~17~

10 2 0
                                    




Μερα με την μέρα οι τσακωμοί ήταν πιο συχνοί, πιο δυνατοί, πιο αγριοί. Προκαλούσαν παραπάνω πόνο απο οτι θα έπρεπε.

Η Νάνσυ είχε αλλάξει. Έκρυβε συνεχώς το κινητό της, δεν το άφηνε ποτέ απο κοντά της. Είχε γίνει απότομη και πλήγωνε όλο και παραπάνω τον συντροφό της.

Ο Οδυσσέας απο την αλλή έπαψε να προσπαθεί για την προσοχή της. Την αγαπάει βαθια και αληθινά μα τον κούρασε. Κουράστηκε να δίνει τα πάντα και να μην παίρνει τιποτα πισω. Να δίνει όλη του την ψυχή και να μην λαμβάνει ούτε την μισή δική της.

Ο χωρισμός για αυτη την σχέση είναι μονόδρομος. Μα είναι φυσικό, όταν θεωρείς το ταίρι σου για δεδομένο τοτε θα φύγει. Βεβαία το δεδομένο γίνεται απωθημένο όταν φυγει.

Γιατι έτσι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, δυσκολες και πολλες φορές γεμάτο πόνο. Μα η αγάπη δεν πρέπει να πονάει, αλλα να θεραπέυει πληγες. Αν πονάει δεν είναι αγάπη.

Και αυτή η αγάπη τον πονούσε. Τον πονούσε πολύ. Έκλαιγε τα βραδιά για να κοιμηθεί. Δεν έτρωγε για μέρες. Πολλές φορές με το ζόρι σηκώνονταν από το κρεβάτι. Σκεφτόταν, γιατί άλλαξε τόσο; Μα στην τελική δεν άλλαξε. Απλά ο Οδυσσέας την έβλεπε όπως την φανταζόταν. Εκείνη ίδια είχε μείνει, εγωίστρια δίχως να την νοιάζουν οι συνέπειες.

Δεν άντεχε ποτέ να ακούει για τον πόνο που προκαλούσε στον Οδυσσέα. Του έλεγε πάντα «Φτάνει, φτάνει, σταμάτα» Μα ποτέ ένα συγγνώμη. Ποτέ ένα συγγνώμη που σε έκανα να νιώθεις έτσι, ποτέ ένα έλα να την βρούμε μαζί την άκρη. Γιατί ποτέ δεν νοιάστηκε. Γιατί ποτέ δεν σεβάστηκε το τι ένιωσε εκείνος.

Την ίδια μέρα βρέθηκαν να μιλήσουν. Ο Οδυσσέας αποφάσισε να τελειώσει την κατάσταση χωρίς πολλά πολλά. Την κοίταξε στα μάτια και της είπε «Θέλω να χωρισουμε, δεν νιώθω ωραία στη σχέση μας πλέον» Και τότε έφυγε δίχως να πει κάτι άλλο. Μα αυτό που η Νανσυ δεν θα πάθει ποτέ είναι ότι μόλις γύρισε στο σπίτι του έβαλε τα κλάματα.

Σαν μικρό παιδί έκλαιγε ο Οδυσσέας και φώναζε. Τον σκότωσε αυτό που έκανε. Τον σκότωσε που την έδιωξε. Μα πέθαινε και που έμενε. Όταν ένας άνθρωπος ζητάει συγγνώμη χωρίς να αλλάζει τότε είναι χειραγώγηση. Και αυτό γινόταν. Η Νανσυ τον χειραγωγούσε τον Οδυσσέα συνεχώς.

Τον έκανε να νιώθει άσχημο, δύσκολο στο να αγαπηθεί. Πολλές φορές ακόμα και τρελό.

Ο Οδυσσέας έχει την πεποίθηση πως η Νανσυ διατηρούσε σχέση και με άλλο πρόσωπο κατά την διάρκεια της δίκης τους. Μα δυστυχώς δεν μπορεί να το αποδείξει. Οι σκέψεις αυτές ήταν που τον κρατούσαν ξύπνιο το βράδυ.

Μια μέρα αφού χώρισαν η κοπέλα ξεκίνησε την επαφές με τους ανθρώπους που είχε σχέση πριν από εκείνον. Αυτός το παρατήρησε. Ένιωθε θυμό. Θυμό και οργή. Μα δεν μπορούσε να κάνει κάτι πλέον. Την άφησε. Την άφησε ελεύθερη για να δει. Να δει αν θα γυρίσει πίσω. Να δει αν αξιζε να βάλει ένα τέλος στη σχέση τους. Την άφησε να δει αν επιτέλους θα αλλάξει. Μα είχε απογοητευτεί. Πονούσε. Απλά πονούσε.

Ακόμα την αγαπάει κι ας είναι αυτή που τον πλήγωσε παραπάνω από τον κάθε ένα.

Ακόμα την αγαπάει, κι θα το κάνει για πολύ καιρό ακόμα.

Αν μόνο προσπαθούσε μια φορά εκείνη, ακόμα και τώρα. Αν μόνο του έδειχνε ότι τον αγαπάει, με πράξεις όχι λόγια. Τότε τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Πολύ διαφορετικά.

Κοιτούσε το βραχιόλι στο χέρι του και θυμήθηκε την μέρα που είχα βγει, αγόρασε εκείνος το ίδιο βραχιόλι και για τους δυο τους. Ένα μαύρο κομποσκοίνι. Της το έδεσε στο χέρι και εκείνη μετα στο δικό του. Τότε της είπε «Θα το φοράω όσο σε αγαπώ» Η κοπέλα χαμογέλασε και τον φίλησε. Απάντησε ένα ενθουσιασμένο «Και εγώ»

Ακόμα να το βγάλει αυτό το βραχιόλι.

The strange girlWhere stories live. Discover now