καλοκαίρι"απαντησε. Πήγα κοντά του και τον φίλησα στα χείλη. "Θα παμε διακοπές;" τον ρώτησα. "Ναι! Θες να παμε Ύδρα; Έχει η οικογένειά μου σπίτι εκεί" ανταποκρίθηκε."Τέλεια!, ανυπομονώ ".
Αφού απολαύσαμε το φαγητό, κάναμε μερικές βόλτες και αποχαιρετησαμε ο ένας τον άλλον. "Θα βρεθούμε με τα παιδιά το απόγευμα;" ρώτησε ο Θάνος."Θα βγω με τον από και αν είναι θα σας βρω αργότερα. Εντάξει; " είπα." Εντάξει, αν θελήσεις κάτι πες μου "απάντησε και χωριστηκαμε.
Γύρισα σπίτι με τα πόδια νιώθοντας επιτέλους ελεύθερη. Πέρασα απο ενα περίπτερο και αγόρασα ενα παγωτό. Απολάμβανα κάθε δευτερόλεπτο της επιστροφής μου. Ακόμα και το γεγονός ότι έφαγα ενα παγωτό με έκανε χαρούμενη.
"Η ευτυχία βρίσκεται σε μικρά πράγματα" ψιθύρισε κάποιος πίσω μου. Σήκωσα το κεφάλι και γύρισα να δω ποιος είναι.Πριν καταλάβω ότι είναι ο Άπο έκανε "Μπου!" με σκοπό να με τρομάξει. Εγω πετάχτηκα πίσω. "Ρεε..." παραπονέθηκα. Εκείνος με έφερε ανάμεσα απο τα χέρια του"Ηρέμησε καλέ".
"Που με βρήκες;" αναρωτήθηκα. "Αμα θέλω κάτι το καταφέρνω" είπε γελώντας. Αυτήν την φράση την έχει ξαναπεί στο παρελθόν οπότε γέλασα και εγω. "Ποιο μετά δεν είπαμε ότι θα βρεθούμε;". ρώτησα. "Ναι αλλα ήθελα νωρίτερα, πειράζει;" είπε. "Καθόλου μην το σκέφτεσαι καν. Καλύτερα που ήρθες γιατί θέλω να με βοηθήσεις σε κάτι. Πάμε προς τον φάρο να κάτσουμε;" πρότεινα. "Εννοείται" απάντησε.
Μόλις φτάσαμε μετά απο λίγη προσπάθεια να βγάλω όσα κρατούσα μέσα μου στον Από είπα"Θυμάσαι που σου είχα πει ότι η μαμα μου απαντάει τον μπαμπά μου;".
"Αα ναι ξέχασα να σε ρωτήσω, τι έκανες τελικά; " τόνισε." Δεν έχω κάνει κάτι ακόμα για αυτό σου το λέω γιατί θέλω την βοήθειά σου. Θέλω να πάρω τηλέφωνο τον μπαμπά, μπορείς να με βοηθήσεις να του πω ολα οσα έχουν συμβεί; " αναρωτήθηκα αγχωμένη.
" Ναι θα σε βοηθήσω, μην αγχώνεσαι Σάρα " είπε. Εγω άνοιξα το τηλέφωνο μου και κάλεσα τον μπαμπά. Περιμέναμε για λίγο αλλα δεν απαντούσε όσες φορές και αν τον κάλεσα."Τώρα; Δεν θέλω να με πάρει εκείνος τηλέφωνο όταν δεν θα είμαστε μαζί"
"Όταν σε πάρει και ας μην είμαστε μαζί, θα με πάρεις τηλέφωνο και θα έρθω σε εσενα, δεν χρειάζεται να αγχώνεσαι"
"Πως θα έρθεις αφού μένεις μακριά; Και αν με καλέσει αργά τι βράδυ;"
"Με το μηχανάκι, ότι ώρα και να είναι θα έρθω " είπε και χαμογέλασε.
Καθίσαμε για αρκετή ώρα και μιλούσαμε για διάφορα θέματα. Για τις διακοπές που θα πάμε και για τις παρέες μας."Να προσέχεις την Κλαυδία Άπο σε παρακαλώ είναι καλή κοπέλα αλλα επιρρεαζεται εύκολα"
" Εντάξει "είπε και άναψε ενα γειά τσιγάρο.
"Κοψτο αυτό, σου κάνει κακό" πήρα την πρωτοβουλία και έσβησα με το πόδι μου το τσιγάρο του. "Τι κάνεις; Ξέρω ότι μου κάνει κακό αλλα δεν μπορώ να το κοψω και ποια είσαι εσύ που θα μου επιβάλεις την γνώμη σου; " νευρίασε και σηκώθηκε όρθιος.
