~8~

18 3 2
                                    

Το σχολείο έληξε. Η Νάνσυ πληκτρολόγησε τον αριθμό του Πέτρου καθώς διάσχιζε το προαύλιο. Τοποθέτησε το ακουστικό στο αυτί της. «Έλα Πέτρο μου» Άκουσε τον αδερφό της πιο χαρούμενο από ποτέ. «Νάνσυ μου! Είναι φανταστικά εδώ πρέπει να έρθεις οποιαδήποτε μια μέρα» Η Νάνσυ γέλασε με τον αδερφό της και χάρηκε με τη χαρά του.

Ο αδερφός της συνέχισε με τον ίδιο ενθουσιασμό να τής λέει για την καινούργια του ζωή. Έπειτα από λίγο έπρεπε να κλείσει.

Καθώς περπατούσε ένα αγόρι είχε μείνει ακίνητο μπροστά της. «Οδυσσέα» Αναστέναξε η κοπέλα καθώς πέρασε μια κόκκινη τούφα πίσω από το αριστερό αυτί τής. «Γεια» Απάντησε εκείνος. Δεν ήξερε τι ήθελε να πει. Για την ακρίβεια δεν ήξερε από πού να αρχίσει.

«Νάνσυ εγ-» Το διέκοψε με τα χείλη της. «Μιλάς πολύ το ξέρεις;» Εκείνος χαμογέλασε και την τράβηξε κοντά του.

Την φιλούσε. Την είχε στα χέρια του. Ο Οδυσσέας είχε στα χέρια του τη σειρήνα.

Η Νάνσυ άνοιξε το στόμα τής για να μιλήσει. «Θα εύχεσαι να μην με είχες γνωρίσει» Εκείνος τής χάιδεψε τρυφερά το μάγουλο. «Αμφιβάλλω»

Με ένα της φιλί λύθηκε εκείνος από το κατάρτι και την άφησε εκείνη στο τιμόνι. Αυτό που ο Οδυσσέας δεν γνώριζε είναι πως θα οδηγήσει το πλοίο πάνω στα συντρίμμια. Θα χτυπήσει ξανά και ξανά τις ξύλινες σανίδες πάνω στα κοφτερά βράχια και με ένα συγγνώμη θα τις επισκευάζει ερασιτεχνικά.

Όμως και η Νάνσυ με την σειρά της δεν ήξερε πόσο πολύ θα την επηρεάσει η σχέση της με τον Οδυσσέα. Θα μείνει στίγμα χαραγμένο πάνω τής, με καλλιγραφικά μαύρα γράμματα στο αριστερό στήθος. Πάνω από την καρδιά.

Αυτό που ο Οδυσσέας δεν θα καταλάβει ποτέ είναι πως και η Νάνσυ θα τον αγαπήσει. Αλλά θα το κάνει με τον δικό της τρόπο. Θα το κάνει με έναν τρόπο όπου θα ευχόταν να μην είχε γίνει ποτέ. Γιατί τι πληγώνει παραπάνω; Να γνωρίζεις πως δεν σε αγάπησε ποτέ τής; Η ότι σε αγάπησε με κάθε κύτταρο του σώματος τής απλά δεν γνωρίζει πως να αγαπήσει;

Είχαν φτάσει στο σπίτι της Νάνσυ. "Θέλεις να έρθεις μέσα;" Τον ρώτησε διστακτικά. Εκείνος έγνεψε χαμογελώντας. Όταν άνοιξε την πόρτα είδε μόνο τον μπαμπά τής. "Έλα λίγο θέλω να μιλήσουμε" της είπε επιτακτικά. Έκανε νόημα στον Οδυσσέα να πάει στο δωμάτιο της.

Πλησίασε στην τραπεζαρία και έκατσε δίπλα στον κύριο Αντώνη. Εκείνος σήκωσε το χέρι του και ακούμπησε το μάγουλο τής απαλά. Την χάιδεψε. Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του. «Συγγνώμη κόρη μου. Συγγνώμη για όλα. Δεν ξέρω αν θα βρεις το κουράγιο να με συγχωρέσεις αλλά ελπίζω πως θα το κάνεις. Σε αγαπώ Νάνσυ μου. Συγχωρέσε με»

The strange girlDonde viven las historias. Descúbrelo ahora