~13~

13 2 0
                                    


Ήταν στους κρύους διαδρόμους του νοσοκομείου μαζί με τον πατέρα της Νάνσυ.

Καθόταν στις μη αναπαυτικές καρέκλες στερεώνοντας το κεφάλι του πάνω στα χέρια του.
Δάκρυα κυλούσαν συνεχώς από τα μάτια του στα μάγουλα του.

Ο πατέρας της ήταν καθισμένος στα μεταλλικά καθ'ισματα  του νοσοκομείου κοιτώντας έξω από το παράθυρο, έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται αν πάθει κάτι η κόρη του θα σηκωθεί και θα αφήσει τον εαυτό του μέχρι να πέσει άτσαλα στο έδαφος.

Ο γιατρός βγήκε να ενημερώσει. « Όλα καλά, η κοπέλα ζει» Μα δεν έβλεπαν χαρούμενο το πρόσωπο του γιατρού. «Τι συμβαίνει;» Ρώτησε ο Οδυσσέας.

« Δυστυχως θα πρέπει να ειδοποιήσουμε κοινωνικό λειτουργό. Η κοπέλα είναι ανήλικη. Δεν κατηγορώ εσάς προσωπικά για κάτι, μα πρέπει να δουν γιατί ένα παιδί διέπραξε κάτι τέτοιο. Η Νανσυ θα μείνει λίγο ακόμα καιρό εδώ και έπειτα θα μεταφερθεί σπίτι. Κατά την διάρκεια της διαμονής της εδώ θα μιλήσει με ψυχολόγο και κατά διαστήματα θα την επισκεφτούν άνθρωποι από την πρόνοια»

Ο γιατρός βγήκε να ενημερώσει. « Όλα καλά, η κοπέλα ζει» Μα δεν έβλεπαν χαρούμενο το πρόσωπο του γιατρού.

«Τι συμβαίνει;» Ρώτησε ο Οδυσσέας.

«Δυστυχώς θα πρέπει να ειδοποιήσουμε κοινωνικό λειτουργό. Η κοπέλαείναι ανήλικη. Δεν κατηγορώ εσάς προσωπικά για κάτι, μα πρέπει ναδουν γιατί ένα παιδί έπραξε κάτι τέτοιο. Η Νάνσυ θα μείνει λίγο ακόμακαιρό εδώ και έπειτα θα μεταφερθεί σπίτι. Κατά την διάρκεια της διαμονής της εδώ θα μιλήσει με ψυχολόγο και κατά διαστήματα θα την επισκεφτούν άνθρωποι από την πρόνοια»

Προχωρήσαν και οι δύο προς το δωμάτιο της, με αριθμό 217. Την είδαν ξαπλωμένη, τα χέρια της ήταν δεμένα με λευκές γάζες. Το μπουκάλι που περιείχε τον ορό ήταν κρεμασμένο στο μεταλλικό stand και έκανε μια πολύπλευρη διαδρομή ως και το αντίστροφο της παλάμης.

Τα κόκκινα μαλλιά της ήταν μπερδεμένα και πεσμένα στο μαξιλάρι. Το κεφάλι της ελαφρώς γυρισμό στο πλάι.

Ο πατέρας της έτρεξε σε εκείνη. Της χάιδευε τα μαλλιά και μουρμουρούσε, « Γιατί το έκανες αυτό κοριτσάκι μου; Τι σε έκανε να πονέσεις τόσο πολύ, που πήρες την απόφαση του να μην έχεις ζωή είναι καλύτερο από την ζωή που έχεις;» Έκλαιγε από πάνω της... «Μήπως ξέχασα να σου πω "Σε αγαπάω"; Πόσο καιρό πονούσες και εγώ δεν το ήξερα;»

Αλλά αυτό που πολλοί δεν κατανοούσαν ήταν ότι η Νάνσυ είναι ο τύπος κοριτσιού που θα σου δωρίσει όλο τον κόσμο αν γινόταν, μα η ψυχική της υγεία την κάνει να θέλει να πεθάνει κάποιές φορές.