"Εγω απλά θέλω να σε βοηθήσω. Δεν θέλω να πάθεις κάτι. Μην νευριάζεις"
"Να βοηθήσεις τον εαυτό σου και άσε εμένα. Δεν είμαι εγώ αυτός που παλεύω να καταλάβω για ποιον εχω συναισθήματα. Δεν είμαι εγω αυτός που εκμεταλλεύεται δύο αγόρια μέχρι να καταλάβει ποιον από τους δυο θέλει." τόνισε.
"Αα εγω εχω το πρόβλημα ναι. Εγω τουλάχιστον δεν τρέχω πίσω απο κανένα αγόρι " απάντησα.
" Ειρωνεύεσαι τώρα; "ρώτησε έτοιμος να εκραγεί.
"Τι θέλεις γαμωτο; " αναρωτήθηκα εξίσου νευριασμενη με όλα όσα είχε πει.
"Εσένα γαμω "απάντησε αφήνοντάς με άφωνη. Πριν προλάβω να απαντήσω, έφυγε απο το σημείο που καθόμασταν. Έμεινα να κοιτάζω το κενό. Εγω ήμουν σίγουρη ότι με έβλεπε φιλικά. "Αμαν πάλι είμαι μπερδεμένη" φώναξα χωρίς κάποιος να με ακούει. Γύρισα σπίτι. Η χαρά που είχα λίγες ώρες πριν χάθηκε στα λόγια του Άπο. Χτύπησα το κουδούνι από το σπίτι των κοριτσιών. Η Αλκυόνη μου άνοιξε. "Τι έπαθες και είσαι έτσι; έβγαλες τον γύψο και κλαις; Έλα πάνω" είπε πριν προλάβω να την χαιρετήσω. Την ακολούθησα στον επάνω όροφο όπου βρισκόταν εκεί και η Αριάδνη. "Πες τι έχει συμβεί" είπε. Άρχισα να διηγούμαι οσα είχαν συμβεί. Εκείνες κάθισαν με άκουσαν και ύστερα είπε η Αριάδνη" Αυτό που δεν κατάλαβα είναι ποιος σου αρέσει απο τους δυο"
"Πίστεψε με, ούτε εγω ξέρω. Ο Θάνος είναι ότι καλύτερο μου έχει συμβεί γιατί πάντα είναι δίπλα μου, με υποστηρίζει, χαίρετε με την χαρά μου και με προστατεύει Απο την άλλη όμως, ο Άπο, κάθε φορά εκπλήσσομαι ολο και πιο πολύ μαζί του, δεν μπορώ να χάσω το ενδιαφέρον μου για αυτόν, νοιάζεται πάρα πολύ για εμένα και θέλει να με προστατεύει όπως ο Θάνος. Ξέρω ότι με τον Θάνο εχω κάτι σίγουρο που δύσκολα θα αλλάξει ενώ είμαι σίγουρη πως ότι και αν γίνει με τον Από θα τελειώσει σύντομα. "
" Τον Θάνο... " ξεκίνησε η Αλκυόνη.
" Τον Θάνο τον αγαπάω " συνέχισα εγω.
" Ξέχνα τον Άπο Σάρα " είπαν ομόφωνα.
Λίγη ώρα αργότερα βγήκαμε έξω να βρούμε τα παιδιά. Ήταν εκεί και ο Θάνος που μόλις με είδε σηκώθηκε απότομα.
" Σάρα! "φώναξε χαρούμενος. Χαμογέλασα.
Πλησίασα. "Δεν θα βρεις τον Άπο; "ρώτησε.
" Τον βρήκα νωρίτερα "απάντησα.
" Αα εντάξει"
"Εσύ γιατί εισια τόσο χαρούμενος;"
"Βρήκα εισιτήρια για Ύδρα. Σε 4 μέρες φεύγουμε!"
"Αλήθεια; Τέλεια" είπα και πηδηξα πάνω στην αγκαλιά του.
"Αρα κλείνω τα εισιτήρια;" ρώτησε.
" Ναιι!".
