~3~

33 6 5
                                    

«Ποσό καιρό συμβαίνει αυτό;» Την ρώτησε ενώ την κρατούσε στην αγκαλιά του. Ήταν ξάπλα στο κρεβάτι του. Τα χέρια του είχαν τυλιχθεί προστατευτικά γύρω της.

«Αρκετό» Αυτόματα τα χέρια του σφίχτηκαν από το άκουσμα της λέξης. Μα πως είναι δυνατόν ένας πατέρας να φέρεται έτσι στο παιδί του; Σκέφτηκε. Και εκείνη σαν να διάβασε το μυαλό του βγήκε από την φούσκα προστασίας που την είχε βάλει.

«Για τον πατέρα μου θα λέμε τώρα;» Σηκώθηκε και έκατσε πάνω του. Τον φίλησε. Το φιλί τους ήταν τόσο αρμονικό. Ήταν το χάος με την αρμονία. Όταν τα χείλη τους χωρίστηκαν τα μπλε μάτια του βρήκαν τα καταπράσινα δικά της.

«Μην προσπαθείς να αλλάξεις συζήτηση. Γιατί το κάνει αυτό;» Θύμωσε. Μα γιατί με ρωτάει συνέχεια για τον πατέρα μου; Δεν καταλαβαίνει πως δεν θέλω να μιλήσω για αυτό το θέμα; Εκείνος συνέχισε τις ερωτήσεις. Συνέχισε ενώ την έβλεπε πως δεν άντεχε άλλο. «Που είναι η μητέρα σου Νάνσυ;» Σαν να μπήκε ο διάβολος μέσα της σηκώθηκε άρπαξε τα πράγματα της και βγήκε τρέχοντας από το σπίτι.

Είχαν περάσει ώρες. Πολλές ώρες. Αλλά η Νάνσυ ήταν εξαφανισμένη.

Ο Οδυσσέας είχε τρελαθεί. Αποφάσισε να πάει να την ψάξει. Άνοιξε την πόρτα και την βρήκε ξαπλωμένη στο ξύλινο δάπεδο. Την πήρε στην αγκαλιά του και την τοποθέτησε στο κρεβάτι του. Εκείνη έκανε ότι ήταν αναίσθητη. Αυτός την πίστεψέ. Δεν θα ήταν η τελευταία φορά που θα υποκριθεί κάτι σε εκείνον...και το γνώριζε αυτό. Η Νάνσυ ήξερε πως θα τον πλήγωνε. Το γνώριζε.

Καταλάβαινε πως αυτή η σπίθα που έχει τώρα τα μάτια του αγοριού, θα χαθεί... Και εκείνη θα είναι ο λόγος που θα χαθεί. Εξαιτίας του έρωτα της ζωής του θα νιώσει την μεγαλύτερη προδοσία, απογοήτευση και πόνο.

Πόνο αρχέγονο, πόνο βαρύ.

Και τότε εκείνη θα τον πλησιάσει και θα του πει «Τι τραγούδι σου είχα πει και με αγάπησες;» Πλησίασε το πρόσωπο της. Έβγαλε την κόκκινη τούφα που έπεσε και κάλυπτε το πρόσωπο της.

Πλησίασε και της άφησε ένα φιλί στο μέτωπο. «Τι μου έχεις κάνει ρε μικρό και λιώνω για εσένα;» Την άφησε εκεί πάνω μόνη της και πήγε στην κουζίνα. Το κινητό της δονίστηκε.

«Σε μια ώρα να είσαι εδώ, επιστρέφει η μητέρα σου. Ξέρεις τι να κάνεις» Αναστέναξε μόλις είδε το μήνυμα από τον θετό της πατέρα. Αλλά τουλάχιστον ήρθε η μαμά της. Γονάτισε πάνω στο μαλακό στρώμα και κοίταξε έξω από το παράθυρο που βρισκόταν πάνω από το κρεβάτι. Έλα κορίτσι μου πρώτος όροφος είναι, όλα καλά.

The strange girlWhere stories live. Discover now