Είναι ο τύπος κοριτσιού που ξεχνά τον εαυτό της και προσπαθεί να κάνει τους άλλους να χαμογελάσουν όσο και αν πονά. Οπού ποτέ δεν να ζητήσει βοήθεια, μα θα δίνει πάντοτε συμβουλές.

Ο γιατρός φώναξε τον πατέρα της κοπέλας.

Ο Οδυσσέας την πλησίασε. Της χάρισε ένα από τα πιο τρυφερά φιλιά. «Ξύπνα να μιλήσουμε... Παρακαλώ».

Σαν να τον άκουσε, άνοιξε τα μάτια της. «Οδυσσέα; Τι κάνεις εδώ;» Της χαμογέλασε και δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του. «Νόμιζα πως δεν θα ξανακούσω την φωνή σου, γιατί; Γιατί το έκανες;»


Η Νάνσυ γύρισε πλευρό, «Νομίζω πρέπει να σου πω επιτέλους τι νιώθω...» Δεν την ανάγκασε να γυρίσει, γνωρίζει πως αυτή η κουβέντα είναι δύσκολη για αυτήν.

«Δεν ξέρω πως να στο εξηγήσω, είσαι όλα όσα ήθελα, από πάντα. Πώς γίνεται να με στοιχειώνουν ακόμα οι σκέψεις μέσα στο κεφάλι μου; Με αγαπάς αλλά ό,τι και να πεις εγώ δεν το νιώθω. Εμείς οι δύο δεν θα έχουμε καλό τέλος. Κάποιος θα πληγωθεί. Αλλά από την άλλη, σε αγαπάω τόσο πολύ που αν κάποιος από εμάς πεθάνει, ελπίζω να πεθάνω πρώτη. Γιατί δεν θέλω να ζήσω χωρίς εσένα. Δεν θέλω να μάθω ποτέ πώς να κοιμηθώ χωρίς εσένα, χωρίς να σου λέω καλημέρα ή καληνύχτα, χωρίς να σε φιλάω ή να σε αγγίζω. Χωρίς να ακούω την φωνή σου. Πες μου τι είναι χειρότερο; Σε έχασα, οπότε ίσως καταφέρω να σπάσω την κατάρα και μπορώ να είμαι ερωτευμένη για πάντα, στα όνειρα μου... Είσαι η φωτιά και η ασφάλειά μου. Τελείως αντιφατικό. Το γνωρίζω. Ποτέ δεν θέλεις να με σπάσεις και γι' αυτό φοβάμαι. Γιατί κάποια μέρα, όλοι φεύγουν. Αλλά πώς ξέρω πώς δεν θα σε πληγώσω εγώ; Σου ζητάω λοιπόν να μου υποσχεθείς ότι θα μείνεις, αλλά αυτή μια υπόσχεση που δεν μπορείς να δώσεις, γιατί δεν με εμπιστεύεσαι. Και είναι λογικό»

Πήρε μια βαθιά ανάσα. Ο οποιοσδήποτε μπορούσε να δεί πώς δυσκολευόταν, όχι...πώς πνιγόταν. Παρόλαυτα συνέχισε, με φόβο και τρεμάμενη φωνή αλλα συνέχισε. « Δεν θα άντεχα να ξυπνάω και να ξέρω ότι αύριο δεν είσαι δικός μου. Σε, σε αγαπάω Οδυσσέα»

Κι όντως το κάνει. Όντως τον αγαπάει. Μα πώς μπορείς να μάθεις σε μία έφηβη πώς είναι η αγάπη όταν το μόνο που έχει βιώσει τα δεκαεφτά χρόνια που ζεί είναι ο θυμός. Η Νάνσυ έχει μάθει οτι ο θυμός είναι συνώνυμο της αγάπης. Κι εκείνη ήταν διαρκώς θυμωμένη με τον Οδυσσέα. Όλοι έβλεπαν θυμό μα εκείνη ένιωθε λατρεία.

The strange girlWhere stories live. Discover now