Η ώρα πέρασε γρήγορα. Όλα τα παιδιά της παρέας έφυγαν απο τον φάρο. Απο την παρέα της Κλαυδίας απο οτι είδα είχε μείνει μονο η Ισαβέλλα, η Κλαυδία και ο Άπο. Κοιτούσα που και που προς το μέρος τους. Παρατήρησα ότι η Άπο δεν γύρισε προς τα εμένα. Σκέφτηκα ότι δεν θα θέλει να μου μιλάει πλέον αν και όλα όσα μου είπε εμένα με άγγιξαν. Όσο εγω σκεφτόμουν αυτά ο Θάνος ξεκίνησε να με φιλάει. Ανταποκρίθηκα στις κινήσεις του. Με φιλούσε αργά στον λαιμό αλλά κάποια στιγμή τα φιλιά μετατρεπηκαν σε πάθος. Με έφερε πάνω στα πόδια του και τον άφησα να κυριαρχεί στο σώμα μου. Όσο περνούσε η ώρα τόσο πιο κάτω κατέβαινε. Όταν έφτασε σχεδόν στο στήθος μου εγω κοίταξα τον ουρανό. Γεμάτος αστέρια. Κατευθείαν στο μυαλό μου ήρθε ο Άπο. Σταμάτησα απότομα τον Θάνο απο οτι έκανε επάνω μου και κατέβηκα απο τα πόδια του. "Τι έγινε Σάρα; Ολα καλα;" ρώτησε γεμάτος περιέργεια. Έριξα μια ματιά στην μεριά που καθόταν ο Άπο. Κοιτούσε προς το μέρος μας. "Ναι όλα καλά, απλά αν θες να συνεχίσουμε δεν θέλω να μας βλέπουν ολα τα παιδιά που είναι εδω"
προσπάθησα να σωσω την κατάσταση.
" Εντάξει τότε, πάμε σπίτι σου να συνεχίσουμε;" ρώτησε.
"Ξέρεις κάτι δεν έχω πολύ όρεξη, συγνώμη"
"Μην ζητάς συγνώμη, ολα καλα, οπότε είσαι έτοιμη θα γίνει, μην βιαζόμαστε "είπε και με φίλησε στο μέτωπο. Σηκωθήκαμε να γυρίσουμε σπίτι. Μόλις με άφησε ο Θάνος σπίτι εγω πριν μπω μέσα κάθισα και σκέφτηκα. Έτσι έκανα ότι θεώρησα σωστό. Άρχισα να τρέχω προς τον φάρο. Μετά απο μέρες έτρεξα ξανά και αυτήν την φορά έτρεχα με όλη μου την δύναμη για να προλάβω. Μόλις έφτασα είδα τον Άπο στο ίδιο σημείο που καθόταν προηγουμένως. Έτρεξα προς το μέρος του. "Σε πρόλαβα ευτυχώς" είπα. "Τι έγινε;" ρώτησε σχεδόν αδιάφορος. "Και τι δεν έγινε αφού μου είπες ολα αυτά το απόγευμα".
"Τι θέλεις;" ανταποκρίθηκε.
"Δεν ξέρω, αλλα σίγουρα όχι να μην μιλιομαστε. Συγνώμη" απολογήθηκα.
"Μου δυσκολευεις την ζωή" τόνισε.
"Δεν ήθελα να σε πληγώσω, νομιζα ότι σου περνούσα αδιάφορη. Αφού δεν με άφησες να σε φιλήσω εχτές ".
"Δεν ξέρεις πόσο ήθελα αλλα απο σεβασμό και μόνο προς τον Θάνο δεν το έκανα. Όσο σε βλέπω τόσο πονάω Σάρα αλλα ξέρω ότι αγαπάς τον Θάνο οπότε προσπαθώ να σε ξεχάσω ".
" Όντως αγαπώ τον Θάνο αλλα εγω δεν μπορώ όσο και να θέλω να σταματήσω να σε σκέφτομαι.".
" Σάρα σε παρακαλώ μην συνεχίζεις "
" Μα θέλω να σου τα πω"
"Έφυγες απο τον Θάνο για να μου πεις αυτό; Χειρότερα τα έκανες γύρνα πίσω και πρόσεχε "
" Ο Θάνος ξέρει ότι βρισκόμαστε συχνά δεν έχει πρόβλημα "
" Σάρα άλλη φορά αυτά... Καληνύχτα "είπε και γύρισε να κοιτάξει τα αστέρια. Έφυγα και πήρα τον δρόμο του γυρισμού. Τα κορίτσια δίπλα στον Θάνο είχαν πάθει σοκ και έμειναν να με κοιτάζουν.
Γύρισα σπίτι και έκλεισα γρήγορα τα μάτια για να μην αρχίσω να υπερ-αναλύω οσα συνέβησαν. Κάπως περίεργα σήμερα. Αυτό που κατάλαβα είναι πως κάθε δευτερόλεπτο που περνάει εξελίσσεται διαφορετικά. Μια νέα ιστορία.
YOU ARE READING
επιφυλακτική αγάπη
SpiritualΒλέμματα, όνειρα, ελπίδες χωρίς πιθανότητα απόλαυσης Η δεκαπεντάχρονη Σάρα γράφει στο ημερολόγιό της ό,τι βλέπει ονειρεύεται ελπίζει Χωρίς να γνωρίζει τι της επιφυλάσσει το μέλλον